Δευτέρα, 15 Ιανουαρίου 2018 14:01

Το δικαίωμα του αναφέρεσθαι και οι νέες ρυθμίσεις του πολυνομοσχεδίου

Γράφτηκε από την

 

Το άρθρο 10 παρ. 1 του ισχύοντος ελληνικού Συντάγματος ορίζει “ Καθένας ή πολλοί μαζί έχουν το δικαίωμα τηρώντας τους νόμους του κράτους, να αναφέρονται εγγράφως στις αρχές, οι οποίες είναι υποχρεωμένες να ενεργούν σύντομα κατά τις κείμενες διατάξεις και να απαντούν αιτιολογημένα σε εκείνον που υπέβαλε την αναφορά, σύμφωνα με το νόμο.”

Το ανωτέρω συνταγματικό ατομικό δικαίωμα (του αναφέρεσθαι) που, κατά τη νομική θεωρία, συγκαταλέγεται στην άσκηση της ελευθερίας της πνευματικής δραστηριότητας (ατομικής και ομαδικής) αποτελεί πολύτιμη δημοκρατική κατάκτηση και αποσκοπεί στη συμβολή των πολιτών προς αποκατάσταση της νομιμότητας, τόσο για την προάσπιση των ατομικών συμφερόντων όσο και των κοινών.

Είναι θεσμός που έλκει την καταγωγή του από το αγγλικό δίκαιο (Bill of Rights του 1689) και θεωρείται τόσο σπουδαίος για τα ατομικά δικαιώματα ώστε η 1η τροπολογία του Συντάγματος των Ηνωμένων Πολιτειών, που ψηφίσθηκε το 1791, απαγόρευε στη νομοθετική εξουσία την ψήφιση νόμου που να περιορίζει το δικαίωμα των πολιτών να αναφέρονται στην Κυβέρνηση, για επανόρθωση αδικιών. Στην Ελλάδα αναγνωρίσθηκε το δικαίωμα του αναφέρεσθαι με το Νόμο της Επιδαύρου το 1823, αλλά μόνο προς τη Βουλή, ενώ στο Σύνταγμα του έτους 1844 περιλήφθηκε διάταξη παρόμοια με του ισχύοντος σήμερα άρθρου, την οποία διάταξη περιλάμβαναν όλα τα μετέπειτα ελληνικά Συντάγματα.

Είναι εντελώς προφανές και προκύπτει αβίαστα από την άνω διάταξη του ισχύοντος Συντάγματος της χώρας μας, ότι δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για εξαιρέσεις ως προς την υποχρέωση των αρχών να ενεργούν ό,τι απαιτείται από το νόμο, αν είναι βάσιμη η αναφορά, καθώς και να απαντούν σε αυτόν που υπέβαλε την αναφορά για τη βάσιμότητα ή μη του αιτήματος, όπως επίσης και για τις ενέργειες της διοίκησης. Επομένως δεν μπορεί ο κοινός νομοθέτης (Βουλή κ.λ.π.) να θέτει φραγμούς και προϋποθέσεις στις οφειλόμενες νόμιμες ενέργειες και να δίνει την ευχέρεια στις αρχές να απαντούν κατά το δοκούν σε όσους υποβάλλουν αναφορές. Η απόλυτη υποχρέωση που επιβάλλει το Σύνταγμα στις αρχές έχει δυο όψεις. Αφενός είναι υποχρεωμένες να προβαίνουν στις νόμιμες ενέργειες για την αποκατάσταση της νομιμότητας, είτε αφορά στο ατομικό είτε στο κοινό συμφέρον και δεν έχουν ευχέρεια να εξαιρούν περιπτώσεις. Αφετέρου είναι υποχρεωμένες οπωσδήποτε να απαντούν σε εκείνον που υπέβαλε την αναφορά, εξηγώντας αιτιολογημένα τους λόγους για τους οποίους δεν προβαίνουν σε ενέργειες (αν είναι αβάσιμη η αναφορά) ή πληροφορώντας τον σε ποίες ενέργειες προβαίνουν για την έρευνα της υπόθεσης και για την επιβολή της νομιμότητας που τυχόν έχει παραβιασθεί.

Στο υπό ψήφιση πολυνομοσχέδιο που εκκρεμεί Βουλή, περιλαμβάνονται διατάξεις (άρθρα 130, 131, 132) οι οποίες καθορίζουν τις “εποπτεύουσες αρχές”, όπως ονομάζονται και επίσης περιγράφουν τις αρμοδιότητές τους, που θα συμπληρωθούν με προεδρικά διατάγματα κ.λ.π.

Το άρθρο 140 παρ. 1 έως 3 περιλαμβάνει διατάξεις για την αξιολόγηση και τις ενέργειες των εποπτευουσών αρχών, επί των καταγγελιών που υποβάλλονται από τους πολίτες, ενώσεις προσώπων κ.λ.π.,

Η παράγραφος 4 του ίδιου άρθρου, όμως, περιλαμβάνει και μια “πονηρή” διάταξη που αναφέρει τα εξής: “Οι εποπτεύουσες αρχές δεν υποχρεούνται να απαντούν μεμονωμένα ή να διεξάγουν επιτόπιο έλεγχο μετά από καταγγελία και να κοινοποιούν απάντηση προς τον καταγγέλλοντα, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στην κείμενη νομοθεσία για κάποιο πεδίο εποπτείας.”

