Πέμπτη, 06 Οκτωβρίου 2011 19:34

Ποια είναι τελικά η αλήθεια για τους δημόσιους υπαλλήλους;

Γράφτηκε από την

Αραγε πότε λέει η κυβέρνηση την αλήθεια για τους δημοσίους υπαλλήλους; Όταν ο Γ. Παπανδρέου δικαιολογεί τα Μνημόνια και το Μεσοπρόθεσμο ως αναγκαία για να πληρωθούν οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων μαζί με τις συντάξεις, οπότε αφού αξίζει να καταστραφεί η χώρα για τους μισθούς τους, μάλλον είναι απαραίτητοι για όλους μας; Ή όταν ο Θ. Πάγκαλος τους εγκαλεί γιατί κάνουν απεργίες και κλείνουν τους δρόμους υπερασπιζόμενοι τα 1.000 ευρώ που αδίκως παίρνουν;
Πόσοι είναι τελικά οι δημόσιοι υπάλληλοι; Είναι στα αλήθεια 1.000.000, όπως επιμένει να λέει ο Λοβέρδος, ένα χρόνο μετά την πολυδάπανη απογραφή των δημοσίων υπαλλήλων που τους έβγαλε 768.009; Και γιατί δεν μπορεί να υπολογιστεί ο μυστηριώδης αριθμός με την αξιοποίηση των στοιχείων της μισθοδοσίας από τις δημόσιες υπηρεσίες;
Η υπόθεση δεν είναι απλή, καθώς η προπαγάνδα για τους δημοσίους υπαλλήλους είναι βασικός πυλώνας στην ιδεολογική επίθεση που έχει εξαπολύσει η κυβέρνηση της οικονομικής φρίκης για να κερδίσει αν όχι την αποδοχή της εργαζόμενης πλειοψηφίας, τουλάχιστον τη διάσπασή της και την ανοχή κάποιων κομματιών στην πολιτική της.
Προσανατολίζοντας τη συζήτηση στο δημοσιοϋπαλληλικό μισθό που «γονάτισε την οικονομία» μένουν απ’ έξω οι πραγματικές αιτίες της χρεοκοπίας. Ποιοι τοκογλυφικοί μηχανισμοί γιγάντωσαν το χρέος, πώς η διαπλοκή επέβαλλε επιλογές επιζήμιες σε βαθμό εγκλήματος για τα δημόσια οικονομικά, πού πήγαν τα λεφτά. Η Ζίμενς, τα υποβρύχια που γέρνουν, τα άχρηστα ολυμπιακά έργα, τα «δομημένα ομόλογα» μένουν στο απυρόβλητο και οι ένοχοι επαναλαμβάνουν «μαζί τα φάγαμε».
Από κοντά πλασάρεται και η ανάγκη να κλείσουν δημόσιες υπηρεσίες για λόγους οικονομίας. Κλείνουν σχολεία και νοσοκομεία που εξυπηρετούν ανελαστικές ανάγκες, αλλά ακριβοπληρωμένοι σύμβουλοι, παρασύμβουλοι και πολυπληθή υπουργικά – βουλευτικά γραφεία μένουν ακλόνητα.
Επίσης βασική πλευρά αυτής επίθεσης αφορά τις εργασιακές σχέσεις, με το βάρος να πέφτει στον ιδιωτικό τομέα. Δεν είναι τυχαίο αυτό που προβλέπεται στο «Σύμφωνο για το ευρώ» του περασμένου Μαρτίου, ότι δηλαδή πρέπει να υπάρχει «µέριµνα ώστε οι µισθολογικές συµφωνίες στο δηµόσιο τοµέα να στηρίζουν τις προσπάθειες που καταβάλλονται στον ιδιωτικό τοµέα ως προς την ανταγωνιστικότητα (λαµβανοµένης υπόψη της σηµαντικής ψυχολογικής επίδρασης των µισθών του δηµόσιου τοµέα)».
Μια άλλη πλευρά αφορά την προσπάθεια εμπέδωσης της άποψης «ότι το Δημόσιο δεν δουλεύει», που είναι κρίσιμη ιδεολογική προϋπόθεση για την αποδοχή των ιδιωτικοποίησεων. Έτσι συγκαλύπτεται η πραγματικότητα που λέει ότι όταν αναλαμβάνουν την ευθύνη οι επιχειρήσεις, τα πράγματα γίνονται χειρότερα, όπως στις ιδιωτικές αστικές συγκοινωνίες της Θεσσαλονίκης, που κάνουν το βίο αβίωτο σε εκατοντάδες χιλιάδες κατοίκους του νομού με καθημερινή ταλαιπωρία και ακριβό εισιτήριο.
