Ενα σκάνδαλο για να τραβήξουν εκεί την προσοχή από άλλα προβλήματα που απασχολούν την κοινή γνώμη.
Ετσι και τώρα. Η κυβέρνηση έχει ανάγκη να ακολουθήσει την τακτική «πέτα την μπάλα στην εξέδρα». Δημιουργώντας το κλίμα, είτε με επίσημες δηλώσεις υπουργών είτε με διαρροές, ότι θα πρέπει να αναμένουμε να δούμε στο εδώλιο του κατηγορουμένου, για το σκάνδαλο της φαρμακευτικής εταιρείας Novartis, δύο πρώην πρωθυπουργούς και μια πλειάδα υπουργών, κορυφαίων στελεχών της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, αλλά και τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος.
Σκάνδαλο φυσικά και υπάρχει: Είναι οι σκανδαλώδεις τιμές στις οποίες πωλεί τα φάρμακά της η συγκεκριμένη εταιρεία και οι πρακτικές που ακολουθεί, διεθνώς, για να επιβάλει την κυριαρχία της. Λαδώνοντας κατά σύστημα. Ενδεικτικώς αναφέρω ότι ένα αντικαρκινικό φάρμακο το οποίο παίρνω, και θα παίρνω για τρία χρόνια ακόμη -ζωή να έχω, που λέμε- τιμολογείται προς 1.304,96 ευρώ το κουτί των 30 χαπιών, που είναι για ένα μήνα. Είναι τόσο εξωφρενική η τιμή, ώστε στη Βρετανία, αφού διαπίστωσαν ότι το κόστος παράγωγής του είναι ελάχιστο και άρα πρόκειται για καθαρή αισχροκέρδεια εις βάρος των καρκινοπαθών, το Εθνικό Σύστημα Υγείας έπαυσε, από το 2016, να το συνταγογραφεί. Το αντικατέστησαν με ένα γενόσημο.
Μόνο που, και στις 10 χώρες που ως τώρα έχει γίνει έρευνα για τις άτιμες πρακτικές της εταιρείας αυτής, σε καμία περίπτωση δεν βρέθηκε να έχει ανάμειξη, κοινώς να «τα έχει πιάσει», να έχει «λαδωθεί», κανένας υπουργός ή άλλος πολιτικός. Κάνουν κατά σύστημα τη δουλειά τους με τους «υπηρεσιακούς παράγοντες» και ιατρούς, δημοσίων και ιδιωτικών φορέων υγείας.
Επιτρέψτε μου να πιστεύω ότι την ίδια κατάληξη θα έχουμε και εδώ. Μόνο που αυτή η κατάληξη θα αργήσει να έλθει. Και στο μεταξύ, καθώς έχουμε ήδη μπει σε μακρά προεκλογική περίοδο, οι Συριζανέλ και τα παπαγαλάκια τους θα χρησιμοποιούν την υπόθεση για να ψαρεύουν στα θολά νερά. Δακτυλοδείχνοντας κορυφαία στελέχη των αντιπάλων κομμάτων ως «κατηγορούμενους» για το σκάνδαλο. Και υπολογίζοντας ότι, ως τις εκλογές, αποκλείεται να έχει ξεκαθαρίσει η υπόθεση.
Γ. Π. Μασσαβέτας