Κυριακή, 30 Αυγούστου 2015 09:29

H Μόνικα στην "Ε": «Αν είμαι καθαρή μέσα μου... καθαρή θα είναι κι η φωνή μου»

Γράφτηκε από την

Αν παρομοιάζαμε τη Μόνικα μ' ένα δέντρο, θα ήταν ένα δέντρο ευαίσθητο αλλά και δυνατό. Οι ρίζες του θα έσκαβαν την πέτρα των βουνών και των νησιών. Θα ποτιζόταν με μελωδίες παλιές και νάματα. Στα φύλλα του θα θρόιζε πνεύμα οικείο, αθάνατο. Και τα κλαδιά του θα απλώνονταν μακριά, πολύ μακριά από αυτή τη χώρα. Για να γονιμοποιηθούν μ' όλα τα χρώματα του σήμερα· για να τραφούν με κάθε ήλιο σε κάθε γη. Μα και για να χαρίσουν με τη σειρά τους στον κόσμο, σαν ταπεινή όσο και περήφανη ανταπόδοση, τους μουσικούς καρπούς αυτής εδώ της μικροσκοπικής πατρίδας: της μητέρας τόσων εκρηκτικών αντιθέσεων... αλλά και -ευτυχώς- τόσο εξαιρετικών ταλέντων.

Μιλώντας με τη Μόνικα λίγα 24ωρα πριν τη μεγάλη συναυλία της στο Κάστρο Καλαμάτας (Δευτέρα 31/8 στις 9.30 το βράδυ), οι λέξεις της σαν να κοκκίνιζαν με συστολή, απέναντι σε κάθε έπαινο που έχει ακουστεί ποτέ γι' αυτήν. Βέβαια, η κοπελίτσα που μας πρωτοεντυπωσίασε πριν χρόνια είναι πλέον μια νέα ενδιαφέρουσα γυναίκα, μια ολοκληρωμένη τραγουδοποιός. Ομως στο βάθος, αυτό που θέλει πάντα η ίδια είναι... απλώς να παίζει μουσική: Ν' ακούει τραγούδια, να ονειρεύεται και να συνθέτει. Και να χαρίζει στους ανθρώπους «μία ξεχωριστή ανάμνηση ή έστω ένα μεγάλο χαμόγελο», στη διάρκεια κάθε συναυλίας. 

«Αν είμαι καθαρή μέσα μου, καθαρή θα είναι κι η φωνή μου», λέει. Και εκμυστηρεύεται στην "Ε" πώς διαχειρίστηκε από μικρή τόση δημοσιότητα, ποιες είναι οι πηγές της έμπνευσής της, πώς βλέπει τον εαυτό της μες στον κόσμο, αλλά και ποια ακατάλυτη αγάπη τη δένει με τη χώρα της: «Οσο κι αν τραγουδούμε στα Αγγλικά ή σε άλλες γλώσσες, το ελληνικό πνεύμα μέσα από τις συγχορδίες μιας κρυμμένης ρεμπέτικης μελωδίας θα γαληνεύει πάντα τις ψυχές μας»... 

 

- Το να είσαι παιδί-θαύμα ή νέος-φαινόμενο... είναι συνήθως πολύ βαρύ φορτίο. Το δικό σας τι περιείχε, και με ποιον τρόπο το σηκώσατε;

«Δεν νομίζω πως είχα ποτέ αντίληψη μιας τέτοιας ιδιότητας και σίγουρα τη θεωρώ υπερβολή. Εγώ το μόνο που ήξερα να κάνω απ’ την αρχή ήταν να γράφω τραγούδια και να απολαμβάνω τις συναυλίες με την παρέα μου. Φυσικά, όσο επιπόλαια κι αν ξεκίνησα, αργότερα αναγκάστηκα να κάνω θυσίες - που όμως δεν θα τις μετανιώσω ποτέ. Μετά από χρόνια εσωτερικής πάλης, εγκατέλειψα τη σχολή μου λίγο πριν το πτυχίο κι έζησα δύσκολες εποχές, ώσπου να αποκτήσω την αυτοπεποίθηση που θα μου εξασφάλιζε τη χαρά της δημιουργικότητας σε επαγγελματικό επίπεδο. 

