Κυριακή, 17 Δεκεμβρίου 2017 16:04

Οταν οι θεσμοί αναζητούν (και) υπεύθυνους πολίτες

Γράφτηκε από την
Οταν οι θεσμοί αναζητούν (και) υπεύθυνους πολίτες

Του Γιώργου Φερετζάκη

Δικηγόρου 

Συμπαραστάτη του Δημότη 

και της Επιχείρησης

Επιστ. Συνεργάτη ΕΠΕΕ 

Νομικής Αθηνών 

Από τα δικαστηριακά χρονικά εύκολα μπορούμε να ανασύρουμε στην επιφάνεια ένα επεισόδιο που είχε βιώσει ο νομικός κόσμος στο Εφετείο Αθηνών στα χρόνια της απριλιανής δικτατορίας. Η αίθουσα για την εκδίκαση ιδιωτικών διαφορών ήταν κατάμεστη και οι δικηγόροι συνωθούνταν μπροστά στην έδρα. Οταν εμφανίστηκαν οι εφέτες, ο πρόεδρος παρακαλούσε ευγενικά ν’ απομακρυνθούν λίγα βήματα πιο πίσω, ώστε να δημιουργηθεί ελεύθερος χώρος, όπου θα προσήρχοντο οι δικηγόροι της εκάστοτε εκδικαζόμενης διαφοράς. Μια φορά, δυο, τρεις φορές παρακάλεσε, δίχως ανταπόκριση. Οπότε διέκοψε τη συνεδρίαση, αποσύρθηκε στο γραφείο του κι έδωσε εντολή στη φρουρά να βάλει τάξη στην αίθουσα. Ορμησαν τότε οι χωροφυλάκοι ωρυόμενοι με σπρωξιές «πίσω, ρε»! Δημιουργήθηκε έτσι υπεραρκετός ελεύθερος χώρος τριών μέτρων από την έδρα. Οταν επανήλθε το δικαστήριο, ο πρόεδρος, περίλυπος, κοίταζε άφωνος για κάποια λεπτά της ώρας, ώσπου έβγαλε τον καημό του: «Βλέπετε πως φταίμε κι εμείς που έχουμε το χωροφύλακα στο σβέρκο». (Είναι αλήθεια πως οι σταθερές παραλείψεις για προαγωγή του μακαρίτη Κοντογιώργη, εξαιτίας των γνωστών δημοκρατικών φρονημάτων του, τον νομιμοποιούσαν σ’ αυτόν τον καημό). 

Οταν διατυπώνουμε παράπονα για τους ρυθμούς βραδύτητας και την ποιότητα παροχής δικαστικής προστασίας, παραλείπουμε να συνεκτιμήσουμε τη συνυπαιτιότητα της αγοράς, και με τις δύο έννοιες του όρου, τόσο δηλαδή της κοινότητας των πολιτών όσο και των εμπορευματικών διαστάσεων αυτής της συνύπαρξης. Χαρακτηριστική περίπτωση συμμετοχής της αγοράς στην ποιότητα των δικαστικών αποφάσεων είναι η περίπτωση των μαρτύρων, ως του πιο συχνού (σχεδόν αποκλειστικού), αλλά και πιο αναξιόπιστου αποδεικτικού μέσου. Των μαρτύρων που είναι πρόθυμοι να παλαμίσουν το ευαγγέλιο για κάθε ψευδολογία που τους ζήτησαν να καταθέσουν, αλλά και των μαρτύρων που ευθυνόφοβα αρνούνται να προσέλθουν και να καταθέσουν ευθαρσώς τα κρίσιμα γεγονότα που βίωσαν (κάτι που εκλείπει από τη νέα διαδικασία – όσο το δυνατόν περισσότερο). Οι μεγάλοι ποιητές, ο Ομηρος και ο Ησίοδος, έχουν αφιερώσει καυστικούς στίχους στο θρήνο της Δικαιοσύνης, καθώς διασύρεται μέσ’ από στρεψόδικες διαδικασίες. Δεν αναφέρουν τίποτε για τους δωροφάγους μάρτυρες, ούτε για την ιδιοτέλεια της άρνησής των να προσέλθουν και ν’ αποκαταστήσουν την αλήθεια.

