Παρασκευή, 05 Απριλίου 2013 08:19

Αποκαλυπτικές συνομιλίες στη δίκη της συμμορίας

Γράφτηκε από την

Με τις συνομιλίες μεταξύ του δολοφονημένου Φιλίπ Μεσάι και του κατηγορούμενου Β.Δ., ο οποίος τον παίρνει από το κινητό του κατηγορούμενου Β.Β. να πάει στο χτήμα την ημέρα της δολοφονίας του στις 29 Νοεμβρίου του 2011, για να δει "μια προβάτα που γέννησε", ξεκίνησε χθες μετά από διακοπή μιας εβδομάδας η δίκη της συμμορίας που βρίσκεται στο εδώλιο με την κατηγορία ότι πουλούσε ναρκωτικά και εκβίαζε καταστηματάρχες στην Καλαμάτα.

Στις συνομιλίες που έχουν καταγραφεί μια ημέρα πριν, δηλαδή στις 28 Νοεμβρίου, ακούστηκαν οι συνεννοήσεις που έγιναν για να πάρουν τον εκτελεστή του Μεσάι, τον Αλβανό κατηγορούμενο Χ.Τ., από τη στάση του Νοσοκομείου Καλαμάτας όπου κατέβηκε από το λεωφορείο που τον έφερνε από την Αθήνα. Ο Χ.Τ. παραδέχτηκε την πρώτη μέρα της δίκης ότι έχει σκοτώσει τον ομοεθνή του Φιλίπ Μεσάι.

Από τις συνομιλίες φαίνεται ότι οι κατηγορούμενοι είχαν υποψίες ότι μπορεί να παρακολουθούνται τα τηλέφωνά τους, καθώς μια μέρα πριν τη δολοφονία ο Χ.Β., δίδυμος αδερφός του Β.Β., τους προειδοποιεί "καθόλου μη μιλάτε στα τηλέφωνα", όταν τον πήραν για να του ζητήσουν το όπλο του, επειδή "είναι ανάγκη". 

Χθες ακούστηκαν και οι δύο συνομιλίες οι οποίες κάθισαν στο εδώλιο του κατηγορουμένου τον αστυνομικό. Στη μια ακούγεται να συνομιλεί με το Χ.Β., ο οποίος τον αποκαλεί "Μιχάλη" και κλείνουν ραντεβού στο μέρος όπου συναντιούνται συνήθως για να μιλήσουν. Η δεύτερη συνομιλία έγινε την ημέρα των συλλήψεων των κατηγορουμένων, στις 22 Δεκεμβρίου του 2011. Σε αυτή ο Χ.Β. καλεί τον αστυνομικό στο κινητό του τηλέφωνο και αυτός αντιδρά "ρε, πας καλά; Με παίρνεις στο κανονικό τηλέφωνο, πλάκα μου κάνεις;". 

Η χθεσινή διαδικασία ολοκληρώθηκε με τις καταθέσεις 5 μαρτύρων υπεράσπισης, συγγενών των κατηγορούμενων Β.Δ. και του αδερφού του Χ.Δ., του ξαδέρφου τους Δ.Σ., καθώς και του κατηγορούμενου δημοσίου υπαλλήλου Ν.Κ. ο οποίος πήγε τον Αλβανό εκτελεστή στην Αθήνα μετά τη δολοφονία του Φιλίπ Μεσάι και του γιου του. Επίσης κατέθεσε και η σύζυγος του αστυνομικού, η οποία τόνισε στην κατάθεσή της ότι η οικονομική τους κατάσταση είναι δύσκολη και όσα χρήματα έμπαιναν στο σπίτι τους ήταν από τους μισθούς τους. 

Η δίκη συνεχίζεται σήμερα με καταθέσεις από τους υπόλοιπους μάρτυρες υπεράσπισης, αλλά και απολογίες κατηγορούμενων. 

 

ΤΟ ΜΟΙΡΑΙΟ ΡΑΝΤΕΒΟΥ

 

Ο Φιλίπ Μεσάι πήγε στο ραντεβού που του είχαν κλείσει οι κατηγορούμενοι Β.Β. και Β.Δ. το πρωί της 29ης Νοεμβρίου. Ομως είχε μαζί και τον 3χρονο γιο του Κέρι. Μαζί τους στο αγρόκτημα βρισκόταν και ο Αλβανός εκτελεστής ο οποίος στις συνομιλίες που ακούστηκαν στη διάρκεια της δίκης παρουσιάζεται με το όνομα "Νίκος". Ο Β.Β. δεν ήταν στο σπίτι και ο Β.Δ. του τηλεφωνεί για να του πει ότι ο Μεσάι είχε μαζί και το παιδί: 

Β.Δ.: Εχει και το παιδί του κοντά. 

Β.Β: Τι λες ρε, γιατί το αφήσατε, γιατί το άφησες, στα α…. μας. Γιατί δεν του 'πες να γυρίσει; Να πάει το παιδί και να γυρίσει. Να έρθει σε μια ώρα, γιατί δεν του το λες;

Β.Δ.: Με το που ήρθε αυτός σπίτι κορνάρανε και τα κέρατα από πίσω του.