Η μουσική, όσο "ρομαντική" κι αν φαίνεται, απαιτεί αυστηρή αυτοπειθαρχία και αντίληψη, για να διατηρήσει τη γοητεία της ως δουλειά. 

Από μικρή, υπέβαλλα τον εαυτό μου σε μια διαδικασία συνεχούς αναζήτησης - την οποία, ναι μεν υπάρχουν στιγμές που τη νιώθω ως βάρος, αλλά ταυτόχρονα είναι κι αυτό που μου χαρίζει τη δύναμη της έμπνευσης!».  

- Πώς διαχειριστήκατε στην αρχή τα φώτα της δημοσιότητας­ και τι έχει αλλάξει σήμερα, που κύλησε πια πολύ νερό στο αυλάκι της επιτυχίας σας;

«Με τον ίδιο τρόπο που οι καρποί μιας επιτυχίας μπορούν να φέρουν την ευτυχία, έτσι, ίσως και χειρότερα, μπορούν να προκαλέσουν το αντίθετο. Ευτυχώς, εγώ έτυχε να έχω γύρω μου ανθρώπους που με κράτησαν προσγειωμένη απέναντι στα κύματα ενθουσιασμού - και με όπλο την αυτογνωσία επιχείρησα να διαχειριστώ την όποια δημοσιότητα, σε επίπεδο που εγώ ως άτομο θα μπορούσα να την αντέξω. Δηλαδή, με τρόπο που να με ενθαρρύνει, χωρίς να με φυλακίζει. 

Ωστόσο, όταν άρχισα να συναντώ κόσμο που ήξερε τα τραγούδια μου ή όταν αντίκρισα εικόνες με γεμάτα θέατρα, συνειδητοποίησα πως η κατάσταση είναι λίγο πιο... σοβαρή απ’ ό,τι νόμιζα. Εκεί, τότε, απλώς συνέχισα να γράφω μουσική μέσα απ’ την καρδιά μου και να κάνω ό,τι μπορώ ώστε να ευχαριστώ το κοινό μου: Να τους χαρίζω πάντα μια ξεχωριστή ανάμνηση ή έστω ένα μεγάλο χαμόγελο κατά τη διάρκεια μιας συναυλίας. Αυτό δηλαδή που θα ήθελα κι εγώ να κάνει ένας αγαπημένος μου καλλιτέχνης - ανεξάρτητα από το αν τον ξέρω μόνο εγώ ή όλος ο κόσμος. 

Με άλλα λόγια, καμιά δημοσιότητα, καμιά τηλεόραση ή φωτογράφιση δεν χαρίζει τόσα συναισθήματα... όσα η φωνή μιας αληθινά όμορφης μελωδίας». 

- Ακούγοντας κάποια φωνητικά σας στο “Make me fly” μου θυμίσατε αμυδρά τον Dio. Διατηρείτε οποιαδήποτε σχέση με αυτό το παλιό ροκ-μέταλ; Σας επηρεάζουν γενικότερα και μουσικές “ξένες” προς τη δική σας;

«Χμ, ενδιαφέρον! Για να είμαι ειλικρινής, όμως, δεν ακούω παλιό ροκ-μέταλ. Εχω περάσει από διάφορες “μουσικές” εποχές, αλλά σίγουρα μου διαφεύγουν πολλά είδη μουσικής. 

Πάντως, βασική πηγή έμπνευσης είναι οι ξένες επιρροές. Παρακολουθώ έντονα την παγκόσμια μουσική σκηνή - και παράλληλα με τα σύγχρονα ακούσματα, κάθε λίγο και λιγάκι ανακαλύπτω διαμαντάκια παλιάς σχολής, που με συναρπάζουν ακόμη περισσότερο. Είναι αξιοσημείωτο το πόσο διαχρονική αξία έχουν ορισμένα συγκροτήματα που ίσως στην εποχή τους να μην έτυχαν της αντίστοιχης αναγνώρισης...» 

