Κυριακή, 29 Μαρτίου 2015 09:03

Οδωνυμικά της Μεσσήνης (μέρος 18ο)

Γράφτηκε από τον
Οδωνυμικά της Μεσσήνης (μέρος 18ο)

Μικρές ιστορίες γραμμένες στους δρόμους

ΝΙΚΗΤΑΡΑ
ΣΤΑΜΑΤΕΛΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΗΤΑΣ
Ξεχωριστή μορφή της Επανάστασης του 1821 που κατά πως αφηγήθηκε στο Γεώργιο Τερτσέτη γεννήθηκε το 1781 «εις ένα χωριό Μεγάλη Αναστάσοβα απεδώθε από του Μυστρά προς την Καλαμάτα», δηλαδή στη σημερινή Νέδουσα.
Γονείς του ήταν ο Σταματέλος Τουρκολέκας και η Σοφία Καρούτσου, αδελφή της γυναίκας του Κολοκοτρώνη. Ο πατέρας του ήταν κλέφτης και ο Νικηταράς τον ακολούθησε στα βουνά από πολύ μικρή ηλικία. Αργότερα εντάχθηκε στο σώμα του καπετάν Ζαχαρία Μπαρμπιτσιώτη. Στο διωγμό των κλεφτών πέρασε στη Ζάκυνθο και το 1805 εντάχθηκε στα Ρωσικά τάγματα.
Αργότερα όταν οι Γάλλοι κατέλαβαν τα Επτάνησα υπηρέτησε στις δυνάμεις τους.
Τον Οκτώβριο του 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Ηλία Χρυσοσπάθη. Στη συνέχεια για μεγάλο διάστημα μαζί με τον Πλαπούτα και τον Αναγνωσταρά, γύρισε ολόκληρη την Πελοπόννησο για τη διάδοση των σκοπών της.
Με την έκρηξη της Επανάστασης μπήκε στις 23 Μαρτίου στην Καλαμάτα.
Πήρε μέρος στη μάχη που έγινε στο Βαλτέτσι στις 12 και 13 Μαΐου 1821, επικεφαλής εκατοντάδων μαχητών. Είχε αποφασιστική συμβολή στη μάχη που έγινε στα Δολιανά στις 18 Μαΐου 1821. Λόγω της καταστροφής που προκάλεσε στις δυνάμεις του Κεχαγιάμπεη απέκτησε το παρατσούκλι «Νικηταράς ο Τουρκοφάγος» και μετά τη μάχη προήχθη σε στρατηγό.
Λίγο αργότερα στάλθηκε από τον Κολοκοτρώνη να διευθύνει την πολιορκία του Ναυπλίου, όπου μετά από μια ατυχή έφοδο κινδύνευσε να συλληφθεί. Στην συνέχεια έφυγε για την Ανατολική Στερεά και πήρε μέρος στις μάχες για την ανακατάληψη της Λιβαδειάς μαζί με τον Οδυσσέα Ανδρούτσο.
Πήρε μέρος στη μάχη για την άλωση της Τριπολιτσάς και ήταν από τους λίγους οπλαρχηγούς που αντιτάχθηκαν στις λεηλασίες και αρνήθηκαν να πάρουν μέρος στη διανομή των λαφύρων. Στις αρχές Δεκεμβρίου πήρε μέρος στην έφοδο του Ναυπλίου κατά τη διάρκεια της οποίας κινδύνευσε να συλληφθεί. Τον Απρίλιο του 1822 βρέθηκε πάλι στη Στερεά Ελλάδα μαζί με τον Οδυσσέα Ανδρούτσο για να πάρει μέρος στις μάχες της Στυλίδας και της Μαρίνας.
Οταν ο Δράμαλης οργάνωσε την εκστρατεία στην Πελοπόννησο, τον αντιμετώπισε σθεναρά στα Μεγάλα Δερβένια και τον Αγιο Σώστη στις 26 Ιουλίου 1822, ενώ δύο ημέρες αργότερα δόθηκε νέα μάχη στο Αγιονόρι (Κλεισούρα).
Οταν ξέσπασε ο εμφύλιος τάχθηκε με την πλευρά του Κολοκοτρώνη, αλλά δεν ενεπλάκη στις διαμάχες και προσπαθούσε να συμβιβάσει την κατάσταση. Οταν επικράτησαν οριστικά οι δυνάμεις της κυβέρνησης Κουντουριώτη, έφυγε στο Μεσολόγγι και πολέμησε κατά του Κιουταχή κατά τη διάρκεια της δεύτερης πολιορκίας. Μετά την εισβολή του Ιμπραήμ και την αμνηστία που δόθηκε, τέθηκε επικεφαλής στρατιωτικού σώματος και έδωσε πολλές μάχες κατά των Τουρκοαιγυπτίων. Το 1826 βρέθηκε μαζί με τον Γεώργιο Καραϊσκάκη στην Ανατολική Στερεά και συνέβαλε στη νίκη των ελληνικών
δυνάμεων στην Αράχωβα.
Αρρώστησε σοβαρά, επέστρεψε στο Ναύπλιο και στην Γ' Εθνοσυνέλευση (Μάρτιος 1827) διορίστηκε αρχηγός της φρουράς και με την ιδιότητα αυτή συμμετείχε στην εκστρατεία κατά του Κιουταχή υπό τις διαταγές του Καραϊσκάκη στη μάχη του Φαλήρου στις 24 Απριλίου 1827. Μετά την οδυνηρή ήττα επέστρεψε στην Πελοπόννησο και κατέβηκε στη Μεσσηνία για να αντιμετωπίσει τον Ιμπραήμ.
Υπήρξε στενός συνεργάτης του Κυβερνήτη Καποδίστρια όταν ανέλαβε
και στη Δ' Εθνοσυνέλευση (1829) πήρε μέρος ως πληρεξούσιος του Λεονταρίου. Οταν έφθασε ο Οθωνας βρέθηκε απομονωμένος και όταν εκδηλώθηκε η Μεσσηνιακή Επανάσταση τον Αύγουστο του 1834 φυλακίστηκε. Οι διωγμοί είχαν συνέχεια καθώς τον κατηγόρησαν ως αρχηγό της «Φιλορθόδοξης Εταιρείας» το 1839 και οδηγήθηκε ένα χρόνο αργότερα στα δικαστήρια. Αθωώθηκε αλλά παρ' όλα αυτά κρατήθηκε υπό περιορισμό στην Αίγινα. Στις 18 Σεπτεμβρίου 1841 αποφυλακίστηκε αλλά η υγεία του είχε υποστεί σοβαρή βλάβη καθώς ήταν σχεδόν τυφλός. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του έζησε
στον Πειραιά μαζί με την οικογένειά του. Στις 3 Σεπτεμβρίου 1847 διορίστηκε μέλος της Γερουσίας και από εκεί πήρε μια μικρή σύνταξη. Πέθανε σε μεγάλη φτώχεια στις 25 Σεπτεμβρίου 1849 και τάφηκε στο Α' Νεκροταφείο δίπλα στον Κολοκοτρώνη. Απομνημονεύματα του Νικηταρά συντάχθηκαν με υπαγόρευσή του από τον Γεώργιο Τερτσέτη.