Β.Β.: Ποια κέρατα;

Β.Δ.: Τα κέρατα, η Αστυνομία.

Β.Β.: Γιατί;

Β.Δ.: Δεν ξέρω. Αυτός μου λέει θα πάει στην Κυπαρισσία για κάνα μήνα για ελιές, δεν μπορεί να ξαναγυρίσει λέει μετά πάλι, είναι το παιδί του κοντά.

Β.Β.: Τι λες  ρε; Πλάκα μου κάνεις; Τι θα κάνουμε τώρα; Πάρ' τον τηλέφωνο, πες του ότι θα ’μαι εκεί σε μια ώρα. Και δεν μας ενδιαφέρει, μη μιλάς για το μικρό, δε μας ενδιαφέρει, το καταλαβαίνεις;  Δεν μας πειράζει για το μικρό, κατάλαβες;

Β.Δ.: Και το μικρό τι θα το κάνουμε;

Β.Β.: Σκάσε γ… την Π… σου, μη μιλάς στο τηλέφωνο. Ξέρεις τι θα κάνεις, ξέρεις τι θα κάνεις, δώσ' μου το Νίκο.

"Νίκος": Ελα.

Β.Β.: Δε με πειράζει ρε [...] (ακατανόητη φράση) για το μικρό ρε, δεν μας πειράζει ρε.

Νίκος: Είναι παιδί ρε.

Β.Β.: Το προβατάκι δε μας πειράζει, για το προβατάκι στα α… μας ρε, το καταλαβαίνεις;

Νίκος: Και τα άλλα που ήταν πίσω, που κάνανε γκλου γκλου, τα κέρατα;

Β.Β.: Δεν πειράζει, τυχαίο ήταν.

Νίκος: Δεν πιστεύω τυχαίο ρε, τι με βάζεις να κάνω τώρα ρε;

Β.Β.: Τι 'ναι αυτά που κάνεις, τι είναι αυτά που λέτε στο τηλέφωνο, άσ' το γ…,  μην κάνεις τίποτα [...] (ακατανόητη φράση), τελείωσε, τελείωσε. 

Νίκος: Πες μου τι να κάνουμε;

Β.Β.: Τίποτα, τίποτα τώρα, να μην κάνεις τίποτα [...] (ακατανόητη φράση), τώρα μου λες τι να κάνουμε, δεν ξέρεις τι πρέπει να κάνουμε; Μιλάμε στο τηλέφωνο, έχω τρελαθεί.

 

Β.Δ.: "ΤΗΝ ΚΑΡΑΜΠΙΝΑ ΤΗΝ ΕΧΩ ΕΞΑΦΑΝΙΣΕΙ ΣΤΑ ΚΑΛΑΜΙΑ"

 

Τελικά το ραντεβού ανανεώθηκε για το απόγευμα της ίδιας ημέρας. Στις 6.56 το απόγευμα που έγινε η δολοφονία ο Β.Β. μιλάει με τον κατηγορούμενο Β.Δ. και τον ρωτάει αν είναι "όλα καλά": 

Β.Β.: Το μπαστούνι να μου φέρεις, την γκλίτσα να εξαφανίσεις από τα πρόβατα [...] (ακατανόητη φράση) ψοφήσει το προβατάκι, κατάλαβες τι σου λέω; Την γκλίτσα, εξαφάνισέ τη από τα πρόβατα.

Β.Δ.: Ναι. Εντάξει.

Το βράδυ της ίδιας ημέρας, στις 9.14, ο Β.Β. μιλάει με τον Χ.Δ. (αδερφό του Β.Δ.). Ο Χ.Δ. τον ενημερώνει ότι "πάει εκεί κάτω να πετάξει εκείνα που του είπε". 

Λίγα λεπτά αργότερα ο ο Β.Β. μιλάει με τον Β.Δ. Ο τελευταίος τον ενημερώνει ότι πήγε το "Νίκο" στο σπίτι του δίδυμου αδελφού του, Χ.Β., και πως "την καραμπίνα την έχω εξαφανίσει μες στα καλάμια, δεν υπάρχει τίποτα". Και ο Β.Β. του λέει: "Σκάσε, σκάσε, τι με ενδιαφέρει εμένα; Τι μου λες εμένα, ποια καραμπίνα; [...] (ακατανόητη φράση) εγώ τα τέτοια 'δώ χάμω, τα προβατάκια ψοφάνε, τι μ… λες, φέρε γάλα, φέρε γάλα…

Στις 30 Νοεμβρίου το μεσημέρι υπάρχει συνομιλία μεταξύ του Β.Β. με τον Γ.Π., ο οποίος τον ενημερώνει (τον Β.Β.) ότι βρέθηκαν σκοτωμένοι  μέσα στο αρδευτικό κανάλι ο Φιλίπ Μεσάι και ο γιος του. Ο Β.Β. ακούγεται να ξαφνιάζεται και του λέει ότι στις 5.30 το προηγούμενο απόγευμα ο Μεσάι έφυγε από το σπίτι του και πως τον έχει στενοχωρήσει η είδηση του θανάτου του.