- Αφού το έφερε η κουβέντα: Πώς περιγράφεται ­-χωρίς να χρησιμοποιήσουμε ταμπέλες και άλλα... περιοριστικά μέτρα- ο μουσικός χώρος στον οποίο κινείστε; Και πόσο ελεύθερη νιώθετε μέσα του;

«Εχω γράψει τρεις δίσκους, ένα EP και τρία θεατρικά έργα. Νομίζω πως κανένα από αυτά δεν ταιριάζει με το άλλο, ίσως ούτε καν τα τραγούδια που περιέχονται σε καθένα από τα έργα αυτά· επομένως πώς να χαρακτηρίσω τη μουσική μου; Αφού κάθε μέρα είναι ξεχωριστή, κάθε τραγούδι και μια ιστορία. 

Ισως εάν λέγαμε πως γράφω κιθαριστική-πιανιστική ποπ με έγχορδα και πολλά φωνητικά; Δεν ξέρω... 

Οσο η ελευθερία της δημιουργίας που νιώθω είναι ακμαία, άλλο τόσο ελεύθεροι θα είναι και οι τίτλοι που μπορεί κανείς να δώσει στα έργα αυτής της δημιουργίας». 

- Εχετε μία από κείνες τις φωνές που δε διαθέτουν φύλο ή ηλικία· που θες απλώς να τις ακούς να σου λεν τις ιστορίες τους. Εσείς ως δημιουργός αισθάνεστε πως είστε αναπόσπαστο μέλος και μέρος του κόσμου, με ταυτότητα και ρόλο διακριτό; Ή μάλλον ένα πνεύμα, μια ματιά που διαπερνά τα πράγματα και τα παρατηρεί;

«Με κολακεύει και πάλι η ερώτησή σας. Αλλά είναι απλώς η φωνή μου. Δεν μπορώ να τη χαρακτηρίσω. Η φωνή μου είναι ο τρόπος με τον οποίο μπορώ να επικοινωνώ με τον κόσμο, είναι το μέσον που μετατρέπει σε λέξεις και μελωδίες ό,τι σκέφτομαι, ό,τι νιώθω. 

Αν είμαι καθαρή μέσα μου, καθαρή θα είναι κι η φωνή μου. Σε κάποιους θα αρέσει, σε άλλους όχι. Αλλά εγώ δεν μπορώ να το αλλάξω αυτό... Απλώς θα τραγουδώ όσο μπορώ». 

- Πολλά τραγούδια σας, από το πρώτο άκουσμα, μου φαίνονταν σαν να τα τραγουδούσα από παλιά. Εχετε ανακαλύψει τις πηγές αυτής της παράξενης οικειότητας και νοσταλγίας, ή τη μούσα που σας τις φέρνει;

«Η αλήθεια είναι πως έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον όταν συνειδητοποιώ την ομοιότητα που έχουν κάποια τραγούδια μου με άλλα τραγούδια. Ουσιαστικά διακρίνω πως υποσυνείδητα μπορεί να κουβαλώ στο μυαλό μου ένα άκουσμα για χρόνια ολόκληρα, μέχρι να βρεθεί η κατάλληλη στιγμή να το μετατρέψω σε δικό μου τραγούδι. 

Για παράδειγμα, πριν λίγο καιρό συνειδητοποίησα πως το "Bloody sth" θα μπορούσε κάλλιστα να είναι επηρεασμένο από το "You are my destiny" σε διπλό χρόνο. Είναι ένα τραγούδι που λάτρευα όταν ήμουν παιδί, αλλά σίγουρα είχα πολλά χρόνια να το ακούσω, ιδιαίτερα την εποχή που έγραφα το "Avatar" όπου άκουγα πιο σύγχρονα πράγματα. 

