Κυριακή, 18 Νοεμβρίου 2018 09:18

Ο κιθαρίστας Παν. Μάργαρης στην “Ε”: «Ενας μουσικός τη σημερινή εποχή δεν πρέπει να έχει στεγανά»

Γράφτηκε από την
αν δεν υπήρχε διαρκώς κάτι νέο ν’ ανακαλύψω, δεν ξέρω αν θα συνέχιζα να παίζω

αν δεν υπήρχε διαρκώς κάτι νέο ν’ ανακαλύψω, δεν ξέρω αν θα συνέχιζα να παίζω

 

Μια ατμοσφαιρική βραδιά θα μοιραστεί μαζί μας ο Παναγιώτης Μάργαρης την ερχόμενη Παρασκευή, ζητώντας μάλιστα και τη... βοήθεια του κοινού.

Η κιθάρα του θα μας συστήσει απ' την αρχή πολλές αγαπημένες μελωδίες, μεταπλασμένες μ' έναν συναρπαστικό τρόπο, ενώ οι ακροατές θα γίνουμε κάποια στιγμή χορωδοί για να τον συνοδεύσουμε. Πρόκειται για ένα ρεσιτάλ που ο γνωστός κιθαρίστας ήθελε χρόνια να το κάνει - και με την αφορμή αυτή, μοιράζεται μαζί μας λίγα ακόμη απ' όσα ίσως δεν γνωρίζουμε για εκείνον.

- Πότε έγινε η πρώτη προσωπική σας επαφή με την κιθάρα; Τι σας έσπρωξε στο συγκεκριμένο όργανο; Hταν θέμα τύχης ή κάτι βαθύτερο;

Η πρώτη επαφή μου με την κλασική κιθάρα έγινε στην ηλικία των 13 ετών και ήταν τυχαία. Σ’ ένα ταξίδι με τους γονείς μου άκουσα κάποιον να παίζει τρομπέτα. Μου άρεσε πολύ ο ήχος της και ζήτησα από την μητέρα μου να μάθω τρομπέτα. Πήγαμε στο ωδείο της γειτονιάς μου στην Νέα Σμύρνη, αλλά δεν υπήρχε τότε καθηγητής τρομπέτας. Μου πρότειναν, λοιπόν, να μάθω κιθάρα ή πιάνο. Επέλεξα την κιθάρα και όλα πήραν το δρόμο τους.

- Πώς θυμάστε εκείνα τα πρώτα σας μαθήματα; Πέρασε καιρός ώσπου να σας “μιλήσει” πραγματικά η κιθάρα σας;

Τα πρώτα μαθήματα σίγουρα είχαν ενδιαφέρον αλλά, νομίζω, η κιθάρα μου «μίλησε» όταν άρχισα τα μαθήματα με το Νότη Μαυρουδή και διδάχτηκα σωστά τεχνικές όπως τα λεγκάτα κ.ά.

- Ποια ήταν η στιγμή που νιώσατε πως η ζωή σας θα δεθεί με αυτό το όργανο - κι εσείς θα είστε, ίσως πριν από οτιδήποτε άλλο, κιθαρίστας;

 Αυτό το αισθάνθηκα πολύ νωρίς. Πριν τελειώσω το σχολείο ήξερα ότι η ενασχόληση με την κλασική κιθάρα ήταν, για μένα, μονόδρομος. Τίποτα άλλο δεν θα μπορούσε να γεμίζει με τον ίδιο τρόπο την ψυχή και τη ζωή μου. Κι όσα χρόνια κι αν περάσουν, η κιθάρα θα είναι πάντοτε ο μεγάλος μου έρωτας.

 - Πιστεύετε πως είχατε εξαρχής κάποιο συγκεκριμένο, ειδικό ταλέντο που σας έσπρωχνε στην κορυφή - ή όλα αυτά είναι πιο πολύ θέμα αγάπης, αφοσίωσης, δουλειάς;

Πρώτα από όλα ευχαριστώ θερμά για τα τόσο καλά σας λόγια. Δεν ξέρω αν έχω φτάσει στην κορυφή και δεν είμαι εγώ αυτός που μπορεί να το κρίνει. Πάντως όσα έχω πετύχει στην καριέρα μου νομίζω είναι ένα κράμα σκληρής δουλειάς, αγάπης και αφοσίωσης. Σε οποιαδήποτε τέχνη, και ιδιαίτερα στη μουσική, η αγάπη και η αφοσίωση πρέπει να υπάρχουν, αλλά αν δεν δουλέψεις σκληρά και πειθαρχημένα για μεγάλο διάστημα, δεν νομίζω ότι είναι εύκολο να «πας μπροστά».