ΝΤΟΥΛΗ
ΝΤΟΥΛΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
Παπάς στην ενορία Αγίου Ιωάννου Προδρόμου από το 1942 προερχόμενος από την ενορία Αγίου Γεωργίου Τριόδου, μέχρι το 1974 που πέθανε.
Ο πρώτος παπάς στην εκκλησία του οποίου το όνομα έχει καταγραφεί, ήταν ο Πανάγος «ιερεύς και εφημέριος» κατά το 1802. Τα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια απαντάται ο Ευστάθιος «πρωτόπαπας και πρόκριτος του Νησιού» και ακολουθεί ο Ηλίας Ανδρώνης το 1831. Στη συνέχεια υπηρέτησαν: Ο Ρήγας Καρατζάς από το 1830 μέχρι το 1908 που πέθανε. Ο Γεώργιος Βιγκόπουλος από το 1908 μέχρι το 1923 που πέθανε. Ο Μαρίνος Πετρουλάκης από το 1910 προερχόμενος από την ενορία Αγίου Δημητρίου Μαυρομματίου Παμίσου, μέχρι το 1924. Ο Βασίλειος Καντιάνης από το 1912 μέχρι το 1929 που πέθανε. Ο Νικόδημος Παπαδόπουλος καλόγερος από την Κωνσταντινούπολη από το 1924 μέχρι το 1926 (πέθανε στην Αθήνα το 1943). Ο Μιχάλης Κατσουλίδης δάσκαλος, από το 1928 μέχρι το 1944 που δολοφονήθηκε. Ο Κωνσταντίνος Ντούλης στο διάστημα που προαναφέρθηκε. Ο Ηλίας Πλακουδάκης από το 1975 προερχόμενος από την ενορία Αγίου Δημητρίου Μαυρομματίου Ιθώμης μέχρι το 1979 που μετατέθηκε στον Αγιο Δημήτριο Κοκκορόγιαννη Καλαμάτας. Ο Γεώργιος Μπερδούσης από το 1980 προερχόμενος από την ενορία Αγίων Αποστόλων Νεοχωρίου Ιθώμης μέχρι το 1990. Ο Κωνσταντίνος Μελισσουργός από το 1990 μέχρι σήμερα.