Ο Χατζιδάκις και ο Θεοδωράκης είναι επίσης έντονες επιρροές που κουβαλώ από την παιδική μου ηλικία και τις γιορτές που έκαναν οι γονείς μου. Η ντίσκο που γράφω τώρα, αντίστοιχα. 

Είναι ανεξήγητο το πώς πλάθεται αυτό το μείγμα έμπνευσης που αποτελείται από αναμνήσεις, όνειρα ή τραγούδια που τα έχουμε ακούσει ίσως και μόνο μια φορά στη ζωή μας». 

- Εχετε συνθέσει επίσης μουσική για θεατρικά έργα. Τι σας δένει με το θέατρο, τι αγαπάτε στην επαφή μαζί του;

«Παρόλο που ποτέ δεν ήμουν άνθρωπος του θεάτρου, από τη στιγμή που μου ζητήθηκε να γράψω μουσική για ένα θεατρικό έργο, απλώς το ερωτεύτηκα. Η πρόκληση της αφηγηματικής μουσικής κάτω από συγκεκριμένες σκηνοθετικές απαιτήσεις ή χρονικά περιθώρια, είναι κάτι που με εξιτάρει και παράλληλα μου μαθαίνει πολλά. 

Η μουσική στο θέατρο εξυπηρετεί κάτι τελείως διαφορετικό από τη δισκογραφία ή τις συναυλίες - κι έτσι μπορώ να πειραματίζομαι βασισμένη στην ελευθερία της μοναδικότητας μιας θεατρικής παράστασης, δοκιμάζοντας ιδέες που ούτε καν θα φανταζόμουν σε άλλη περίπτωση. Οταν, για παράδειγμα, σου ζητάει ο σκηνοθέτης να γράψεις κάτι για το Χορικό του Ερωτα, στην "Αντιγόνη" του Σοφοκλή, ε, είναι λίγο ωραία προκλητικό, σωστά;».

- Στην ενορχήστρωση ορισμένων τραγουδιών σας υπάρχουν και όργανα που λειτουργούν σαν απρόσμενοι αλλά καλοδεχούμενοι επισκέπτες. Σας ενδιαφέρουν γενικότερα αυτοί οι πειραματισμοί - ή και άλλοι, ενδεχομένως;

«Ναι, μου αρέσει πολύ να δοκιμάζω ήχους, και πάντα μια ιδιαίτερη ιδέα είναι καλή ευκαιρία να γνωρίσω ανθρώπους από διαφορετικούς χώρους της μουσικής. Για παράδειγμα, στο "Yes I do", όταν σκέφτηκα να βάλω μπουζούκι, νομίζω ότι πέρασα πολύ πιο ωραία κι από την ηχογράφηση όταν μπήκα στη διαδικασία να ψάξω τα μαγαζιά της Αθήνας με παραδοσιακά όργανα: Πήγα σε ένα από αυτά κι έτυχε να γνωρίσω φανατικούς οργανοπαίχτες, που μου είπαν χίλιες δύο ωραίες ρεμπέτικες ιστορίες...».

- Ακουσα κάποτε να σας αποκαλούν “θηλυκό Χατζιδάκι”. Υπέθεσα ότι αναφέρονται κυρίως σε μια μουσική ευφυΐα, η οποία δημιουργεί ονειρικές ατμόσφαιρες ακόμα κι από σκληρά υλικά. Εσείς πώς θα τα σχολιάζατε όλα αυτά;

«Καλοδεχούμενα, αν και λίγο υπερβολικά και πάλι. Ο Χατζιδάκις υπήρξε μια μεγαλοφυΐα της μουσικής. Δεν αξίζει κανείς να συγκριθεί μαζί του, παρά μόνο να εμπνευστεί από τα δώρα που μας χάρισε. Αυτό που με κυριεύει στη μουσική του Χατζιδάκι είναι η γλυκύτητα ενός τραγουδιού, η ταπεινότητα, η μαγεία μιας απλής αλλά ονειρικής μελωδίας. 

Ο Θεοδωράκης, ως πιο επαναστατικός, με μύησε σε πιο επικές, δυναμικές εκφάνσεις μιας ωραίας μελωδίας. 

