Τρίτη, 15 Ιουλίου 2014 11:18

Εμείς και οι άλλοι | Γρηγόρης Χαλιακόπουλος

Γράφτηκε από την

Του Γρηγόρη Χαλιακόπουλου

Συγγραφέα - Δημοσιογράφου

 

Ο Εμμανουήλ Ροΐδης, από τους πλέον πνευματώδεις συγγραφείς των Ελληνικών Γραμμάτων, με ιδιαίτερο ταλέντο και χιούμορ, έγραψε κάποτε για την πολιτική κατάσταση της εποχής του τα εξής: «Ως οι Ινδοί εις φυλάς, ούτω και οι Ελληνες διαιρούνται εις τρεις κατηγορίας: α) Εις συμπολιτευομένους, ήτοι έχοντας κοχλιάριον να βυθίζωσιν εις την χύτραν του προϋπολογισμού. β) Εις αντιπολιτευομένους, ήτοι μη έχοντας κοχλιάριον και ζητούντας εν παντί τρόπω να λάβωσιν τοιούτον. γ) Εις εργαζομένους, ήτοι ούτε έχοντας κοχλιάριον ούτε ζητούντας, αλλ’ επιφορτισμένους να γεμίζωσι την χύτραν διά του ιδρώτος των».

Εκατόν δέκα χρόνια μετά το θάνατό του και η θέση που εξέφρασε τότε φαίνεται τόσο επίκαιρη σήμερα. Η Ελλάδα και η κουτάλα, δυστυχώς, εξακολουθούν να παραπέμπουν σε συνώνυμες έννοιες. Αρρηκτες οι ιδιοτελείς σχέσεις που διατηρούν οι θιασώτες της ευτελούς πολιτικής, με το κοχλιάριο, στο διάβα του αιώνα που πέρασε και του αρμαγεδδωνικού 21ου που διανύουμε. Οσο για τις κομματικές μάχες εκ του συστάδην, αυτές στοχεύουν στην αποκλειστική και μόνο διαχείριση της εξουσίας, καθότι όποιος διοικεί έναν λαό, εκτός του ότι αποφασίζει για την τύχη του, παράλληλα του διαμορφώνει και τις συνθήκες που επιθυμεί. Ενα δεν μπορεί όμως: Να αποφασίζει και για την σκέψη, ενός εκάστου των ατόμων που στην συλλογικότητά τους, συναποτελούν το κοινωνικό σύνολο. Ισως το διανοητικό μας πεδίο, να είναι και ο μοναδικός χώρος στο αναρίθμητο πολυσύμπαν, που αν διατηρείς καλές σχέσεις με το πνευματικό ταξίδι στους λαβυρίνθους της πολυπλοκότητάς του,  μπορεί να σε ανταμείψει,  όταν βρεθείς στο δίλημμα μιας  επιλογής.

Εκ των πραγμάτων τίθεται το ερώτημα: Η πλειονότης των ανθρώπων, είτε ως σύνολο, είτε ως διαιρούμενα μέρη -μονάδες-, χρησιμοποιεί το «εμβαδόν» του εγκεφάλου ή έστω ένα μέρος εξ αυτού; Και αν υποθέσουμε ότι αυτό συμβαίνει και η κάθε λογική ζώσα ύπαρξη, διυλίζει προμηθεϊκά την κάθε πράξη που επίκειται να τελέσει, πως καταλήγουμε στον συντριπτικό αριθμό μιας επιμηθεϊκής κοινωνίας, όπου η σκέψη επέρχεται ως αναλυτική διαδικασία μετά το γεγονός, όταν όλα έχουν κριθεί;

ΤΙ ΤΕΛΙΚΑ ΜΑΣ ΟΔΗΓΕΙ;