Ακούμε συχνά πως στην Ελλάδα δουλεύουν πάρα πολλοί στο Δημόσιο, περίπου ένα εκατομμύριο, κάτι υποτίθεται που δεν συμβαίνει πουθενά στον κόσμο. Πρόκειται για έναν από τους ισχυρούς πολιτικούς μύθους που στην εποχή του Μνημονίου έχει γίνει σημαία για την κυβέρνηση, τα δημοσιογραφικά «παπαγαλάκια» της και τους ενσωματωμένους στο «στρατό» ΕΕ και ΔΝΤ επιστήμονες. Στην πραγματικότητα, από πουθενά δεν προκύπτει πως υπάρχουν ένα εκατομμύριο δημόσιοι υπάλληλοι.
Η απογραφή των δημοσίων υπαλλήλων που πραγματοποιήθηκε το 2010 δεν έδειξε κάτι τέτοιο. Εκεί καταγράφηκαν 768.009 άτομα. Και πάλι όμως, ο αριθμός αυτός δεν αντιστοιχεί με τους μόνιμους δημοσίους υπαλλήλους. Αν αφαιρέσουμε τους υπαλλήλους ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, συμβασιούχους έργου, τους αιρετούς και κάποιες άλλες κατηγορίες μένουν 625.738 μόνιμοι υπάλληλοι, δικαστικοί και δημόσιοι λειτουργοί. Σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται περίπου 160.000 ένστολοι του στρατού και των σωμάτων ασφαλείας καθώς και 13.000 παπάδες. Αξίζει να σημειωθεί ότι στο σύνολο των 768.009 υπαλλήλων της απογραφής, οι 470.981 βρίσκονται σε ηλικίες άνω των 40.
Το παράξενο δεν είναι ότι προέκυψε ο συγκεκριμένος αριθμός, αλλά ότι ήταν ήδη ...γνωστός, καθώς στον τότε ισχύοντα προϋπολογισμό καταγράφονται μισθοδοτούμενοι 511.913 μόνιμοι υπάλληλοι (χωρίς ένστολους και ιερείς), ενώ ανάλογα είναι τα νούμερα στην έκθεση του υπουργείου Εσωτερικών για το τέλος του 2009. Η καθόλου αθώα αυτή αναζήτηση μιας γνωστής απάντησης δεν είναι παρά ένα επικοινωνιακό, προπαγανδιστικό τέχνασμα για να απαξιωθούν εξαρχής οι εργαζόμενοι στο δημόσιο τομέα. Όταν η κυβέρνηση δηλώνει ότι δεν ξέρει πόσοι δουλεύουν στο Δημόσιο, το μήνυμα που στέλνει είναι πως έγινε χαμός με το ρουσφέτι και οι προσλήψεις από το παράθυρο. Άρα η μείωση των αποδοχών γίνεται και γιατί δεν αξίζουν, το χτύπημα των εργασιακών δικαιωμάτων γίνεται μήπως δουλέψουν λίγο και η απόλυση, μεθοδεύεται για να φύγει το «περίσσευμα».
Το ΠΑΣΟΚ επενδύει σε τέτοιο βαθμό σε αυτού του είδους την προπαγάνδα, ώστε εάν προχωρήσει στο δημοψήφισμα παρωδία που προετοιμάζει, θα βάλει σε κεντρική θέση το ερώτημα για την κατάργηση της διάταξης του Συντάγματος που προβλέπει τη μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων. Καθόλου τυχαία πρωταγωνιστούν στην αναπαραγωγή του «ενός εκατομμυρίου» αυτοί που έχουν αφήσει τη σφραγίδα τους στη χρεοκοπία και στην ισοπέδωση των κοινωνικών δικαιωμάτων και του βιοτικού επιπέδου. Το περίφημο «ένα εκατομμύριο» στηλιτεύεται από το ΕΒΕΑ του γνωστού Μίχαλου που επικαλείται «μελέτη» μιας(!) σελίδας, μέχρι τον Α. Λοβέρδο που διέλυσε τη δημόσια υγεία και κοινωνική ασφάλιση ή τον Θ. Πάγκαλο, το απολίθωμα της εποχής Σημίτη που θα μείνει στην ιστορία για τα Ίμια, τον Οτσαλάν και την κουμπαριά με τον Κόκκαλη.
Αν συγκρίνει κανείς το ποσοστό των δημοσίων υπαλλήλων σε σχέση με το σύνολο των εργατικού δυναμικού στην Ελλάδα με άλλες χώρες της Ευρώπης, θα δει ότι παρά τα θρυλούμενα, η χώρα μας δεν είναι μια εξαίρεση με έναν υπερτροφικό στρατό δημοσίων υπαλλήλων. Στο πλαίσιο της Έκθεσης Ανταγωνιστικότητας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, πραγματοποιήθηκε μια ενδιαφέρουσα επιστημονική έρευνα για το δημόσιο τομέα στην Ευρώπη, την οποία έφερε στο προσκήνιο ο Ιός της Ελευθεροτυπίας (19/9/2010). Η έρευνα που επιμελήθηκαν ερευνητές από τα πανεπιστήμια Στρασβούργου και Μαγδεμβούργου καθώς και από το Αυστριακό Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών δείχνει με βάση συγκεκριμένα στοιχεία ότι σε ένα κατάλογο 17 ευρωπαϊκών χωρών, η Ελλάδα με 11,4% στην αναλογία των δημοσίων υπαλλήλων προς το σύνολο των εργαζομένων, βρίσκεται στη 14η θέση. Προηγούνται όπως θα περίμενε κανείς χώρες σαν τη Σουηδία με 30% και τη Δανία με 29%, αλλά ακόμη και η Μεγάλη Βρετανία της θατσερικής λαίλαπας έχει μεγαλύτερο ποσοστό δημοσίων υπαλλήλων φτάνοντας το 17,8%.
