Τρίτη, 06 Ιανουαρίου 2015 19:31

Περισσότεροι τενεκέδες με λάδι στο εξωτερικό από μεσσηνιακές μεταφορικές

Γράφτηκε από την

 

Περισσότερος είναι ο κόσμος που στέλνει φέτος τενεκέδες με λάδι  στην Ευρώπη και την Αμερική. Η λαδιά στη Μεσσηνία πήγε καλά μέχρι τώρα, και όποιος δεν πούλησε με το που έβγαλε το λάδι στο εργοστάσιο, το πουλάει σε συγγενείς και γνωστούς. Οπως λένε ιδιοκτήτες μεταφορικών εταιρειών, δοχεία με ελαιόλαδο από τη Μεσσηνία  φεύγουν επίσης για τη Στερεά και τη Βόρεια Ελλάδα. 

 

Ο Κώστας Σπουργίτης από την ομώνυμη μεταφορική εταιρεία επισημαίνει καταρχάς ότι υπάρχει «αύξηση 30% στα λάδια, στους τενεκέδες». Επίσης λέει ότι «οι παραγωγοί στέλνουν και οι ίδιοι στην Ευρώπη ποσότητες, που πρώτα δεν έστελναν γιατί δεν είχαν λάδι». Ενα άλλο που επισημαίνει ο κ. Σπουργίτης είναι ότι λόγω μειωμένης παραγωγής στις άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης «ζητάνε μεσσηνιακό λάδι». Ετσι φέτος παρατηρεί ότι οι πελάτες που στέλνουν ελαιόλαδο έξω είναι περισσότεροι σε σχέση με πέρυσι και πρόπερσι. Επιπρόσθετα «είναι και οι ποσότητες που στέλνουν μεγάλες· για παράδειγμα όταν ένας παραγωγός στέλνει 40 δοχεία στη Ρώμη, που είχε να στείλει 3 χρόνια, δεν είναι απλό πράγμα». Το ίδιο και «όταν στέλνει στην Αυστρία 40 δοχεία λάδι με το δελτίο του το παραγωγικό, κανονικά με το τιμολόγιο και όλα τα χαρτιά κομπλέ - ενώ πρώτα δεν είχαν λάδι να στείλουν». Φέτος «υπάρχει ζήτηση, οπότε οι Μεσσήνιοι στέλνουν λάδι και οι οικογένειες των παραγωγών κερδίζουν χρήματα». Στην Ευρώπη, όπως λέει, πρώτη σε αποστολές ελαιόλαδου έρχεται η Γερμανία, μετά η Ιταλία και μετά η Αυστρία. Επίσης «πολύ μεγάλη ροή» έχουν οι αποστολές ελαιόλαδου και προς την Αμερική και τον Καναδά, καθώς κάθε αποστολέας στέλνει περίπου 10-12 δοχεία, μπορεί και 15, ανάλογα με το πόσο μεγάλη είναι η οικογένεια που θα τα παραλάβει. 

Ο Κώστας Δαρσακλής από την ομώνυμη μεταφορική εταιρεία αναφέρει ότι «φέτος υπάρχει πολύ λάδι για έξω - υπάρχει μια κίνηση γιατί έχουμε παραπάνω παραγωγή στη Μεσσηνία, παρόλο που είναι αρχή ακόμα. Ωστόσο επισημαίνει πως οι πιο πολλοί τα στέλνουν σε συγγενείς και λιγότεροι είναι αυτοί οι οποίοι πουλάνε, ειδικά εντός Ελλάδας: «Στέλνουν σε συγγενείς 5-10 δοχεία στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, μέχρι και στον Εβρο, αλλά και Καρδίτσα, Τρίκαλα, Λάρισα, Γρεβενά, σε όλη τη Στερεά Ελλάδα». Μέχρι στιγμής παρατηρεί «αρκετή κίνηση και προς το εξωτερικό: Καναδά, Αυστραλία, καθώς επίσης Βοστόνη κι άλλες πόλεις της Αμερικής». Ομως όσοι στέλνουν στο εξωτερικό λέει πως «είναι οι ίδιοι που στέλνουν κάθε χρόνο έξω». Εκτιμά δε ότι οι πιο πολλοί επέλεξαν να πουλήσουν το λάδι τους κατευθείαν γιατί είχε καλή τιμή. «Φέτος είναι περιορισμένος ο αριθμός των παραγωγών που στέλνουν λάδι προς πώληση, γιατί εκμεταλλεύτηκαν την τιμή και το πούλησαν». Γι' αυτό και όπως επισημαίνει «πέρυσι έστελναν 30-50 δοχεία για πώληση, ενώ φέτος πούλησαν όλοι με το που έβγαλαν το λάδι, και στέλνουν μέχρι 10 δοχεία, το πολύ 15». Πέρυσι «πουλάγανε επειδή είχε μικρότερη τιμή το λάδι».

 

Ο Κώστας Τύρος από την ομώνυμη μεταφορική εταιρεία λέει ότι στο εξωτερικό «κάτι γίνεται με τις πωλήσεις ελαιόλαδου σε ιδιωτικό επίπεδο». Ειδικά -όπως σημειώνει- προς τις ευρωπαϊκές χώρες: Γερμανία, Αγγλία, Σουηδία και Ολλανδία. «Στάνταρ δουλειά υπάρχει κάθε χρόνο προς Αμερική και Αυστραλία», προσθέτει, και επισημαίνει πως «σε Ευρώπη και Ασία που δουλεύω δουλεύω ως μεταφορική, υπάρχει ενδιαφέρον». Ωστόσο ο ίδιος δεν το αποδίδει στο ότι φέτος οι Ιταλοί έχουν λιγότερη παραγωγή: «Οι Ιταλοί έχουν πιάσει από χρόνια το 75% της παγκόσμιας αγοράς και είναι αδύνατον με μια χρονιά να αλλάξει αυτό», σημειώνει. Οσο για τις ποσότητες, λέει πως μπορεί να είναι 10 τενεκέδες, μπορεί και 40, με παραλήπτες μέλη οικογενειών και φίλους. «Οπως γινόταν κάποτε από τη Μάνη προς την Αθήνα, τώρα το λάδι φεύγει σε δοχεία από τη Μεσσηνία για την Ευρώπη». Οπως διαπιστώνει «το 50% των εργατών και της νεολαίας είναι στην Ευρώπη και θέλουν να φάνε το λάδι τους και να πουλήσουν και κανέναν τενεκέ να βγάλουν τα χαρτζιλίκια τους». Καταλήγοντας λέει ότι οι ποσότητες που φεύγουν είναι πάνω κάτω στα ίδια επίπεδα με άλλες χρονιές. Αυτό που αλλάζει φέτος είναι «περισσότερο ενδιαφέρον για λάδι, από ευρωπαϊκές χώρες».