Είναι η ανθρώπινη ματαιοδοξία, η ιδιοτέλεια, ο απαθής εφησυχασμός, ο φόβος; Τι απ’ όλα οδηγεί τις πολιτικές μας φιγούρες, δέσμιες στον τροχό του χρόνου, να αυτομαστιγωνόμαστε για τα λάθη μας τα οποία πάντα εκ των υστέρων αναγνωρίζουμε; Πόση ισχύ να έχουν άραγε πάνω στις συνειδήσεις μας οι φωνές των αγκιτατόρων; Ας αφήσουμε τα βαθιά νοήματα των υψηλών φιλοσόφων και κοινωνιολόγων που θέσπισαν νέες μορφές σκέψεις, μέσα από θεωρίες, κάποτε αιρετικές αργότερα αποδεκτές. Ας «προσπεράσουμε» και τη Διαλεκτική και ας σταθούμε στην αποκλειστικότητα του ενστίκτου, που ούτως ή άλλως, ενυπάρχει στη φύση της ανθρώπινης ύπαρξης. Και να αξιολογήσουμε το παράδειγμα ενός φτωχού εργάτη ή άνεργου πολίτη αυτής της χώρας, που στερείται των βασικών του αναγκών και αυτοδιαλύεται εντός των τεσσάρων τοίχων της υποθηκευμένης κατοικίας του. Τι διαπιστώνουμε; Ο κατακερματισμένος ψυχικά και πνευματικά συνάνθρωπός μας, εξ αιτίας της ανέχειας που βιώνει, αντί να οπλιστεί με μοναδικό θάρρος, θράσος και οργή, ενταφιάζει τις δυνάμεις του στην μαυρίλα της κατάθλιψης ή αρνείται πεισματικά να παραβρεθεί ως αλληλέγγυος στο στίβο που αγωνίζονται κάποιες γυναίκες καθαρίστριες για το γλίσχρο ημερομίσθιό τους και την αξιοπρέπειά τους. Αντ’ αυτού, προτιμά να επενδύσει συναισθηματικά στην Ελλάδα που αγωνίζεται με την Ακτή του Ελεφαντοστού, παρά να συν-αγωνιστεί με την άλλη Ελλάδα των δεινοπαθούντων συμπατριωτών του εναντίον της ξένης και εγχώριας τρόικας.

ΤΟ ΕΝΣΤΙΚΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ

Αν συμφωνήσουμε λοιπόν, πως η προμηθεϊκή σκέψη δεν αποτελεί για την συντριπτική πλειονότητα των πολιτών, διαχειρίσιμη πνευματική πρακτική, τότε η συνέπεια μιας επιμηθεϊκής διαδικασίας, είναι να μην διορθώνονται εκ των υστέρων τα λάθη και οι παραλείψεις μας. Αντε λοιπόν να δεχτούμε πως η πολιτική του κυρίου Σαμαρά δεν αναλύθηκε ως έπρεπε, πριν ψηφισθεί την πρώτη φορά. Οι μεγάλες του όμως διαφοροποιήσεις και οι συνεχείς του παλινωδίες, όπως και του κυρίου Βενιζέλου, ουδόλως ώθησαν τα διανοητικά κύτταρα των νεοελλήνων ψηφοφόρων στις πρόσφατες εκλογές, να επεξεργαστούν τουλάχιστον τότε, προμηθεϊκά την επιλογή της ψήφου τους; Δεν ερμήνευσαν ούτε μετά από τόσες ψευδοϋποσχέσεις τι μπορεί να σημαίνει, υποστηρίζω και  στηρίζω τον πολιτικό μου δήμιο, για μια ακόμη φορά; Δεν παρατήρησαν τη διάλυση της υγείας μέσα από την ανάθεση του υπουργείου στον κύριο Αδωνι Γεωργιάδη που στήριξε την ιδιωτικοποίηση της υγείας με κάθε τρόπο, οδηγώντας τον Ελληνα πολίτη να μεταμορφωθεί σε Ελληνα ασθενή; Και ας δεχθούμε ότι ούτε σ’ αυτή την περίπτωση η προμηθεϊκή σκέψη λειτούργησε, ένεκα χαμηλού αντιληπτικού βάρους, του ψηφοφόρου. Το ένστικτο που διαθέτουν ακόμα και οι κατσαρίδες, τα βατράχια και οι πυγολαμπίδες, σε καμιά των περιπτώσεων δεν ενεργοποιήθηκε ώστε να νιώσει τον επερχόμενο κίνδυνο ο επαπειλούμενος πολίτης;