Μερικοί αναρωτιούνται μήπως ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων ακόμα και αν δεν είναι υπερβολικός, είναι μεγάλος για τις δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας. Η κυβερνητική προπαγάνδα επιμένει πως τα δάνεια της τρόικας πηγαίνουν σε μισθούς και συντάξεις, ενώ αυτή ήταν και η δικαιολογία του Καρατζαφέρη όταν εντάχθηκε στους πρόθυμους του ΔΝΤ. Όμως το 2010 οι μισθοί του δημοσίου ήταν 19 δισ. (από 25,5 το 2009), όταν τα τοκοχρεολύσια που πληρώθηκαν έφτασαν τα 41,4 δισ. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2000 –πριν το ευρώ και τη διεύρυνση της ΕΕ στην ανατολική Ευρώπη– οι μισθοί του ελληνικού Δημοσίου αντιστοιχούσαν στο 9,3% του ΑΕΠ, κάτω δηλαδή από το μέσο όρο της ΕΕ που ήταν 10%. Ακόμα και το σημερινό κράτος της φοροασυλίας του κεφαλαίου θα μπορούσε να καλύψει τις ανάγκες του, αν έλειπε η εξυπηρέτηση του χρέους.
Αυτό που χρειάζονται οι εργαζόμενοι και η κοινωνία είναι ένας δημόσιος τομέας που θα διευρυνθεί και θα αλλάξει. Που θα καλύψει όλες τις κενές θέσεις που προκύπτουν από τις κοινωνικές ανάγκες και θα τις καλύψει με μόνιμες προσλήψεις κι αξιοπρεπείς αμοιβές. Αλλαγή προσανατολισμού λοιπόν, καταρχήν από το Δημόσιο που είναι υπερτροφικό στις δυνάμεις καταστολής και στα υπουργικά γραφεία, αλλά καχεκτικό στα σχολεία, την υγεία, τις κοινωνικές υπηρεσίες των δήμων. Μαζικές προσλήψεις στη συνέχεια με μόνιμο προσωπικό για να μπει τέρμα στο μηχανισμό των συμβασιούχων και το δουλεμπόριο των ΜΚΟ. Οι προσωρινά εργαζόμενοι, πότε εδώ και πότε εκεί, δεν μπορούν να αποδώσουν στη θέση τους, αλλά και να εμπεδώσουν μια λογική κοινωνικής προσφοράς. Ειδικά όταν οφείλουν τη θέση τους στο βουλευτή ή στο διαπλεκόμενο. Έτσι γεννιέται το Δημόσιο της λούφας.
Αυτές οι μαζικές προσλήψεις θα είναι «ανάσα» μέσα στην ασφυξία που δημιουργεί η έκρηξη της ανεργίας και έτσι η κοινωνία θα μπορέσει να αξιοποιήσει το επιστημονικό και εργατικό δυναμικό που προορίζεται από το Μνημόνιο να γεράσει σε δουλειές του ποδαριού ή στην ανεργία. Παράλληλα, θα σημάνουν μια σημαντική βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και του εισοδήματος των εργαζομένων, με την αναζωογόνηση των κοινωνικά αναγκαίων υπηρεσιών που σήμερα βρίσκονται σε οριακό σημείο. Τα σχολεία άνοιξαν χωρίς βιβλία, αλλά και χωρίς εκπαιδευτικούς, στα νοσοκομεία και τα κέντρα υγείας η έλλειψη προσωπικού παίρνει εκρηκτικές διαστάσεις, οι υπηρεσίες καθαριότητας των δήμων διαλύονται κ.ο.κ. Η κρίση οδηγεί άμεσα στην επιβάρυνση του χτυπημένου λαϊκού εισοδήματος και προοπτικά στην παροχή των υπηρεσιών μόνο στους έχοντες.
Αυτή η κυβέρνηση – αυτή η πολιτική έχει βάλει στο στόχαστρο το σύνολο των εργαζονένων, το σύνολο της κοινωνίας προς όφελος μιας χούφτας τραπεζιτών και μεγαλοεπιχειρηματιών. Όσο πιο γρήγορα αυτό γίνει κατανοητό από την εργαζόμενη πλειοψηφία τόσο λιγότερα θα αναγκαστεί να υποστεί. Η απάντηση θα πρέπει να είναι άμεση, συνολική και καθολική στην κατεύθυνση ανατροπής αυτής της πολιτικής και όλων των εκφραστών της.

Παναγιώτης Κάτσαρης 
Μέλος της Τ.Ε. της ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α. Ν. Μεσσηνίας