Ο δικηγόρος (ο οποίος έτσι κι αλλιώς έχει πια εκτίσει την ποινή του) πρόσβαλε την εν λόγω εφετειακή απόφαση στον Αρειο Πάγο και το αναιρετικό δικαστήριο έκανε εν μέρει δεκτή την αίτησή του. Δέχτηκε, λοιπόν, ότι η καταδίκη του για απλή συνέργεια σε πλαστογραφία δεν αιτιολογείται στο σκεπτικό της απόφασης, καθώς δεν δικαιολογεί ποια ψυχική συνδρομή παρείχε ο δικηγόρος στον αυτουργό και τότε συγκατηγορούμενό του. Και επειδή από τις μαρτυρίες και τα υπόλοιπα αποδεικτικά στοιχεία δεν προκύπτει το τρόπος με τον οποίο συνέδραμε ψυχικά τον υπαίτιο της πλαστογραφίας, το δικαστήριο χθες τον αθώωσε και μείωσε την ποινή.
Συγκεκριμένα, μείωσε την ποινή κατά δύο χρόνια, καταδικάζοντάς τον σε 10 χρόνια κάθειρξη, ενώ κατά τα λοιπά η εφετειακή απόφαση δεν άλλαξε. Ετσι, ο δικηγόρος έχει αμετάκλητα κριθεί ένοχος για απάτη από κοινού ιδιαίτερα μεγάλης αξίας κατ’ εξακολούθηση και κατ’ επάγγελμα.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο ο δικηγόρος είχε συστήσει ανώνυμη εταιρεία, αυξάνοντας το μετοχικό κεφάλαιο της οικογενειακής εταιρείας του, μέσω της οποίας πήρε επιχειρηματικά δάνεια από τις δύο τράπεζες προσημειώνοντας ξένα ακίνητα. Την ανώνυμη εταιρεία κατηγορήθηκε ότι τη σύστησε με έναν ακόμη κατηγορούμενο - ο οποίος είχε καταδικαστεί και για την εν λόγω πλαστογραφία.
Ν.Κ.