Κυριακή, 01 Νοεμβρίου 2015 09:28

Στέλιος Μάινας: «Ο κόσμος διψάει να επικοινωνήσει και να παρηγορηθεί»

Γράφτηκε από την
Στέλιος Μάινας: «Ο κόσμος διψάει να επικοινωνήσει και να παρηγορηθεί»

Ο Στέλιος Μάινας μοιάζει να είναι πια ένας δικός μας άνθρωπος· τόσο γνωστός ηθοποιός, τόσο οικείος... Κι όμως, το βλέμμα του έχει πάντα κάτι εντελώς ανεξιχνίαστο, που την επόμενη στιγμή μπορεί να πάρει οποιαδήποτε τροπή. Ισως αυτό να του το χάρισε η τέχνη του - ίσως πάλι έτσι να την κατέκτησε την τέχνη.

Δεν θα μάθουμε, ίσως δεν ξέρει ούτε ο ίδιος· επίτηδες δεν τον ρωτήσαμε. Δεν είναι άλλωστε αυτό που έχει σημασία: Μετά από τόσα χρόνια που μπαινοβγαίνει στη ζωή μας τόσο τακτικά με τις δουλειές του, αρπάξαμε απλώς την ευκαιρία να ακούσουμε τι έχει να μας πει γι' αυτές... και για τις σκέψεις του.

Συνέντευξη στην Πέπη Αλευρά

Εδώ και 30 χρόνια ο Στέλιος Μάινας έχει πρωταγωνιστήσει σε πάμπολλες δημοφιλείς σειρές της τηλεόρασης, σε πετυχημένες ταινίες και σ' ένα πλήθος θεατρικά έργα: από αρχαία τραγωδία και Σαίξπηρ μέχρι σύγχρονη δραματουργία... με όλους τους γνωστούς ενδιάμεσους σταθμούς. 

Αρχικά πάντως είχε σπουδάσει Διοίκηση Επιχειρήσεων - έπειτα ήρθε η φοίτηση και το πτυχίο στη δραματική σχολή Βεάκη. Υστερα, γύρισε τα θέατρα της Αθήνας και της επαρχίας... κι ακολούθησαν η μικρή και η μεγάλη οθόνη, η αναγνώριση, η απογείωση. Λίγοι όμως γνωρίζουν, ίσως, ότι τα πρώτα του βήματα τα έκανε στην Καλαμάτα - για την οποία τρέφει ακόμα μια μεγάλη αγάπη, έτσι όπως τη συνέδεσε μια για πάντα με τη νεότητά του.

Και τώρα, επιστρέφει εδώ με μια παράσταση εξαιρετική, σύμφωνα με κοινό και κριτικούς: τον "Θείο Βάνια" του Τσέχωφ, που ζωντανεύει από ένα επιβλητικό καστ, με πρωταγωνιστές όπως ο Γιάννης Φέρτης, ο Γιάννης Βόγλης, η Ερση Μαλικένζου, η Μαρίνα Ψάλτη... αλλά και η Αλεξία Καλτσίκη, η Μελίνα Βαμβακά, ο Χάρης Χαραλάμπους. 

Με την αφορμή αυτή λοιπόν, κουβεντιάσαμε με το Στέλιο Μάινα για θέατρο, ρόλους, συγγραφή και ψυχανάλυση, για Ιστορία, Ελλάδα και ελληνισμό - και πάνω απ' όλα για την παραμυθία της τέχνης, την παρηγοριά της, το πάτημα του θανάτου.

- Είστε από τους πιο αγαπημένους ηθοποιούς της γενιάς σας κι έχετε υπηρετήσει το θέατρο τον κινηματογράφο αλλά και την τηλεόραση, σχεδόν με κάθε είδος κωμικού ή τραγικού ρόλου, σχεδόν σε κάθε είδους έργο... Ποιες δουλειές σάς εξιτάρουν περισσότερο, ποιοι χαρακτήρες;