ΟΙΚΟΝΟΜΟΠΟΥΛΟΥ
ΟΙΚΟΝΟΜΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ
Ομότιμος Καθηγητής Φυματιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Γεννήθηκε στη Μεσσήνη το 1886 και σπούδασε Ιατρική στα Πανεπιστήμια Αθηνών, Ζυρίχης και Λωζάνης. Ειδικεύτηκε στην φυματίωση και απέκτησε ιδιαίτερη φήμη για τις έρευνες και πραγματείες επί της νόσου, ως ειδικός φυματιολόγος. Από το 1912 εργάστηκε ως γιατρός φυματιολόγος στην Αθήνα. Το 1938 έγινε διευθυντής της κλινικής του Νοσοκομείου-Σανατορίου «Σωτηρία». Το 1945 εξελέγη έκτακτος και το 1950 τακτικός καθηγητής Φυματιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Αποχώρησε από την υπηρεσία το 1956 λόγω ορίου ηλικίας και ανακηρύχθηκε ομότιμος καθηγητής. Πολιτεύτηκε στις εκλογές του 1915 ως υποψήφιος του συνδυασμού Δημητρακόπουλου στη Μεσσηνία. Μετείχε ως αντιπρόσωπος της Ελλάδας στο Α' Διεθνές Συνέδριο κατά της Φυματίωσης στη Ρώμη το 1950. Διετέλεσε πρόεδρος της Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών, του Νοσηλευτικού Ιδρύματος Εργατών Θαλάσσης και της Εφορείας των Νοσοκομείων «Αρεταίειον» και «Αιγινήτειον». Τιμήθηκε με το παράσημο Ταξιάρχη Φοίνικος.
Μεταξύ των εργασιών του σπουδαιότερες είναι οι εξής: «Η φθισιογένεσις» (1916). «Παρατηρήσεις και έρευνα επί αποτιτανωθείσης φυματιώδους εστίας» (1917). «Η καθίζησις των ερυθρών αιμοσφαιρίων εν τη φυματιώσει των πνευμόνων» (1926). «Ο τεχνητός πνευμονοθώραξ εν τη θεραπεία της φυματιώσεως» (1912). «Αι κατά την εφαρμογήν του τεχνητού πνευμονοθώρακος άμεσοι νευρικαί επιπλοκαί, εμβολή, εκλαμψία του υπεζωκότος» (σε συνεργασία με τον Β. Παπανικολάου 1927). «Το μεσοπνευμόνιον κατά τον αυτόματον και τεχνητόν πνευμονοθώρακα» (1925). «Το φαινόμενον της εκλεκτικής συμπτύξεως των νοσουσών μοιρών του πνεύμονος εν των τεχνητώ πνευμονοθώρακι» (με τον Β. Παπανικολάου 1926). «Η φρενικοεξαίρεσις
εν τη φυματιώσει των πνευμόνων» (1928). «Η θεραπευτική επίδρασις της φρενικοεξαιρέσεως επί της εν τω άνω λοβώ των πνευμόνων φυματιώδους επεξεργασίας» (1930). «Γρίπη και φυματίωσις» (1921). «Δάγγειος νόσησις και φυματίωσις» (1928). «Η καφουρά εν τη φυματιώσει» (1913). «Η διά σανοχρυσίνης χημικοθεραπευτική της φυματιώσεως των πνευμόνων» (1926) κ.ά. Παράλληλα δημοσίευσε σειρά εργασιών που αφορούσαν την κοινωνικοϋγιεινή πλευρά της φυματίωσης όπως: «Περί αποστολής των σανατορίων εν τε τη θεραπευτική και αντιφυματική δράσει εν Ελλάδι» (1916). «Κοινωνική υγιεινή - κοινωνική πρόνοια - κρατική μέριμνα» (1922). «Η ελευθέρα νοσηλεία των φυματικών» (1927). «Η ενδεικνυομένη κρατική μέριμνα διά τον κατά της φυματιώσεως αγώνα» (1929) κ.ά. Πολλές από τις εργασίες του δημοσιεύτηκαν σε γαλλικά, γερμανικά και σουηδικά περιοδικά. Μεταξύ των άλλων διετέλεσε και συνεργάτης της «Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας».