Ολοι οι μεγάλοι συνθέτες αποτελούν κομμάτι μιας μουσικής ιστορίας, που την ακούμε, τη διαβάζουμε... κι εμείς ως νεότεροι την αναπλάθουμε με τον δικό μας τρόπο, ως ηχόχρωμα της δικής μας εποχής». 

- Κατάγεστε από την Αρκαδία, γεννηθήκατε στην Αθήνα κι έχετε ζήσει αρκετά χρόνια στην ελληνική επαρχία. Κυρίως όμως, είστε ένα παιδί του κόσμου. Πέρα λοιπόν από οικογένεια, φίλους, δουλειά... τι σας δένει με την Ελλάδα; Και τι σας απωθεί;

«Η Ελλάδα είναι ο τόπος μου, το αίμα μου. Οπου κι αν πάω, πάντα εδώ θα είναι το σπίτι μου. Και όσο κι αν λατρεύω τα ταξίδια, θέλω να γυρνάω στο σπίτι μου να ξεκουράζομαι. Αγαπώ την Αθήνα όσο και την επαρχία, αγαπώ τα βουνά της Ευρυτανίας και της Αρκαδίας, όσο και τα νησιά μας. Δεν μπορώ να το εξηγήσω. 

Ναι, η χώρα μας περνάει δύσκολα και υποφέρει, ξανά και ξανά. Αλλά εγώ κρατώ το ελληνικό πνεύμα. Λατρεύω τους ανθρώπους της Ελλάδας. Το πόσο δυνατοί γινόμαστε όταν είμαστε ενωμένοι, το πόσο έξυπνοι είναι οι Ελληνες αν και δεν το αντιλαμβάνονται πολλές φορές - γιατί είμαστε αφελείς... 

Δεν με απωθεί τίποτα στη χώρα μου. Ο λόγος για τον οποίο δοκιμάζω τα φτερά μου στο εξωτερικό είναι απλώς γιατί εκεί με πηγαίνει ο δρόμος που ξεκίνησα από εδώ. Η Ελλάδα είναι κομμάτι μιας παγκόσμιας μουσικής σφαίρας - κι εγώ το μόνο που θέλω είναι να γίνω μια ακόμη αφορμή για να γνωρίσει ο κόσμος όλος τη δύναμη αυτής της χώρας. Για να αντιληφθούν κάποιοι εκεί μακριά πως, όσο κι αν τραγουδούμε στα Αγγλικά ή σε άλλες γλώσσες, το ελληνικό πνεύμα μέσα από τις συγχορδίες μιας κρυμμένης ρεμπέτικης μελωδίας θα γαληνεύει πάντα τις ψυχές μας». 

- Ποια είναι τα επόμενα βήματά σας - και κατά πόσο η περιρρέουσα ατμόσφαιρα τα εμποδίζει;

«Τα επόμενα βήματα είναι τα ίδια βήματα μιας διαδρομής που συνεχίζει... Ταπεινά και με πίστη για υγεία και δύναμη, γράφω μουσική που να με κάνει ευτυχισμένη και βρίσκω τρόπους να τη μοιράζομαι με τον κόσμο. Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα είναι αυτή που είναι, και το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να την αντιμετωπίσω σαν μια ακόμη αφορμή για καινούργιες εμπειρίες. Οποια δυσκολία κι αν προκύπτει, προσπαθώ όσο μπορώ να τη βλέπω αισιόδοξα και να την αξιοποιώ, με σεβασμό απέναντι στους συνανθρώπους μου και τη χώρα μου». 

- Τι νιώθετε ότι πρέπει να θυμίζετε στη Μόνικα, τα βράδια πριν κοιμηθεί ή κάθε πρωί που ξυπνάει; 

 «Να ευγνωμονώ τη ζωή. Μου έχει δώσει τόσες χαρές... κι εγώ θέλω να είμαι καλό παιδί ώστε να τις ανταποδίδω με όλη μου την καρδιά».