«Κακά τα ψέματα -  όσο πιο κοντά είναι ένας ρόλος στον εαυτό σου, επειδή ψυχολογικά θες να δικαιολογήσεις τον εαυτό σου (το κομμάτι της αυταρέσκειάς σου, της προσωπικότητάς σου που χρειάζεται τροφοδότηση), αγαπημένο σου γίνεται ό,τι σε πλησιάζει. Ο,τι απομακρύνεται, είναι ο εχθρός σου. Αναλυτικά θα έλεγα ότι δικαιολογούμε πάντα τον εαυτό μας: Μας αρέσει λοιπόν ό,τι μας δικαιολογεί και μας πλησιάζει. Παρ’ όλα αυτά πρέπει να σας πω ότι οι ρόλοι που σε εξιτάρουν πάντα είναι οι ρόλοι που δεν μπορείς να πλησιάσεις σε μια πρώτη ανάγνωση. Αυτοί είναι ουσιαστικά οι ρόλοι που έχουν αντικείμενο, που απαιτούν προσέγγιση κι έχουν και το μεγαλύτερο ενδιαφέρον· γιατί νομίζεις ότι είναι μακριά από σένα, αλλά δεν είναι... Ολοι μας περιέχουμε όλα τα ανθρώπινα στοιχεία, σε μικρότερο ή σε μεγαλύτερο βαθμό. Μένει να τα ανακαλύψουμε και να τα ανασύρουμε στην επιφάνεια. 

Εμένα με εξιτάρουν τα πράγματα που είναι μακριά από μένα, που είναι δυσπρόσιτα. Από ανάγκη εξερεύνησης, αν θέλετε - γιατί υπάρχει σαφώς η ερευνητική ανάγκη σε ένα ηθοποιό: ανάγκη εσωτερικής επιβεβαίωσης της ύπαρξής του. Ο ρόλος και ο λόγος του ηθοποιού είναι καθαρά υπαρξιακός».

- Προηγουμένως όμως είπαμε "σχεδόν": Σας λείπει τίποτα; Υπάρχει δηλαδή ένα ολόκληρο είδος ρόλων -ή έργων- στο οποίο θα θέλατε αλλά δεν έχετε καταφέρει ακόμη να εισχωρήσετε; 

«Πρέπει να σας πω ότι δεν υπάρχουν ρόλοι... Κλείνεσαι στον εαυτό σου και δανείζεσαι τους ρόλους -ή δανείζεσαι κομμάτια από τους ήρωες τους οποίους υποδύεσαι- για να εκφράσεις τον εαυτό σου. Εξάλλου αυτό είναι που βλέπει και ο θεατής. Ο θεατής δεν έρχεται για να σε δει να "ερμηνεύεις" ένα ρόλο, έρχεται να δει τον εαυτό σου: πώς αντιλαμβάνεται εσύ μία τάξη πραγμάτων, πώς αντιλαμβάνεσαι έναν κόσμο. Τον κόσμο του Σαίξπηρ, για παράδειγμα, ιδωμένο μέσα από ένα πρίσμα. Από ένα πρίσμα που βλέπει ο Μάινας - όσο μπορεί να δει, αυτό που αντιλαμβάνεται. 

Βεβαίως αυτό γίνεται από συνήθεια, γιατί ο θεατής δεν μπαίνει σε τέτοιες λεπτομέρειες. Ο θεατής έρχεται να δει ένα ρόλο, ένα έργο - κι αν είναι ικανοποιημένος από αυτό που βλέπει, του είναι αρκετό· εάν δεν είναι ικανοποιημένος, επίσης αντιδράει. 

Αυτή είναι η δική μας δουλειά, να μπορούμε ουσιαστικά να μεταφέρουμε την παραμυθία στον κόσμο, για να του δώσουμε την  απόλαυση αλλά και -αν θέλετε- τη συγχώρεση, το ότι ο θάνατος δεν είναι το τέλος. Η δουλειά του ηθοποιού, και προς τον εαυτό του αλλά κυρίως προς το κοινό, είναι να διαβεβαιώσει ουσιαστικά πως ο θάνατος δεν είναι ένα τελειωτικό γεγονός. Η παρηγορητική εργασία της τέχνης είναι καθαρά αυτή».

- Εχω λοιπόν την εντύπωση ότι τα τελευταία χρόνια (κι όχι μόνο κατά τη διάρκεια της ύφεσης) η θεατρική παραγωγή ανθεί αναλογικά πολύ περισσότερο από την τηλεοπτική. Εσείς πώς βλέπετε την κατάσταση και πώς την εξηγείτε; 

«Τα 4 τελευταία χρόνια αυτής της κρίσης, ο κόσμος συγκεντρώνεται στα ζωντανά θεάματα, όπως είναι το θέατρο. Δηλαδή κλείνει την τηλεόραση που είναι ένα ξερό, ψυχρό μέσον, διώχνει τον επικοινωνιακό μεσολαβητή που είναι η τηλεόραση, κι έρχεται να συναγελαστεί με κάποιους άλλους. Να συμμετάσχει και να συμπάσχει μαζί με τους ζωντανούς ανθρώπους, που είναι οι ηθοποιοί. Αυτό έχει τετραπλασιάσει το κοινό στο θέατρο τα τελευταία 4 χρόνια! Πραγματικά το τετραπλασίασε. 

