Τετάρτη, 09 Νοεμβρίου 2016 18:37

Επί Τάπητος: Για την πόλη και τα “προικιά” της...

Γράφτηκε από τον
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(2 ψήφοι)

Η Καλαμάτα δεν είναι απλώς στο Νότο, είναι στραμμένη και στο Νότο. Δηλαδή η προσοχή και το ενδιαφέρον της πόλης, των παραγόντων αλλά και της πλειοψηφίας των ανθρώπων της είναι στραμμένη προς τη θάλασσα, με την οποία συνδέουν κάθε τι που αναφέρεται στο μέλλον της πόλης. Μια τέτοια διαπίστωση είναι αυταπόδεικτη νομίζω και δεν χρειάζεται αναλύσεις.

Το γεγονός ότι... δεν ήταν πάντα έτσι, είναι κάτι που έχει ενδιαφέρον να επισημανθεί. Την εποχή που τα αυτοκίνητα δεν υπήρχαν ή αποτελούσαν προνόμιο των λίγων, η πόλη έβλεπε προς το Βορρά. Αν σκαλίσει κανείς κάποια παλιά φωτογραφικά αρχεία, θα βρει αμέτρητες εικόνες από εξορμήσεις των Καλαματιανών στη Βελανιδιά, τον Αγιάννη (Καρβούνη), τους Αγίους Αναργύρους και τους καταρράκτες του Νέδοντα. Μικρές αποδράσεις στη φύση με την ευκαιρία διάφορων γιορτών, αποτελούσαν μέρος της αναψυχής των ντόπιων μέχρι και τα σχετικά νεότερα χρόνια. Σήμερα δεν είναι λίγοι εκείνοι που αγνοούν όχι μόνον το γεγονός αλλά και τα σημεία που βρίσκονται οι τοποθεσίες αυτές. Και φυσικά δεν είναι καθόλου τυχαίο αυτό, αφού κανένας δεν “σπρώχνει” προς τις περιοχές στον ημιορεινό όγκο βορείως της Καλαμάτας. Και το ρήμα “σπρώχνω” εν προκειμένω έχει να κάνει με την ώθηση σε εναλλακτικές λύσεις αναψυχής, την οποία προς το παρόν καλλιεργούν μόνον φυσιολατρικά σωματεία. Το αυξανόμενο ενδιαφέρον για τις εξορμήσεις τους και σε περιοχές μακριά από την Καλαμάτα, υποδηλώνει μια γενικότερη τάση “ανακάλυψης” εκείνων που παραμένουν μακριά από τον “πολιτισμό” της καταναλωτικής κοινωνίας και τα πρότυπα που καλλιεργούνται. Εναν “πολιτισμό” που ταυτίζει την ψυχαγωγία με τον καφέ και το φραπεδόγαλο, το “παρκάρισμα” σε καρέκλες και ξαπλώστρες, το σουλατσάρισμα στους δρόμους με τα εμπορικά και πάει λέγοντας. Οσο και αν είναι ενοχλητική μια τέτοια προσέγγιση των πραγμάτων, φωτογραφίζει απλώς εκείνο που καθημερινά ξετυλίγεται μπροστά μας, στο οποίο συμμετέχουμε σχεδόν όλοι. Και το πρόβλημα δεν είναι να απορρίψει κάποιος στοιχεία της καθημερινότητας, αλλά να την πλουτίσει με όσα η φύση και οι παλαιότεροι “προίκισαν” την πόλη. Η Πολιτιστική Πρωτεύουσα χρειάζεται να αναδείξει αυτή την προίκα.

Αφετηρία στην αναζήτηση, η περιαστική Καλαμάτα. Είναι αλήθεια ότι έχει εδώ και πολύ καιρό τραυματιστεί το φυσικό περιβάλλον με την κατασκευή εγκαταστάσεων μέσα στην κοίτη του Νέδοντα και φυσικά με την κατασκευή του αυτοκινητόδρομου. Οι κάτοικοι στο όριο της περιοχής αυτής διαμαρτυρήθηκαν έντονα για την απόφαση του δήμου να εγκαταστήσει στο πεδίο βολής σταθμό μεταφόρτωσης σκουπιδιών. Η δημοτική αρχή από καιρό έχει κάνει γνωστές τις προθέσεις της να προχωρήσει σε νέα επέμβαση με την κατασκευή ανοιχτού θεάτρου, ουσιαστικά στην κοίτη του Νέδοντα όπως προσδιορίζεται με βάση τη λεκάνη απορροής. Πρόκειται για μια σειρά παρεμβάσεων εκ των οποίων άλλες είναι μη αναστρέψιμες (αυτοκινητόδρομος) και άλλες αναστρέψιμες με την επαναφορά της κοίτης του Νέδοντα στα πραγματικά της όρια και την αποτροπή εγκατάστασης σταθμού μεταφόρτωσης (και φυσικά ανοιχτού θεάτρου). Από πολλές πλευρές πλέον υιοθετείται η άποψη ότι η περιοχή βορείως της Καλαμάτας θα πρέπει να προστατευτεί και να αποτελέσει ζώνη περιαστικού πρασίνου και αναψυχής. Μια τέτοια αλλαγή όχι μόνον θα δώσει εναλλακτικές μορφές αναψυχής για τους Καλαματιανούς, αλλά μπορεί να αποτελέσει και “όπλο” στην επιδίωξη να καταστεί η πόλη προορισμός τονώνοντας το φυσιολατρικό ενδιαφέρον των επισκεπτών. Η ξεχασμένη προ πολλού υπόθεση του περιαστικού άλσους της Βελανιδιάς, που εγκαταλείφθηκε μετά τα πρώτα βήματα, η ευχερής και σηματοδοτημένη προσπέλαση στους καταρράκτες, η αποκατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος στην κοίτη του Νέδοντα, οι ήπιες εγκαταστάσεις αναψυχής σε διάφορα σημεία της μεγάλης αυτής ζώνης, είναι μερικά από τα ζητήματα που μπορούν να τεθούν προς συζήτηση. Και είναι βέβαιο πως θα υπάρξουν και άλλες ιδέες, όπως προκύπτει από συζητήσεις με συμπολίτες που ενδιαφέρονται.