ΠΑΜΙΣΟΥ
ΠΑΜΙΣΟΣ
Ποτάμι που είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την ιστορία του Νησιού.
Εχει τις πηγές του στη δυτική πλευρά του Ταϋγέτου, στον Αγιο Φλώρο και μήκος 22 χιλιομέτρων. Αναφέρεται τόσο από τον Παυσανία, όσο και από τον Στράβωνα.
Η ονομασία του ανήκει στο προελληνικό γλωσσικό υπόστρωμα και έχει
προκαλέσει πολλές ερμηνευτικές συζητήσεις. Οφείλεται είτε στην κάθοδο των Πελασγών στη Μεσσηνία περίπου το 3.000 π.Χ. από τη Θεσσαλία όπου υπάρχει ποταμός Πάμισος, είτε από τη σταδιακή επαφή των ελληνικών φύλων με τους προέλληνες. Πρέπει να σημειωθεί ότι ποταμός Πάμισος υπάρχει και στην περιοχή της Μάνης.
Ο Παυσανίας αναφέρει τη λατρεία του ποτάμιου θεού Παμίσου ως μια από τις προδωρικές λατρείες του τόπου που παραμελήθηκαν μετά την κάθοδο των Δωριέων αλλά αργότερα επαναφέρθηκαν. Οργανωτής της λατρείας του Παμίσου ήταν ο Συβότας που όρισε ετήσια γιορτή με θυσία για τον θεό Πάμισο από τον εκάστοτε βασιλιά. Η γιορτή φαίνεται ότι γινόταν στις πηγές του ποταμού. Εκεί τα μικρά παιδιά έβρισκαν γιατριά. Ο Πάμισος λατρευόταν ως θεός θεραπευτής και πιθανολογείται ότι μια από τις πηγές του ποταμού είχε κατά την αρχαιότητα θερμό νερό.
Στην περιοχή που σήμερα έχει την ονομασία «Μάτια», το 1933 ο Σουηδός Νατάλ Βαλμίν έφερε στο φως ερείπια αρχαίου ναού δωρικού ρυθμού και μαρμάρινη στήλη που φέρει την επιγραφή «Ασκλαπιόδωρος Παμίσω» και έχει παράσταση του θεού με τη μορφή ταύρου. Βρέθηκε και βάθρο αναθήματος από τους ρωμαϊκούς χρόνους με την επιγραφή «Δέξιπος ευχήν επηκόω Παμίσω». Στα ευρήματα περιλαμβάνονται ακόμη πέντε κούροι, ορειχάλκινα αγάλματα που παριστάνουν μικρά παιδιά με παραμορφωμένα μέλη, ειδώλια που απεικονίζουν θεούς, ήρωες, ανθρώπους και ζώα (κυρίως ταύρους και κατσίκια). Επίσης βρέθηκε ένα πλήθος μικροσκοπικών πήλινων αγγείων. Η χρονολόγηση των ευρημάτων τα τοποθετεί ανάμεσα στο 500 π.Χ. και το 300 μ.Χ. Πράγμα που σημαίνει ότι η λατρεία του θεού Παμίσου διήρκεσε τουλάχιστον 8 αιώνες. Η απλότητα των αναθημάτων δείχνει ότι επρόκειτο για λατρεία προσιτή στους φτωχούς.
Ο ποταμός Πάμισος ήταν πηγή ζωής από την αρχαιότητα για ολόκληρη
την περιοχή που διασχίζει. Στο πέρασμα των αιώνων γίνονταν συνεχείς διευθετήσεις γύρω από αυτόν έτσι ώστε να απελευθερωθούν και ταυτοχρόνως να αρδευθούν εδάφη. Σχημάτιζε ένα τεράστιο δέλτα στις εκβολές του και σύμφωνα με τον Παυσανία ήταν πλωτός κατά 10 στάδια (1.800 μέτρα). Πρέπει να σημειωθεί ότι ο ποταμός Αρις ήταν ενωμένος παλαιότερα με τον Πάμισο στο ύψος του ομώνυμου χωριού, αλλά με το σχέδιο του 1886 έγινε αργότερα εκτροπή της κοίτης σε συνδυασμό με άλλα εγγειοβελτιωτικά και αντιπλημμυρικά έργα.
Ο Πάμισος περιγράφεται από ένα πλήθος περιηγητών και αναφέρεται
κατά καιρούς με διαφορετικά ονόματα: Πίρνατσα (και παρεμφερώς), Στόμιο, Ρούντα, Πάνισος και Πέρκιζα (στη χάρτα του Ρήγα Φεραίου).

ΠΑΠΑΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΥ
ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
Παπάς στην ενορία του Αγίου Δημητρίου από το 1888 μέχρι το 1933 όταν και πέθανε. Για το λόγο αυτό και ο δρόμος βρίσκεται στην περιοχή κοντά στην εκκλησία. Πρώτος παπάς στην ενορία ήταν ο Ανδρέας Μαυροειδής από το 1821 μέχρι το 1865 που πέθανε και ακολούθησαν: Ο Κωνσταντίνος Πατρίκης από το 1855 μέχρι το 1887 που πέθανε. Ο Δημήτριος Μαυροειδής από το 1865 μέχρι το 1925 που πέθανε. Ο Αναστάσιος Βλαχάκης από το 1870 μέχρι το 1900. Ο Γεώργιος Ζαφειρόπουλος στο διάστημα που προαναφέρθηκε. Ο Κωνσταντίνος Ρούτσης από το 1900 μέχρι το 1933. Ο Βασίλειος
Μαυροειδής οικονόμος, από το 1934 προερχόμενος από την ενορία Δρακονερίου, μέχρι το 1976 που συνταξιοδοτήθηκε. Ο Ανδρέας Καραγιώργης από το 1977 προερχόμενος από την ενορία Αγίου Γεωργίου Τσουκαλεΐκων μέχρι σήμερα.

Από το βιβλίο του Ηλία Μπιτσάνη
«Το Νησί (Μεσσήνη)
στο χώρο και το χρόνο»

Η συνέχεια το επόμενο Σάββατο


NEWSLETTER