Οταν ένα λιοντάρι στη ζούγκλα επιτίθεται σ’ ένα κοπάδι ζέβρες, ακόμα κι αν αυτές είναι εκατοντάδες και μόνο μία κινδυνεύει απ’ την επίθεση του σαρκοφάγου, τρέχουν όλες πανικοβλημένες να απομακρυνθούν ή αμύνονται με κάθε ικμάδα των δυνάμεων που η φύση τις έχει προικίσει. Το ένστικτο της επιβίωσης τις οδηγεί μακριά από τον εχθρό. Δίχως λογική, παρά μόνο από ένστικτο. Το δικό μας ένστικτο πόσο να έχει αποδυναμωθεί τη σημερινή εποχή; Να ισχύουν οι φήμες περί ψεκασμού μας με αδρανοποιητικά φάρμακα; Απαντώ, γρήγορα γρήγορα, ΟΧΙ, για μην βαπτιστώ συνωμοσιολόγος. Να ισχύει η άποψη κάποιων αναλυτών ότι η πολυδιάσπαση της Αριστεράς έχει απογοητεύσει την αναξιοπαθούσα τάξη μας; Ή μήπως η θέση ορισμένων, που διατείνονται, ότι το βαρέλι έχει πάτο… βάθους πετρελαιοπηγής; Για την οικονομία των ρητορικών ερωτημάτων, ας τα δεχθούμε ως δικαιολογίες  όλα αυτά. 

Επαναλαμβάνω όμως: Το ένστικτό μας, όταν βιάζουν το γείτονά μας, δεν μας προειδοποιεί να προφυλαχθούμε μήπως είμαστε οι επόμενοι; Οταν οι καθαρίστριες δίνουν αγώνα σώμα με σώμα, οι άνεργοι των δύο εκατομμυρίων και οι εξαθλιωμένοι των 300 ευρώ, πώς και δεν βρισκόμαστε, όχι νοερά, αλλά με τη φυσική μας παρουσία δίπλα στην ομογάλακτη προλεταριακή συνάθροιση των αγωνιστριών γυναικών; Και από την άλλη, πώς μπορούν να βαφτίζονται ήρωες ακόμα και από ανέργους, οι αθλητές της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου, που δεν βρήκαν μια φράση συμπαράστασης να εκφράσουν για την δύσμοιρη κατάσταση των συμπατριωτών τους, με την άνεση που τους παρέχει η διασημότητα και αναγνωρισιμότητα που έχουν; Ο μεγαλύτερος «αλήτης» των γηπέδων, ο Μαραντόνα, κάποτε αφιέρωσε ακόμα και το μαϊμουδίσιο γκολ του [ένεκα χεριού] με την Αγγλία, στα παιδιά της Αργεντινής που σκοτώθηκαν στα Φόλκλαντ. Αργότερα μέσα στην Ιταλία, έφερε τους νότιους Ιταλούς της φτώχειας, αντιμέτωπους στο ίδιο γήπεδο, με τους βόρειους Ιταλούς της ευμάρειας, με αποτέλεσμα ο νότος να χειροκροτεί τον Ντιέγκο που τους απέκλεισε. Πρωτοφανές!!! 

Η ΕΘΝΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΙ Η ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΦΗΒΩΝ

Οι προσωπικότητες ακόμα και μέσα από την αλήτικη ζωή τους, πολιτικοποιούν μέχρι και τα γκολ που βάζουν. Οι καλοθρεμμένοι Ελληνες αθλητές, τι το επώδυνο θα υφίσταντο, αν αφιέρωναν έναν αγώνα τους στην προσπάθεια των καθαριστριών, γεγονός που θα συζητείτο σε όλη την υφήλιο και θα έφερνε σε δύσκολη θέση τους κρατούντες; 