Καταλαβαίνω πως είναι δύσκολο για τον απλό πολίτη να εκτεθεί στην κατακραυγή, ακόμη και στην εκδικητικότητα ενός αξιόλογου μέρους της αγοράς, που την αποκάλυψη της αλήθειας αποδοκιμάζει απερισκέπτως ως «κάρφωμα». Εχω υπόψη μου περίπτωση φονικού. Στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο ο κατηγορούμενος κηρύχθηκε ένοχος και καταδικάστηκε. Στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο υπερίσχυσε η στρεβλή παρουσίαση των γεγονότων από ενσυνείδητους ψευδομάρτυρες. Κανείς δεν πρόσεξε, ούτε το δικαστήριο, μήτε οι ενδιαφερόμενοι της πολιτικής αγωγής, πως έλειπε ο μοναδικός όντως αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυρας. Θεωρήθηκε, από άλλους καλοπροαίρετα, από άλλους ίσως γιατί έτσι τους βόλευε, πως όσα φέρονταν από προσελθόντες μάρτυρες ως γεγονότα, σε σχέση με την ανάμειξη στην υπόθεση εκείνου του οποίου η φωνή δεν ακούστηκε στο δικαστήριο, ήταν τάχα αληθινά. Αναζητήθηκε ιδιωτικώς, όταν ήταν ήδη αργά, μετά τη στρεβλή τελεσίδικη έκβαση της διαδικασίας. Είχε εμπιστευτική συζήτηση με τον πατέρα του θύματος. Και παραδέχθηκε πως δεν ήταν αλήθεια όσα άλλοι κατέθεσαν γι’ αυτόν. Δεν είχε έγκαιρη γνώση του φονικού. Δεν είχε δώσει εκείνος, εντολές, με τις οποίες ο κατηγορούμενος δήθεν συμμορφώθηκε. Ομως ήταν αμετάπειστος στο να μην ανοίξει το στόμα του σε δικαστήριο. Κι αν ακόμη θα διατασσόταν η βίαιη προσαγωγή του, θα κατέθετε πως δεν θυμόταν.[…] Ομως δίπλα στον προβληματιζόμενο δικαστή που, με ιεραποστολική διάθεση και έξαρση αναζητεί την αλήθεια των γεγονότων και την ορθή ερμηνεία κι εφαρμογή των κανόνων του δικαίου -πόσο δύσκολο το έργο του...- αλλά και των βοηθών συνηγόρων -οιονεί δικαιοδοτικών οργάνων...- εξίσου, αν μη πολύ μεγαλύτερο, είναι το μερίδιο συμμετοχής στην αδικία εκείνων που γνωρίζουν και ενσυνειδήτως αποφεύγουν να προσέλθουν και να καταθέσουν τη δική των συνεισφορά στην αναζήτηση της αλήθειας. Μια κοινωνία δίχως ευαίσθητες κεραίες απέναντι στην ψευδομαρτυρία (ακόμα και με τις καινοτομίες περί ένορκων βεβαιώσεων) και στη λιπομαρτυρία, δεν νομιμοποιείται ν’ ασχάλλει για την καθόλου σπάνια αναποτελεσματικότητα του δικαστικού συστήματος. «Καθώς ο λαός, ούτως και ο ιερεύς», είχε πει ο προφήτης Ωσηέ.

Τα ίδια και χειρότερα συναντάμε στο χώρο της δημόσιας διοίκησης. Ασφαλώς δεν απομακρύνονται οπωσδήποτε οι καλοί και στη θέση των δεν τοποθετούνται οι κακοί. Ολοι περίπου το ίδιο είναι. Ακόμη και η έλλειψη εμπειρίας των καινούριων σύντομα θ’ αναπληρωθεί, ώστε να μην παραπαίουν. Εκείνο που έχει σημασία είναι πως αυτές οι μαζικές ανακατατάξεις, κάθε φορά κυβερνητικής εναλλαγής, επιβεβαιώνουν δύο νοσηρά φαινόμενα της ελληνικής πολιτικής αγοράς: Από τη μια μεριά, το συναίσθημα ανασφάλειας των εκάστοτε νέων εξουσιαστών. Κι από την άλλη, τις πιέσεις που ασκούν εκείνοι, που τους τίτλους των προσόντων των στηρίζουν κυρίως στην κομματική ταυτότητά των. 

 

 

 

 


NEWSLETTER