Βέβαια και οι τιμές των εισιτηρίων έχουν πέσει, έχουν γίνει πολύ προσιτά πλέον τα εισιτήρια - αλλά πέρα απ’ αυτό, ο κόσμος διψάει να επικοινωνήσει και να παρηγορηθεί».

- Στην εποχή μας ποια είναι, πιστεύετε, η μεγαλύτερη πρόκληση για έναν ηθοποιό - εκτός από το να βρει καταρχάς μια δουλειά; 

«Τις προκλήσεις τις δημιουργούμε μόνοι μας. Οι ηθοποιοί, όπως και όλοι μας, έχουμε υποχρέωση να αυτοδημιουργούμε τις προκλήσεις μας - γιατί η κοινωνία βρίσκεται σε μια κατάσταση αναταραχής. Χρειάζεται μια νηφαλιότητα για να μπορείς να δημιουργείς τους άξονές σου. Και στην τέχνη. Γιατί ξέρετε, σε καιρούς όπως είναι οι σημερινοί, αυτής της αναμόχλευσης, χρειάζεται μια διαύγεια για να μπορείς να δεις τι διαχωρίζει το πραγματικό από το μη πραγματικό...».

- Τι προκλήσεις κρύβει για τους συντελεστές του σήμερα ένα κλασικό θεατρικό έργο, όπως "Ο Θείος Βάνιας"; Πόσο μπορεί κανείς να ξύσει την επιφάνειά του, αναδεικνύοντάς το χωρίς να το φθείρει; 

«"Κλασικό έργο" σημαίνει ένα έργο το οποίο μπορεί να πει στη σημερινή εποχή κάτι που έλεγε και στην εποχή του. Είναι δηλαδή η μεταφορά εις το διηνεκές -ή αν θέλετε στο σήμερα, στο παρόν- των ίδιων ή παρόμοιων μηνυμάτων τα οποία εξέπεμπε και την εποχή που γράφτηκε. Αυτό διαχωρίζει τα κλασικά έργα από τα έργα της σειράς, τα οποία εξαφανίζονται μαζί με την εποχή τους. 

Ο Τσέχωφ είναι αποδεδειγμένα κλασικός συγγραφέας, διότι τα θέματά του είναι αιώνια. Ερωτας, θάνατος, υπαρξιακά θέματα. Οι δε ήρωές του είναι απολύτως αναγνωρίσιμοι, είναι σημερινοί. Στα θέματά του υπάρχει μάλιστα και η περιβαλλοντολογική αλλαγή, που την είχε αντιληφθεί από τότε ο Τσέχωφ! Αυτή είναι η βασική θεματολογία των έργων του - και πιο συγκεκριμένα του "Θείου Βάνια"».

- Ποιες πρακτικές συμβουλές θα δίνατε στους νέους που θέλουν ν' ακολουθήσουν τα βήματά σας; Εσείς ο ίδιος μετανιώσατε ποτέ που δεν ασχοληθήκατε με τις πρώτες σας σπουδές, στη Διοίκηση Επιχειρήσεων;

«Δεν δίνω πρώτα απ’ όλα καμία συμβουλή! Η δουλειά του ηθοποιού είναι εμπειρική... Εμείς είμαστε, όπως λέγανε οι παλιοί μας δάσκαλοι, τσαγκάρηδες. Μαθαίνουμε την τέχνη της τσαγκαρικής, δεν είμαστε  δηλαδή θεωρητικοί καλλιτέχνες. Αυτή είναι η ουσία του πράγματος. Ακόμα και η θεωρία, εάν δεν πραγματώσουμε το όραμά μας, δεν υπάρχει. Γι’ αυτό και οι συμβουλές προς τους ηθοποιούς είναι περιττές. Η μόνη συμβουλή που μπορεί να χρησιμεύσει στους νέους ηθοποιούς, είναι να ζήσουν το όνειρό τους, τίποτ’ άλλο. Να καταφέρουν να ζήσουν το όνειρό τους.

Γενικά, πρέπει να είσαι ευτυχισμένος με αυτό που κάνεις. Εάν ήσουν ευτυχισμένος με κάτι διαφορετικό, μακάρι να το ’κανες... Πετυχημένοι άνθρωποι είναι αυτοί που είναι ευτυχισμένοι μέσα στο περιβάλλον στο οποίο εργάζονται. Εγώ είμαι ευτυχής με αυτό που κάνω. Εχω όμως την πεποίθηση ότι, εάν έκανα κάτι άλλο που θα είχα επιλέξει -γιατί κάνω μόνο τα πράγματα που επιλέγω- θα ’μουν και πάλι ευτυχής. 