Η απάντηση κατά την άποψη μου, για όλα τα παραπάνω, είναι η εξής: Και το ένστικτο λειτουργεί περίφημα και η προμηθεϊκή σκέψη γνωστή είναι στους πάντες, αφού μέχρι και οι παππούδες και οι γιαγιάδες, μας νουθετούσαν με τη φράση: «Να βουτάς τη γλώσσα σου στο μυαλό σου πριν μιλήσεις ή μη βιάζεσαι να αποφασίσεις». Ολοι γνωρίζουμε και ξέρουμε ποιο είναι το ορθόν. Απλώς το ζήτημα είναι ηθικό. Ο αμοραλισμός που επικρατεί έχει διαβρώσει κάθε ηθική σχέση μεταξύ του «εγώ» και του «εμείς». Η απομόνωση στον υπολογιστή γεννά πλέον ανθρώπους με «μονοκύτταρη» αντίληψη, γύρω, από τη ζωή μου, το σπίτι μου, το παιδί μου, το μισθό μου. Υπάρχουν όμως και οι εξαιρέσεις! Αυτές δυστυχώς ανήκουν στον χώρο της αριθμητικής μειονότητας. Ισως εκεί να βρίσκεται το κλειδί της ανθρώπινης ευτυχίας και συνύπαρξης. Πρέπει να πάψουμε να ασχολούμαστε, πλέον, με τον κόσμο της αμοραλιστικής πλειονότητας. Μικρές κοινωνίες είναι το αντίδοτο στην διαχείριση της πολιτικής μας ζωής: Η αυτοκαλλιέργεια της προσωπικότητάς μας το πρώτο. Η οικογενειακή επικοινωνία το δεύτερο. Η ουσιαστική συνέλευση με τους συγκάτοικους της πολυκατοικίας το τρίτο. Η συνάθροιση με τους κατοίκους του τετραγώνου το τέταρτο. Η συγκέντρωση με τους συμπολίτες στην πλατεία το πέμπτο. 

Σ’ αυτή την προσπάθεια της άμεσης Δημοκρατίας, το πρώτο παράδειγμα έχουν δώσει οι δημοσιογράφοι, της «Εφημερίδας των Συντακτών». Συμφωνεί ή διαφωνεί κάποιος μαζί τους, δεν μπορεί να μην επικροτήσει την πρακτική τους, να πληρώνονται όλοι το ίδιο, από την καθαρίστρια μέχρι τον διευθυντή,  δίχως να παρεμβαίνει κανείς στο κείμενο του άλλου. Και το αυτοδιαχειριζόμενο αυτό εγχείρημα είχε ως αφορμή την λαίλαπα των απολύσεων, που οδήγησε σε συνελεύσεις ακηδεμόνευτες, τα δε πορίσματα και οι αποφάσεις αυτών, κατέληξαν στην προαναφερόμενη επιλογή. 

Παρακολούθησα σκοπίμως στην τηλεόραση, τη Συνέλευση της Βουλής των Εφήβων. Η απογοήτευση μεγάλη. Παιδιά μικρομέγαλα μιμούντο τον Μεϊμαράκη και την Παπακώστα. Τι θλίψη! Τι απογοήτευση!