- Παίζετε κλασική κιθάρα, κυρίως ασχολείστε όμως με πιο σύγχρονη μουσική. Τι σας γοητεύει σ’ αυτό το πάντρεμα ειδών και ήχων;

Θα ήθελα, πρώτα από όλα, να τονίσω ότι η μουσική που παίζω, ανεξάρτητα από το είδος της, έχει σαν βάση την κλασική κιθάρα. Θεωρώ όμως ότι ένας μουσικός τη σημερινή εποχή πρέπει να μην έχει στεγανά. Η κλασική παιδεία είναι απαραίτητη, αλλά από εκεί και πέρα στόχος σου είναι η επικοινωνία με το κοινό και η συγκίνηση που, αν είσαι τυχερός, θα δώσεις και θα πάρεις πίσω.

Ως άνθρωπος αυτής της εποχής στην ψυχή μου δεν «μιλάνε» μόνο οι συνθέσεις κλασικής μουσικής για κιθάρα. Είναι πολλά τα μουσικά είδη που με μαγεύουν, και γι’ αυτό επιλέγω να διασκευάζω γνωστά κομμάτια για κλασική κιθάρα. Νομίζω ότι το γεγονός πως πολλοί άνθρωποι σήμερα έχουν ανάγκη να ακούσουν μουσική που «μιλάει» στην ψυχή τους είναι αυτό που έχει δημιουργήσει πια μια διαχρονική σχέση μου με το κοινό. 

- Στα χέρια ενός χαρισματικού μουσικού όπως εσείς, ένα ξύλινο ηχείο κι έξι χορδές μοιάζουν με ολόκληρη ορχήστρα γεμάτη ηχοχρώματα. Αισθάνεστε πως έχετε να ανακαλύψετε κι άλλη ακόμα από αυτή τη μαγεία;

Ευχαριστώ ξανά για τα όμορφα λόγια σας. Ο δρόμος της μουσικής και της κιθάρας δεν σταματά ποτέ, και αυτό είναι υπέροχο. Πάντα ανακαλύπτεις νέα πράγματα, πειραματίζεσαι, ονειρεύεσαι, δημιουργείς. Αν δεν υπήρχε διαρκώς κάτι νέο ν’ ανακαλύψω, δεν ξέρω καν αν θα συνέχιζα να παίζω κιθάρα…

- Ειλικρινά, ποτέ νομίζετε πως είναι πιο έντονη η ψυχοθεραπευτική δύναμη της μουσικής: όταν την ακούει κανείς ή όταν παίζει;

Το να ακούς μουσική και το να παίζεις μουσική είναι δύο εντελώς διαφορετικές, θα έλεγα, «αισθήσεις». Το να ακούς μουσική και να την εντάξεις στην καθημερινότητά σου, μ’ αυτό τον τρόπο, είναι κάτι βαθιά ψυχοθεραπευτικό και αντικαταθλιπτικό τις δύσκολες εποχές που ζούμε. Οταν παίζεις μουσική όμως, είναι μια στιγμή που πια εκφράζεις τα συναισθήματά σου, επικοινωνείς με άλλους ανθρώπους, και κατά τη διάρκεια κάθε συναυλίας η πόρτα της πραγματικότητας κλείνει πίσω σου και μένεις μόνος με την κιθάρα και τους ήχους της.

Σίγουρα η έκθεση στον κόσμο μερικές φορές προκαλεί άγχος, αλλά όταν τελειώνει μια συναυλία εγώ προσωπικά έχω μια αίσθηση κάθαρσης και λύτρωσης, νιώθω λίγο πιο «ελαφρύς». Επομένως, νομίζω ότι, τουλάχιστον για μένα, το να παίζω μουσική είναι περισσότερο «ψυχοθεραπευτικό» από το να την ακούω.

- Τα άλμπουμ σας έχουν γνωρίσει γενικά μεγάλη επιτυχία. Εκρυβε εκπλήξεις η πορεία τους για εσάς;

Η αλήθεια είναι ότι είχα την ευλογία να γνωρίσουν αρκετοί δίσκοι μου επιτυχία. Οταν δημιουργείς ένα cd, δεν μπορείς να γνωρίζεις την απήχηση που θα έχει στον κόσμο. Υπάρχουν άλμπουμ όπως το «Rock of my soul» και η «Μαγεία της κιθάρας» που η πορεία τους ξεπέρασε τις προσδοκίες μου. Βέβαια, νομίζω ότι αυτό έχει να κάνει με το ότι, όταν δημιουργώ ένα δίσκο, δεν με ενδιαφέρει πρωτίστως το περιεχόμενό του να είναι «εμπορικό», αλλά να καλύπτει τις δικές μου, εκάστοτε, εσωτερικές ανάγκες - και ίσως αυτός να είναι ένας βασικός παράγοντας που οι δίσκοι μου γνωρίζουν επιτυχία και βρίσκεται η δίοδος επικοινωνίας με τον κόσμο.