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ: "ΣΤΟ ΚΑΝΟΝΙΚΟ ΜΕ ΠΑΙΡΝΕΙΣ ΡΕ;"

Στις 22 Δεκεμβρίου, την ημέρα που έγιναν οι έφοδοι στα σπίτια των κατηγορούμενων, ο Χ.Β. παίρνει τηλέφωνο τον κατηγορούμενο αστυνομικό για να εξαφανίσει ένα όπλο από το σπίτι της συντρόφου του και επίσης κατηγορουμένης: 

Χ.Β.: Την έπεσαν στης Ε..., πού είσαι;

Αστυνομικός: Ρε, πας καλά; Με παίρνεις στο κανονικό τηλέφωνο;

Χ.Β. Τι να κάνω ρε, είμαι στο Λεωνίδιο.

Αστυνομικός: Στο κανονικό με παίρνεις ρε, τι πλάκα κάνεις;

Χ.Β. Είμαι μακριά, τι να 'κανα; Είναι αλήθεια, είναι εκεί, είναι στης Ε...;

Αστυνομικός: Πού θες να ξέρω ρε φίλε;

Χ.Β. Καταστραφήκαμε, είναι πράγματι εκεί ρε, τι θα κάνουμε τώρα;

Αστυνομικός: Εγώ δεν είμαι στη δουλειά ρε φίλε, το καταλαβαίνεις;

Χ.Β. Πώς θα γίνει να τρέξεις εκεί; Στο συρτάρι μέσα είναι το όπλο μου, τα όπλα μου ρε φίλε.

Αστυνομικός: Ωραίος είσαι!

Χ.Β. Είμαι μακριά στη θάλασσα, στο Λεωνίδιο, δεν μ' ακούει κανείς.

Αστυνομικός: Ρε τι δε σ' ακούει; Ρε πλάκα μου κάνεις, δε σ' ακούει κανείς ρε;

Η συνομιλία μεταξύ τους συνεχίζεται, και σε άλλο σημείο της ο Χ.Β. ξαναρωτά: "Μπορούμε να μάθουμε τι γίνεται, μην έρθουμε κάτω ρε, μ' ακούς;".

Αστυνομικός: Γιατί δεν παίρνεις από ένα άλλο τηλέφωνο, γιατί δεν παίρνεις από καρτοτηλέφωνο;

Χ.Β. Δεν έχω τίποτα, είμαι μόνος εδώ. 

Αστυνομικός: Ρε πλάκα μου κάνεις; Θα το κλείσω το μπουρδέλο. Αυτό που κάνεις δεν είναι σωστό. 

 

ΟΙ ΑΛΛΕΣ ΣΥΝΟΜΙΛΙΕΣ

Επίσης ακούστηκαν συνομιλίες οι οποίες αφορούσαν αγορές ναρκωτικών από τον Β.Β. Στις συνομιλίες αυτές δεν ακούγονται κιλά ή τα είδη των ναρκωτικών καθώς οι συνομιλητές χρησιμοποιούν κωδικοποιημένες λέξεις όπως "καφέ", "άσπρη" κ.λπ. Στις περισσότερες από αυτές, στο τηλέφωνο μιλάει η γυναίκα του Β.Β. και μεταφέρει ό,τι της λέει ο ίδιος. Επίσης ακούγονται συνομιλίες των Β.Δ., Χ.Δ. και Δ.Σ. να κλείνουν ραντεβού και να κανονίζουν μικροσυναλλαγές με χρήστες. Μεταξύ των συνομιλιών ήταν και κάποιες του Χ.Β. και του Γ.Π., στις οποίες μιλούσαν για καταστήματα της Καλαμάτας και για χρήματα που έχουν να παίρνουν από τους ιδιοκτήτες τους, καθώς και για ένα ποσοστό 30% που τους είχαν υποσχεθεί δύο από τους κατηγορούμενους όταν θα έπαιρναν χρήματα που τους χρωστούσε ένας έμπορος. 

Μεταξύ των συνομιλιών ακούστηκε και μία μιας συνηγόρου η οποία συμβούλεψε από το τηλέφωνο τον Χ.Β. την ημέρα που γίνονταν οι συλλήψεις να μείνει εκεί που είναι και να μην εμφανιστεί. Στο σημείο αυτό της χθεσινής διαδικασίας παρενέβη ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Κώστας Μαργέλης και είπε ότι αυτή είναι μια συνήθης συμβουλή που δίνουν οι δικηγόροι στους πελάτες τους. Η συνομιλία άλλωστε αυτή ακούστηκε μόνο επειδή είχε καταγραφεί και όχι γιατί η δικηγόρος κατηγορείται στη δίκη για κάποιο αδίκημα.