Σάββατο, 23 Φεβρουαρίου 2019 20:42

Η προοπτική για το μεσσηνιακό ελαιόλαδο

Γράφτηκε από την

Του Χρίστου Παναγόπουλου

π. Πρέσβη της Ελλάδος

σε Κύπρο, Σερβία, ΗΠΑ

Ενα από τα, πολλά ομολογουμένως, παράδοξα του δημόσιου βίου στη χώρα μας είναι και το επίπεδο του δημόσιου διαλόγου, που αντικατοπτρίζει εν πολλοίς και τη θεμελιώδη ικανότητα του πολίτη να αναλύει και να αφομοιώνει καταστάσεις ορθολογικά, προκειμένου να σχηματιστούν κοινωνικές και πολιτικές πλειοψηφίες λύσεων, μεταρρυθμίσεων και προόδου.

Η επικράτηση του λαϊκισμού στην εξουσία από το 2015 με τη γνωστή ανατροπή της κυβέρνησης του Αντώνη Σαμαρά, που έβγαζε σταθερά τη χώρα από την πολύπλευρη κρίση, δίχασε με ιδιαίτερα τοξικό τρόπο τους πολίτες και έπληξε καίρια τον ποιοτικό δημόσιο διάλογο - απαραίτητο στοιχείο κάθε δημοκρατικής κοινωνίας. Τα φαινόμενα που παρατηρούμε με ένταση το τελευταίο διάστημα αποτυπώνουν, νομίζω, ανάγλυφα το μέχρι πού μπορεί να φτάσουν περιθωριακά στοιχεία του δημόσιου βίου, που βρέθηκαν ξαφνικά στην εξουσία εκμεταλλευόμενα ψυχρά τη δυσαρέσκεια, απότοκο της μεγάλης κρίσης, προκειμένου να διατηρήσουν τις θέσεις που τόσο ανέλπιστα κατέκτησαν.

Η πραγματική οπισθοδρόμηση είναι ορατή σχεδόν παντού. Ενας τομέας ιδιαίτερα σημαντικός για την εθνική οικονομία, στον οποίο η ιδιαίτερη πατρίδα μας η Μεσσηνία έχει αντικειμενικές δυνατότητες παγκόσμιας πρωτοπορίας, του ελαιόλαδου δηλαδή, έχει και αυτός υποστεί καθίζηση. Αντί με την εμπειρία του παρελθόντος, θετική και αρνητική, να αυξήσουμε την ανταγωνιστικότητά μας και να κυριαρχήσουμε στις προνομιακές αγορές του εξωτερικού, οι Μεσσήνιοι ελαιοπαραγωγοί σήμερα μετρούν βαθιές πληγές και καταβαράθρωση στις διεθνείς αγορές, τη στιγμή ακριβώς που οι ανταγωνιστές κερδίζουν σημαντικά οφέλη στην ανερχόμενη προνομιακή αμερικανική αγορά. Ετσι πέρα από τις παραδοσιακές υπερδυνάμεις του κλάδου, Ισπανία και Ιταλία, τώρα χώρες όπως το Μαρόκο, η Τυνησία αλλά και η Αργεντινή μπαίνουν δυνατά στο παιγνίδι.

Είχα την ευκαιρία να διαπιστώσω από πρώτο χέρι, τις τελευταίες δεκαετίες ως εκπρόσωπος της χώρας μας στις ΗΠΑ, στην αρχήως γενικός πρόξενος τις δεκαετίες του '80 και '90 στη Βοστόνη και το Λος Αντζελες αντίστοιχα και ως πρέσβης στην Ουάσιγκτον τελευταία, την πορεία εξαγωγής του βασικότερου ίσως εθνικού αγροτικού προϊόντος στην αμερικανική αγορά, που αποτελεί τον μόνιμο στόχο όλων των παραγωγών παγκοσμίως. Παρά τις βελτιώσεις και επί μέρους επιτυχίες, η διαχρονική αδυναμία συνδυασμού παραγωγής και marketing (απολογούμαι για τον όρο αλλά έχει καθιερωθεί ως lingua franka διεθνώς) μας στερεί κατά πολύ από τις πραγματικές μας δυνατότητες. Ειδικά για την Μεσσηνία μας αυτό μεταφράζεται σε απώλεια πολλών εκατ. ευρώ ετησίως που απλά λείπουν από το εισόδημα των παραγωγών μας του πρωτογενούς τομέα, που όμως μπορεί και πρέπει να είναι βασικός άξονας της αναπτυξιακής μας αναγέννησης.

Θα συνοψίσω σε κάποια κεφαλαιώδη ζητήματα, όπως τα βίωσα από την πλευρά των πελατών του ελαιολάδου μας στο εξωτερικό: Υψηλό κόστος παραγωγής, που οδηγεί σε ακριβό μη ανταγωνιστικό προϊόν, απουσία ή αδυναμία τυποποίησης αλλά και διαφοροποίησης του προϊόντος, αποτελούν τα κύρια προβλήματα για την επίτευξη των στόχων μας στον τομέα του ελαιόλαδου.

Οι διαπιστώσεις αυτές αποτελούν το «διά ταύτα» εξαιρετικά εμπεριστατωμένης έκθεσης-ανάλυσης που επιμελήθηκαν διακεκριμένα στελέχη του εμπορικού τμήματος της Πρεσβείας μου στην Ουάσιγκτον, και αποτελεί οδηγό δράσης και πρωτοβουλιών για την επίτευξη στόχων που δυστυχώς η παραγωγή δεν έχει ακόμη αφομοιώσει.

Μας λείπουν οι ικανότητες; Ούτε μια στιγμή δεν πίστεψα ότι μας λείπουν, αντίθετα είμαι βέβαιος ότι σε ατομικό επίπεδο υπερέχουμε του ανταγωνισμού. Εκεί που πρέπει να δουλέψουμε για να έλθει βελτίωση είναι η συλλογική δουλειά, ο καθορισμός επακριβώς των στόχων και η, με επαγγελματική συνέπεια, στοχοπροσήλωση. Για την επίτευξη των επιθυμητών αποτελεσμάτων δεν χρειάζεται να ανακαλύψουμε την πυρίτιδα.

Θεωρώ το ζήτημα κεφαλαιώδες για τον νομό μας, μέρος του ευρύτερου κεφαλαίου ανάπτυξης του πρωτογενούς τομέα της Μεσσηνίας - και χωρίς κατάχρηση του φιλόξενου χώρου αυτής της επιφυλλίδας θα καταθέσω στον δημόσιο διάλογο, που δυστυχώς όπως προανέφερα είναι στην ουσία ελλειμματικός, συγκεκριμένες προτάσεις.