- Η αγορά της Ελλάδας είναι μικρή. Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι όμως να βγει ένας καλλιτέχνης και να σταθεί στη διεθνή σκηνή;

Οταν ένας καλλιτέχνης σέβεται τον εαυτό του και το κοινό που τον παρακολουθεί, δεν κάνει καμία έκπτωση στον τρόπο που αντιμετωπίζει την τέχνη του - και η «ποιότητα» της ερμηνείας του δεν μεταβάλλεται, είτε εμφανίζεται σε ένα ορεινό χωριό της Ελλάδας, είτε στο Carnegie Hall. Από εκεί και πέρα, το να καθιερωθείς σε μια αγορά όπως αυτή της Ελλάδας, παίζοντας μόνο κιθάρα, θα μου επιτρέψετε να πω ότι είναι αρκετά δύσκολο, ακριβώς γιατί η αγορά είναι μικρή. Στη διεθνή σκηνή, πιστεύω, μπορείς να καθιερωθείς αν δουλέψεις γι’ αυτό σκληρά και το θέσεις ως στόχο, καθώς το κοινό είναι πιο δεκτικό στο να ακούσει έναν καλλιτέχνη που είναι σολίστας ενός οργάνου και, φυσικά, να τον κρίνει ανάλογα.

- Πώς επέδρασαν οι συνεργασίες σας στη μουσική σας, αλλά και στον τρόπο που βλέπετε τη ζωή και την καριέρα σας;

Εχουν περάσει πάνω από 25 χρόνια που δραστηριοποιούμαι στο χώρο της μουσικής και της κιθάρας. Οι συνεργασίες μου είναι πια αναρίθμητες και καθεμία μου έχει δώσει πολλά μαθήματα (άλλοτε καλά κι άλλοτε κακά). Σίγουρα πάντως, όλες μ’ έχουν εξελίξει ως άνθρωπο και ως καλλιτέχνη με διαφορετικό τρόπο.

- Πώς θα περιγράφατε τη βραδιά που θα μοιραστείτε μαζί μας σε λίγες μέρες στην Καλαμάτα - και τι περιλαμβάνει το πρόγραμμά σας για τον φετινό χειμώνα;

Η βραδιά που θα μοιραστώ μαζί σας είναι ένα ρεσιτάλ κιθάρας που ήθελα να κάνω χρόνια. Εχει τίτλο «Από τους Queen στον Μάνο Χατζιδάκι» και περιλαμβάνει αγαπημένα κομμάτια από την προσωπική μου δισκογραφία. Είναι μια μουσική παράσταση που το κοινό συμμετέχει ενεργά, καθώς καλείται να αναλάβει το ρόλο μιας μεγάλης χορωδίας σε 4 κομμάτια, με τη δική μου συνοδεία στην κιθάρα. Αυτή η στιγμή της συναυλίας είναι μια «ένωση» με τον κόσμο πολύ ουσιαστική και σημαντική για μένα.

Φέτος το χειμώνα θα πραγματοποιήσω περιοδεία σε όλη την Ελλάδα μέχρι το Σάββατο του Λαζάρου, είτε με το προσωπικό μου ρεσιτάλ είτε ως ντουέτο με την Ελένη Βιτάλη.

Από εκεί και πέρα προγραμματίζω την κυκλοφορία του νέου μου δίσκου, καθώς και κάποιες εμφανίσεις στην Αθήνα που όμως δεν είναι ακόμα ανακοινώσιμες.

 

Η συναυλία θα δοθεί στις 23 Νοεμβρίου στο αμφιθέατρο «Θόδωρος Αγγελόπουλος» του Εργατικού Κέντρου. Ο Παναγιώτης Μάργαρης θα ερμηνεύσει συνθέσεις των Queen, Doors, Eagles, Ennio Morricone, Carlos Gardel, Erik Satie, Μ. Χατζιδάκι κ.ά., καθώς και τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη. Τα εισιτήρια κοστίζουν 12 ευρώ στην προπώληση και 15 στο ταμείο την ημέρα της συναυλίας.


NEWSLETTER