Οι άνθρωποι πρέπει να ’ναι ευτυχισμένοι μέσα στον εργασιακό τους βίο. Η δυστυχία στην εργασία είναι θάνατος».

- Εχετε γράψει και μια συλλογή διηγημάτων, "Τα φαινόμενα απατούν". Πώς ήταν αυτή σας η εμπειρία; Εχετε σκοπό να την επαναλάβετε;

«Ναι, συνεχίζω. Ετοιμάζω μια νέα φόρμα, το μυθιστόρημα. Ετοιμάζω ένα νέο μυθιστόρημα το οποίο κάποια στιγμή πρέπει να βγει, πρέπει να κυκλοφορήσει εννοώ. Η συγγραφική εμπειρία δεν έχει σταματήσει ποτέ. Συνεχίζω να γράφω, συνεχίζω να έχω παρόν, αν θέλετε - όχι συγγραφικό βεβαίως, αλλά σε διάφορες εκπομπές, σε περιοδικά... έχω μια διαρκή παρουσία. 

Η συγγραφή, ξέρετε, ψυχαναλυτικά για έναν ηθοποιό είναι η απόδειξη ότι δεν είναι... τούβλο. Αποδεικνύεις στο κοινό ότι δεν είσαι ένα τούβλο, δεν είσαι κανένας τυχαίος περαστικός, αλλά ότι έχεις δομημένη σκέψη - πράγμα το οποίο στερείται το γενικότερο πνευματικό επίπεδο της χώρας μας. 

Η δόμηση της σκέψης είναι μια αρχαιοελληνική έννοια: η δόμηση του "σκέπτομαι" και "εκφράζομαι" και "παράγω". Για έναν ηθοποιό πάντως, ψυχαναλυτικά η γραφή αποτελεί και την απόδειξη ότι δεν είναι απλώς ένας μεταπράτης του πνεύματος. Οτι είναι ένας πρωτογενής δημιουργός».

- Γεννηθήκατε στην Ερμούπολη Σύρου: έναν από τους σπάνιους τόπους της Ελλάδας όπου μες στο χρόνο συναντήθηκαν η κοσμοπολίτικη κουλτούρα, η αστική συνείδηση, η υψηλή αισθητική, η δυτικοευρωπαϊκή παιδεία και η ελληνική νησιωτική παράδοση. Υπό αυτό το πρίσμα, πώς βλέπετε την υπόλοιπη χώρα αλλά και τη σχέση της με τον κόσμο;

«Η Ελλάδα αποτελείτο στις αρχές της επανάστασης από πολλές μικρές "πρωτεύουσες". Μην ξεχνάτε ότι και η Καλαμάτα κατά κάποιον τρόπο μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους υπήρξε, ας πούμε, μία μικρή πρωτεύουσα· ή, αν θέλετε, η Καλαμάτα διεκδικούσε το ρόλο της στην Επανάσταση... και αυτό είναι γεγονός: Τους Αγίους Αποστόλους, για τους οποίους περηφανεύεται η Καλαμάτα κι έχει δίκιο, τους ξέρουμε όλοι πάρα πολύ καλά. Η Πελοπόννησος γενικά έχει βάλει πλάτη, να ξέρουμε τι λέμε - γιατί πρέπει να μαθαίνουμε Ιστορία, οι νεότεροι πρέπει να μαθαίνουν Ιστορία ώστε να ξέρουν τι γίνεται. 

Αυτή είναι η αλήθεια, ας μην παραβλέπουμε την Ιστορία. Η Ιστορία πρέπει να είναι ο "δειγματισμός" μας, για να γίνουμε καλύτεροι. Χωρίς εθνικισμούς και χωρίς κορώνες εθνικοπατριωτικές. Πρέπει να ξέρουμε την απαρχή της Ιστορίας για να μπορούμε να κρατάμε ένα ζύγι στα πράγματα. 

Η Καλαμάτα λοιπόν, τα νησιά, η Κεντρική Ελλάδα, αυτοί ήταν οι πρωτοστάτες στην απελευθέρωση από τους Τούρκους. Κι όποτε βρίσκομαι στις πόλεις της Πελοποννήσου, εντυπωσιάζομαι από τη γνώση των νεότερων για την ιστορία του τόπου τους - και με χαρά ανακαλύπτω την περηφάνια τους για το ότι οι πρόγονοί τους συμμετείχαν στην απελευθέρωση του έθνους. Αυτό μεταφέρεται στις επόμενες γενεές, όχι ως εθνικιστικό παραλήρημα, αλλά ως εσωτερική εθνική υπερηφάνεια ενός λαού που αυτοδημιουργείται. Είναι πάρα πολύ σημαντικό να γνωρίζεις τις πτυχές του έθνους σου, χωρίς να περνάς στον αντίποδα του εθνικισμού.