Οχι κύριοι αναγνώστες, δεν θα μας σώσει η νεολαία απ’ την πολιτική μας κατάντια. Η ηλικία δεν αποτελεί αξιακό χαρακτηριστικό! Είναι αδιανόητο οι γονείς που έζησαν τη ζωή τους και σταδιακά οδηγούνται στο ηλιοβασίλεμα της διαδρομής τους, να τοποθετούν εμπροσθοφυλακή τα παιδιά τους απέναντι στα ΜΑΤ και τις επιταγές της τρόικας. Οι γενιές που τα «σκάτωσαν», οφείλουν να καθαρίσουν το βοθροπήγαδο που δημιούργησαν. Δεν μπορεί να παρακολουθούμε ως ηλίθιοι τα παιχνίδια της εκπορνευμένης  FIFA, με τους ραδιούργους Πλατινί και Μπλάτερ, που επιτρέπει σε παιδιά έξι χρονών να δουλεύουν στα σκλαβοπάζαρα για να φτιάξουν τις ποδοσφαιρικές της μπάλες και από την άλλη να απαιτούμε απ’ τους δεκαοχτάχρονους να ξεσηκωθούν. Οποιος παρακολούθησε τη Βουλή των Εφήβων, θα διαπίστωσε την ξύλινη γλώσσα που χρησιμοποίησαν οι νέοι της χώρας αυτής. Είναι η δική μας ξύλινη γλώσσα της υποκουλτούρας.  Σαφώς και υπάρχουν χιλιάδες άλλοι έφηβοι, με διαφορετικά χαρακτηριστικά. Υπάρχουν όμως και χιλιάδες άλλοι ενήλικες, που είναι προτιμότερο να εντρυφήσουν στη σιωπή, αντί να απαιτούν και να περιμένουν από τα παιδιά τους την μεγάλη αλλαγή, ενώ αυτοί παίζουν στοιχήματα στα πρακτορεία του ΠΡΟΠΟ.  

Ο Μάνος Χατζιδάκις, χαρακτηρισμένος… λαθεμένα δεξιός, αλλά στην ουσία ακραιφνής αριστερός, έλεγε: «Δεν με ενδιαφέρουν όλοι οι νέοι, παρά μόνο αυτοί που έχουν ποιητική προοπτική. Από τους νέους θα βγουν οι αυριανοί βασανιστές, οι ανάλγητοι και οι αυριανοί φασίστες». Κι εγώ θα πρόσθετα: «Από τους νέους θα βγουν και οι αυριανοί πολιτικοί, σαν τα κέρινα ομοιώματα της Βουλής των Εφήβων». 

Πιστεύω τελικά,  ότι η ελπίδα είναι το άλλο μισό του φόβου και δεν μας τιμά να ικετεύουμε τη γενναιοδωρία της. Το μόνο που μας χρειάζεται είναι να σβήσουμε από τον κατάλογο, τους επιμηθείς, τους ιδιοτελείς, τους καναπεδόφιλους και τα μαντρόσκυλα των κομμάτων. Και στη θέση τους να σημειώσουμε, τους προμηθείς, τους ανιδιοτελείς, τους «πεζοδρομιακούς» αγωνιστές και τους ελεύθερους να κρίνουν τις λειτουργίες και αποφάσεις των κομμάτων τους. Παράλληλα, να κλείσουμε το φαιδρό παραμύθι των ώριμων και ανώριμων γενεών και να βρούμε έμψυχο υλικό για την πορεία της κοινωνικής και πολιτικής μας ζωής, μέσα από την διαστρωματικότητα όλων των ηλικιών. 

Ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Μανώλης Γλέζος, στα ενενήντα τους αντιστέκονται ακόμη και τρέχουν στα πεζοδρόμια. Οι εικοσιπεντάχρονοι ποδοσφαιριστές της εθνικής μας, μαζί με πολλούς άλλους από εμάς, νιώθουμε υπερήφανοι, που κερδίσαμε την ομάδα του εξαθλιωμένου λαού της Ακτής του Ελεφαντοστού, ασχέτως αν είμαστε το προτεκτοράτο της Μέρκελ. Αγαπώ και βλέπω ποδόσφαιρο, αλλά εκτιμώ ποδοσφαιριστές σαν τον Ντρογκμπά, που δήλωσε επανειλημμένα: «Ο λαός μου πεινάει και πρέπει τα πράγματα ν’ αλλάξουν». Κάτι τέτοιο περίπου λαχταρούσα να ακούσω από τον Καραγκούνη των 37 ετών.

 

Γι’ αυτό, στον κάθε «ήρωα» Ελληνα ποδοσφαιριστή, αφιερώνω το απόσπασμα από την ποίηση του Μπερνάρ Νταντιέ, λυρικού ποιητή, από την ηττημένη Ακτή του Ελεφαντοστού: «Σκουπίσου Αφρική / Σκούπισε τα δάκρυά σου! / Τα παιδιά σου ξαναγυρνούν σε σέ / Επειτα από μέρες καταιγίδων /».