Ερμηνεύοντας το άνω υπό ψήφιση κείμενο και θέτοντάς το υπό το πρίσμα της συνταγματικής διάταξης τού άρθρου 4, όπως την παραθέσαμε, παρατηρούμε ότι : Οι καταγγελίες προς τις εποπτεύουσες αρχές εμπίπτουν στην περίπτωση της συνταγματικής διάταξης του άρθρου 10 για τις αναφορές.

Και ενώ η συνταγματική διάταξη δεν δίνει καμιά δυνατότητα στις αρχές να εξαιρούνται από την υποχρέωση για απάντηση, η υπό ψήφιση διάταξη δίνει την ευχέρεια στις εποπτεύουσες αρχές να μην απαντούν “μεμονωμένα”. Το τί ακριβώς εννοεί με την λέξη μεμονωμένα είναι απορίας άξιο.

Ενδεχομένως εννοεί την απάντηση σε κάποιον που κάμει ατομική καταγγελία. Όμως το Σύνταγμα δεν κάνει διάκριση μεμονωμένων ή ομαδικών αναφορών. Η αναγκαιότητα για απάντηση που επιβάλλει το Σύνταγμα, σε κάθε περίπτωση, έχει τεθεί για την αποφυγή της αυθαιρεσίας, της ραθυμίας, αλλά και της συγκάλυψης της παρανομίας προς εξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων.

Αντιμετωπίζει επίσης τα όποια φαινόμενα διαπλοκής – συναλλαγής – διαφθοράς μεταξύ ιδιωτών και της κυβερνητικής ή αυτοδιοικητικής εξουσίας, θέτοντας τους υπευθύνους προ των ευθυνών τους.

Σε διαφορετική περίπτωση ο διοικούμενος που υποβάλλει την καταγγελία είναι υποχρεωμένος να προσφύγει στα διοικητικά δικαστήρια για να ακυρώσει την άρνηση των αρχών προς απάντηση. Αν συνυπολογιστεί και η όποια υποχρεωτική για τον πολίτη ενδικοφανής προσφυγή σε θεσμούς διαμεσολάβησης και ληφθεί υπόψη η όλη ταλαιπωρία και τα έξοδα, πόσοι θα προσφύγουν;

Εξάλλου, η ευχέρεια που παρέχεται στις εποπτεύουσες αρχές με την υπό ψήφιση διάταξη να αποφεύγουν τον επιτόπιο έλεγχο, αποδυναμώνει καίρια τη δυνατότητα διαμόρφωσης πλήρους και ολοκληρωμένης γνώμης. Άραγε θα έχει και η Αστυνομία τη δυνατότητα να μην προστρέχει, όταν καλείται από τους πολίτες για προστασία της ζωής, περιουσίας ή τη διαπίστωση παραβάσεων; Ανάλογα ερωτήματα ανακύπτουν για πολεοδομικές, δασικές, περιβαλλοντικές, αρχαιολογικές, φορολογικές κλπ εποπτεύουσες αρχές.

Είναι λοιπόν ευθέως αντισυνταγματική η υπό ψήφιση διάταξη της παραγρ. 4 άρθρου 140 του πολυνομοσχεδίου και θα πρέπει να αποσυρθεί ή να καταψηφισθεί, διότι αναιρεί σε μεγάλο βαθμό και φαλκιδεύει κατάφωρα το ατομικό συνταγματικό “δικαίωμα του αναφέρεσθαι”.

Δεδομένου ότι τα ανθρώπινα και πολιτικά δικαιώματα έχουν πλέον διεθνώς κατοχυρωθεί από την υιοθέτηση π.χ. των : International Covenant on Civil and Political Rights (ΟΗΕ 1966 & 1976), International Bill of Human Rights (ΟΗΕ 1952), Universal Declaration of Human Rights (ΟΗΕ 1948), United States Bill of Rights (1789 - 1791), Declaration of the Rights of Man and of the Citizen (France 1789), English Bill of Rights (1689), είναι ακατανόητο πως στην σημερινή Ελλάδα, μιά “αριστερή” κυβέρνηση επιχειρεί την φαλκίδευση προοδευτικών κατακτήσεων κατοχυρωμένων συνταγματικά, προκρίνοντας τον σκοταδισμό αντί των αρχών του διαφωτισμού, με πρόσχημα την “αντιμετώπιση της γραφειοκρατίας” !

Σημείωση: Το ζήτημα αυτό ήδη επισημάνθηκε στον τοπικό τύπο της Καλαμάτας από την Οικολογική Κίνηση Καλαμάτας και την Ένωση Καταναλωτών Μεσσηνίας, που “αλίευσαν” αυτή την πονηρή διάταξη στο πράγματι ογκώδες πολυνομοσχέδιο. Αξίζουν συγχαρητηρίων για την εγρήγορση και την πρωτοβουλία τους.

Ανδρέας Ηλία Σαρρής

Κωνσταντίνος Ανδρέα Μαρκάκης