Φανταστείτε λοιπόν ότι την εποχή που η Ερμούπολη ήταν πρωτεύουσα, ευδοκιμούσαν πολλές πόλεις, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στη Μικρά Ασία, στα Βαλκάνια... άλλωστε στην εποχή αυτή για την οποία μιλάμε, ο ελληνισμός στα Βαλκάνια ήταν όχι απλώς "παρών", ήταν ακμαιότατος! Ο ελληνισμός δεν ήταν μόνο η Ελλάδα. Η ελληνική ταυτότητα, με τα γράμματα, το εμπόριο, ήταν πανταχού παρούσα. Αυτό που η Ιστορία μας επιδεικνύει ουσιαστικά είναι όχι να μιμηθούμε, αλλά να πάρουμε τα καλά στοιχεία αυτού του ελληνικού πνεύματος και του ελληνισμού, προς τα έξω. Τώρα πια, και εδώ στην πατρίδα... 

Για να μην παρεξηγηθώ, μιλώ για έναν "διεθνιστικό πατριωτισμό", όσο κι αν είναι δύο έννοιες που φαινομενικά αντικρούονται».

- Πριν κλείσουμε, πείτε μας σας παρακαλώ λίγα λόγια για την παράσταση που μας φέρνετε και στην Καλαμάτα.

«Εχουμε κάνει μια παράσταση στην οποία συμμετέχουν εξαιρετικοί ηθοποιοί. Και είναι ιδιαίτερη τιμή που αυτή τη στιγμή βρίσκονται στο δρόμο -δηλαδή στην επαρχία- δύο εξαιρετικοί ηθοποιοί της παλαιότερης γενιάς που εμάς μας δίδαξε θέατρο και ήθος: ο Γιάννης Φέρτης και ο Γιάννης Βόγλης.

Οσο για την πόλη σας... πρέπει να σας πω ότι είμαι από τους ανθρώπους που "έχτισαν", μέσα σε εισαγωγικά, το θέατρο στην Καλαμάτα. Από την πρώτη άνοιξη του Δημοτικού Περιφερειακού Θεάτρου, υπό τη διεύθυνση του Νίκου Χαραλάμπους και επί δημαρχίας Σταύρου Μπένου. Από το 1983 μέχρι το 1986, εγώ ήμουν στέλεχος στο δυναμικό του Δημοτικού Περιφερειακού Θεάτρου Καλαμάτας... Ημουν ευτυχής που βρισκόμουν στην Καλαμάτα αυτά τα 3 πρώτα χρόνια της δημιουργίας του θεάτρου - και πρέπει να πω ότι ήμουν πολύ ικανοποιημένος από τη δραστηριότητα του θεάτρου σ’ αυτή την ωραία πόλη. Και τα τελευταία χρόνια που έχω δει την Καλαμάτα, με έκπληξή μου είδα ότι η πόλη έχει γίνει ακόμα ωραιότερη! 

Θα είμαστε αρωγοί της Καλαμάτας, την αγαπάω την Καλαμάτα, γιατί έχει συνδεθεί με τη νεότητά μου - ακριβώς μετά τις σπουδές μου. Επίσης πρέπει να πω ότι οι άνθρωποι της Καλαμάτας και οι άνθρωποι της τέχνης στην πόλη είχαν σταθεί πάντα δίπλα μας, πάντα αρωγοί σ’ αυτό που κάναμε - με τη δέουσα αθωότητα και με τη δέουσα ευαισθησία και τον ενθουσιασμό που αρμόζει στην τέχνη».


Ο «Θείος Βάνιας», σε μετάφραση Χρύσας Προκοπάκη και σκηνοθεσία Λίλλυς Μελεμέ, θα επισκεφτεί το Πνευματικό Κέντρο της Καλαμάτας για 2 παραστάσεις την ερχόμενη εβδομάδα - και συγκεκριμένα την Τρίτη 3 και την Τετάρτη 4 Νοεμβρίου. 

Στο eleftheriaonine.gr τρέχει διαδικτυακός διαγωνισμός για 4 δωρεάν προσκλήσεις (2 για κάθε παράσταση).


NEWSLETTER