Δευτέρα, 30 Οκτωβρίου 2017 20:08

Good taste (καλό γούστο) wanted...

Γράφτηκε από την

«Το έργο τέχνης και συνεπώς το αρχιτεκτόνημα δεν είναι η υλοποίηση ενός καπρίτσιου μιας επαγγελματικής ελίτ αλλά το πόνημα επαγγελματιών που δίνει μορφή σε κοινωνικές ανάγκες και το οποίο όταν δημιουργείται με buon senso τότε μονάχα οδηγείται στο buon gusto».

Το γούστο και η αισθητική κρίση στην αρχιτεκτονική

Ν.Β. Μιτζάλης (για το greekarchitects.gr) 9.5.2007

Αναζητώντας τα αίτια που ένα οικιστικό σύνολο, ένα επαρχιακό αστικό συγκρότημα όπως η Καλαμάτα, δεν οδηγείται στην οραματική μελλοντική πόλη του 2030 που κάποιοι από εμάς ονειρευόμαστε, αντίθετα βυθίζεται σε μια αισθητική που παραπέμπει σε πόλη της προηγούμενης δεκαετίας, συνήθως επιρρίπτουμε ευθύνες στους αυτοδιοικητικούς μηχανισμούς. Τους κατηγορούμε ως πολίτες για ανυπαρξία ολιστικού σχεδίου ανάπτυξης που θα κινητοποιούσε χρηματοδοτικά εργαλεία, μελέτες και έργα ευρωπαϊκού επιπέδου μελετημένα και υλοποιημένα από επιστημονικές ομάδες εργασίας. 

Ελάχιστοι από εμάς ασχολούμαστε με την ιδιωτική ευθύνη που συν-διαμορφώνει την παραγόμενη μορφή πόλης στην οποία ζούμε όλοι μας. Η κάθετη προβολή-όψη του κτισμένου περιβάλλοντος ενός κοινόχρηστου χώρου, δεν είναι τίποτα άλλο από μια συρραφή μικρότερων όψεων ιδιωτικών κτηρίων. Επομένως, ο χειρισμός της όψης του κτηρίου που, ναι μεν αποτελεί ιδιοκτησία μας, συγχρόνως όμως αποτελεί και μέτωπο ενός σημαντικού δημόσιου ελεύθερου χώρου της πόλης, όπως η μοναδική κεντρική πλατεία, καταδεικνύει το βαθμό της ευαισθησίας και της ενσυναίσθησης από τον ιδιώτη της σπουδαιότητας του κτίσματος για το σύνολο.

Το ερώτημα που γεννάται είναι αν η σπουδαιότητα που αναντίρρητα έχουν ορισμένα κτίσματα, λόγω της χωροθέτησής τους σε σημαντικά σημεία για την πόλη, οδηγεί και στην ανάληψη της ανακατασκευής και επανάχρησής τους από επιστημονικές ομάδες μελέτης, κατάλληλες να αναδείξουν το χαρακτήρα τους με επιλογές που συνάδουν με την αρχιτεκτονική τους μορφολογία, ή αν, αντίθετα, οδηγούνται σε ερασιτέχνες με αποτέλεσμα να συγκαλύπτεται η γοητεία και η μοναδικότητά τους με κρακελέ τοίχους, φτερά και ξενόφερτα διακοσμητικά ήσσονος σημασίας. 

Ερώτημα ρητορικό, μια και στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας που ζω και εργάζομαι ως αρχιτέκτονας στην πόλη, η απάντηση έχει δοθεί μέσα από την παρατήρηση επαναλαμβανόμενων μη αναστρέψιμων βλαβών σε σημαντικά κτηριακά τοπόσημα - μόνο στην κεντρική πλατεία της πόλης, τέσσερα στο σύνολο των λιγότερο από δέκα εμπορικών καταστημάτων, από μια κατηγορία ανθρώπων αυτοαποκαλούμενων ως designers. Σε αυτό το σημείο θέλω να είμαι απόλυτα σαφής και να διακρίνω την παραπάνω κατηγορία διακοσμητών-hobistas, από τα νέα χαρισματικά παιδιά που έχουν αναγνωρισμένες σπουδές στο χώρο του interni design σε αξιόλογες σχολές και επί του αντικειμένου τους διεκδικούν τη μερίδα της αγοράς που προορίζεται για το αντικείμενο και την ευρύτητα των γνώσεών τους, όντας φορολογικά υπαρκτοί και απολύτως νόμιμοι. 

Η βαθύτατη κοινωνική έλλειψη αισθητικής, και κατά την άποψη μου και παιδείας συνολικά, αποδεικνύεται περίτρανα όταν η διαμόρφωση των ζωτικών χώρων διημέρευσης -επαγγελματικά ή οικιστικά- αφήνεται εν έτει 2017 στα χέρια μη κατάλληλα εκπαιδευμένων επί του αντικειμένου ανθρώπων. Η έλλειψη παιδείας έχει να κάνει με το ότι επιτρέπεις και επιπρόσθετα αμείβεις αναλφάβητο να σε διαβάσει, μαμή να σε χειρουργήσει, συνομολογώντας και επικυρώνοντας μια ανύπαρκτη γνώση.

Η κρίση είναι βαθύτατη, μια και οι άνθρωποι που έχουν επιστημονικά μάθει να χειρίζονται και να παράγουν χώρους, έχουν εκπαιδευτεί στις αρχές του πρωτότυπου, του καθαρού δομικά έργου, του αμιγούς λειτουργικά χώρου, του εξονυχιστικά σχεδιασμένου αποτελέσματος - και αυτοί οι νέοι επιστήμονες, τα παιδιά όλων μας, αφήνονται στην άκρη της ανωνυμίας τους και στα άγχη των ασφαλιστικών εισφορών τους, εξαιτίας μιας ομάδας επώνυμων τίποτα.

Η παρακμή συνεχίζεται όταν αναφερόμαστε σε ανθρώπους που εξασκούν παρανόμως τη δραστηριότητα, αφού αφενός ασκούν και άλλο επάγγελμα, αφετέρου αναπτύσσουν μια δραστηριότητα εξ ολοκλήρου αθέμιτη, δεχόμενοι ευγενικά δωρήματα από εργολάβους και καταστήματα στους οποίους παρέχουν αποκλειστική συνεργασία.

Ακριτη μίμηση, επανάληψη μοτίβων και διακοσμητική εναπόθεση άχρηστων στοιχείων, παράγουν ένα συνονθύλευμα που κινείται επικίνδυνα στα όρια του κιτς. Δημοσιογραφικά άρθρα με το αζημίωτο εκθειάζουν το αποτέλεσμα, μαζικά κατευθύνουν την αποδοχή του χώρου ως υπέρλαμπρου παραδείγματος καλής αισθητικής, και η επόμενη ανάθεση δρομολογείται μεθοδικά από όλους εμάς, κάνοντάς μας κοινωνούς μιας απαράδεκτης αισθητικής και μιας έκδηλα παράνομης δραστηριότητας, κυρίαρχο παράδειγμα φοροδιαφυγής στην κεντρική πλατεία της πόλης μας.     

Με αυτόν τον τρόπο συνυπογράφουμε την οπισθοδρόμηση του δομημένου χώρου της πόλης μας, οδηγώντας την με ασφάλεια πίσω στο 1990. 

 

Τόνια Κουζή

Αρχιτέκτων Μηχανικός ΕΜΠ