Δευτέρα, 18 Νοεμβρίου 2019 16:39

Ελλειψη «επικοινωνίας» εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και πραγματικής αγοράς εργασίας 

Γράφτηκε από την
Ελλειψη «επικοινωνίας» εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και πραγματικής αγοράς εργασίας 

 

Εως σήμερα γνωρίζαμε ότι στην παγκόσμια οικονομική κοινότητα έχουν πραγματοποιηθεί τρεις βιομηχανικές επαναστάσεις.

Η 1η Βιομηχανική Επανάσταση που άρχισε στο τέλος του 18ου αιώνα (1760-1770) και αφορούσε την εκβιομηχάνιση της παραγωγής, η οποία εμφανίστηκε στη Μεγάλη Βρετανία και στη συνέχεια επεκτάθηκε στην υπόλοιπη Δυτική Ευρώπη, η 2η Βιομηχανική Επανάσταση, που ξεκίνησε στο τέλος του 19ου αιώνα (1870) με τη μαζική παραγωγή και χρήση του ηλεκτρισμού στην παραγωγική διαδικασία και κατανάλωση και η 3η Βιομηχανική Επανάσταση, που άρχισε πριν λίγες δεκαετίες (1970) και χαρακτηρίστηκε με την αυτοματοποίηση της παραγωγής και τη χρήση των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Ωστόσο δεν είναι λίγοι σήμερα ακαδημαϊκοί, επιχειρηματίες και πολιτικοί που αναφέρονται στην 4η Βιομηχανική Επανάσταση όλο και πιο συχνότερα. Η ανθρωπότητα βρίσκεται στο κατώφλι μιας νέας βιομηχανικής επανάστασης, που χαρακτηρίζεται από την ευφυή εκμάθηση/αυτοεκπαίδευση των ίδιων των μηχανών (Machine Learning), την επιστήμη των δεδομένων (Data Science) και την τεχνητή νοημοσύνη (Artificial Intelligence) που συνδυαστικά δημιουργούν προκλήσεις και ευκαιρίες. Η τεχνητή νοημοσύνη μεταλλάσει τη βιομηχανία, το εμπόριο και τις υπηρεσίες, δημιουργώντας προκλήσεις για την κοινωνία, την πολιτική, τις διεθνείς γεωπολιτικές σχέσεις, επαναχαράσσοντας τη σχέση ανθρώπου - μηχανής. Οσο λοιπόν στον υπόλοιπο δυτικό κόσμο η 4η Βιομηχανική Επανάσταση θα αλλάζει με δραματικό τρόπο τις δομές της βιομηχανίας και θα θέτει στο περιθώριο παραδοσιακά επαγγέλματα, τόσο η ελληνική κοινωνία θ’ αρχίσει να αγχώνεται για το επαγγελματικό μέλλον των παιδιών μας. Πρόσφατο δημοσίευμα από τον ΣΕΒ ανέδειξε τα 11 επαγγέλματα του μέλλοντος και ήδη έχει ξεκινήσει ένας σοβαρός προβληματισμός στα αμφιθέατρα των πανεπιστημίων και στις οικογένειες για το αν τελικά αξίζει ένας πτυχιούχος να καθυστερεί να εισέλθει στην αγορά εργασίας προχωρώντας στην ανάληψη μεταπτυχιακών τίτλων ή όχι. Η απάντηση είναι κάπου στη μέση. Πράγματι οι επιχειρήσεις και ειδικά οι μεγάλες και σοβαρές που εξασφαλίζουν θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης με αξιοπρεπείς μισθούς δεν βρίσκουν εργαζομένους γιατί πιθανότατα οι υποψήφιοι έχουν κάνει άλλες σπουδές και χρειάζονται νέα εκπαίδευση για να διεκδικήσουν αυτές τις θέσεις εργασίας. Οπως διαμορφώνεται σήμερα η εικόνα, σχεδόν 1 στις 2 μεγάλες βιομηχανίες ψάχνει αλλά δεν μπορεί να καλύψει τις κενές θέσεις εργασίας που διαθέτει, γιατί οι υποψήφιοι γι’ αυτές τις θέσεις δεν έχουν τις κατάλληλες δεξιότητες. Οπως εξηγούν στελέχη μεγάλων ελληνικών βιομηχανιών, το μεγάλο πρόβλημα είναι η εκπαίδευση και οι δεξιότητες που αποκτάνε μέσα από αυτήν οι νέοι εργαζόμενοι. Μία εκπαίδευση που αποκλίνει πολύ από τις πραγματικές ανάγκες της αγοράς εργασίας.

Οπως εξηγεί σε πρόσφατη συνέντευξή του ιδρυτής ομίλου στον κλάδο των ορυκτών «ζητάμε αυτή την περίοδο 20 νέους να εργαστούν και δεν βρίσκουμε. Οι περισσότεροι που έρχονται με τα βιογραφικά τους δεν συνέχισαν τις σπουδές τους σε μεταλυκειακό επίπεδο (γεγονός που θα τους έδινε μεγαλύτερη πιθανότητα εύρεσης εργασίας) και παρέμειναν κοντά στα σπίτια τους γιατί δεν πήραν ποτέ το ρίσκο να αναζητήσουν εργασία σε άλλες περιοχές ή και εκτός χώρας».

Σε μία παλαιότερη ευρωπαϊκή έκθεση της McKinsey για το ευρωπαϊκό εκπαιδευτικό σύστημα είχε προκύψει ότι οι εκπαιδευτικοί και οι εργοδότες «κινούνται σε διαφορετικούς πλανήτες». Πιο συγκεκριμένα, το 79% των εκπαιδευτικών που συμμετείχε στην έρευνα απάντησε ότι οι φοιτητές είναι καλά προετοιμασμένοι για την πρώτη τους δουλειά, ενώ μόνο το 23% των εργοδοτών συμφωνεί σε αυτό, δίνοντας στη χώρα μας την πιο εντυπωσιακή διαφορά μεταξύ αυτών των δύο ομάδων. Αυτή η διαφορά είναι αποτέλεσμα της έλλειψης επικοινωνίας που έχουν τα εκπαιδευτικά ιδρύματα με την πραγματική αγορά εργασίας, ενώ στη χώρα μας δεν υπάρχει καμία οργανωμένη δομή που να φέρνει σε επαφή αυτές τις ομάδες. Επίσης η Ελλάδα έχει το μεγαλύτερο ποσοστό της εργατικής δύναμης του ιδιωτικού τομέα να απασχολείται σε μικρές επιχειρήσεις (73%). Μετά το δημογραφικό η έλλειψη εξεύρεσης εργαζομένων για τις ελληνικές επιχειρήσεις είναι για μένα η δεύτερη άλυτη εξίσωση για να μπορέσει η χώρα να ελπίζει σε ανάκαμψη και να ακολουθήσει τις ανεπτυγμένες χώρες στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης.





Χρήστος Δ. Κορομηλάς

Οικονομολόγος, Μaster Ανοικτού Πανεπιστημίου Κύπρου, πρόεδρος Συλλόγου Τρίτεκνων Οικογενειών Ν. Μεσσηνίας


NEWSLETTER