Να κατέβουμε όμως λίγο πιο κάτω, στην παλιά Καλαμάτα. Πολλά από τα στοιχεία της παλιάς πόλης έχουν διασωθεί χάρις στις επεμβάσεις που έγιναν μετά το σεισμό στο ζήτημα των διατηρητέων. Σε σημαντικό βαθμό αναδεικνύεται η μορφή του κέντρου της πόλης στις αρχές του 20ού αιώνα όταν πλέον είχε διαμορφωθεί το βασικό οδικό δίκτυο και η οικονομική ευρωστία των αστών επέτρεπε κατασκευές κτηρίων με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Πέρα από κάθε αμφιβολία, εκτός ελαχίστων ιδιαίτερων εξαιρέσεων, τα κτήρια που αναπαλαιώθηκαν βρίσκονται σε ζώνες που παρουσιάζουν εμπορικό ενδιαφέρον. Το κόστος για τέτοιους είδους επεμβάσεις είναι μεγάλο και αν δεν υπάρχει ανάλογη ωφέλεια απόσβεσής του τουλάχιστον, είναι πολύ δύσκολο για κάποιον να προχωρήσει σε εργασίες αποκατάστασης. Γιατί κάποια κτήρια μια εποχή μπορεί να ανήκαν σε έχοντες, στη συνέχεα έχουν βρεθεί για διάφορους λόγους σε χέρια ανθρώπων με μικρά ή μεσαία εισοδήματα, που δεν μπορούν να αντέξουν το κόστος. Ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις υπεισέρχονται κληρονομικοί παράγοντες που φρενάρουν οποιαδήποτε ιδέα επεμβάσεων. Δυστυχώς και παρά τις επισημάνσεις, οι δημοτικές αρχές εδώ και πολλά χρόνια άφησαν την υπόθεση αυτή στην τύχη της. Σε σημείο μάλιστα να υπάρχουν κτήρια του δήμου τα οποία κρέμονται σε καίρια σημεία της πόλης. Μετά λύπης διαπιστώνει κάποιος ότι η δημοτική αρχή στην τρίτη θητεία του δημάρχου Παν. Νίκα ασχολείται με οποιοδήποτε άλλο ζήτημα εκτός από αυτό των διατηρητέων. Δεν επεξεργάστηκε ποτέ μια πολιτική για το ζήτημα, δεν οργάνωσε καμία συζήτηση γι' αυτό, δεν αναζήτησε λύσεις σε διάφορα επίπεδα. Και δυστυχώς σήμερα η διάσωση της ιστορικής κληρονομιάς του τόπου μοιάζει με “πολυτέλεια”, την ώρα που μεγάλα ποσά κατευθύνονται σε πλακοστρώσεις και πεζοδρόμια. Επειδή “ποτέ δεν είναι αργά”, θα πρέπει επιτέλους να ανοίξει η συζήτηση και να αναζητηθούν λύσεις.

Πηγαίνοντας πιο πίσω, θα φθάσουμε στα αρχαία. Της πλατείας Υπαπαντής βεβαίως που έχουν καταχωθεί από το 1961 όταν από τη σωστική ανασκαφή που διενεργήθηκε από τον αρμόδιο έφορο Αρχαιοτήτων Νικόλαο Γιαλούρη, αποκαλύφθηκαν θεμέλια και τοίχοι μεγάλου οικοδομήματος δημόσιου χαρακτήρα. Με βάση τα ευρήματα, το οικοδόμημα χρονολογείται από τα ελληνιστικά ως τα ύστερα ρωμαϊκά χρόνια, ενώ από τα κεραμικά που βρέθηκαν προκύπτει η συνεχής κατοίκηση της περιοχής. Τότε κάποιοι φρόντισαν να κλείσει στα γρήγορα η υπόθεση και μετά από 55 χρόνια παραμένει θαμμένη, παρά το γεγονός ότι με ένταση ήρθε στο φως το θέμα πολλές φορές τα τελευταία χρόνια. Πρόκειται για μια ακατανόητη στάση των τοπικών παραγόντων οι οποίοι θα έπρεπε να έχουν σηκώσει γη και ουρανό για να ολοκληρωθεί η ανασκαφική έρευνα σε όλη την περιοχή, να έρθει στην επιφάνεια το σύνολο των αρχαιοτήτων που διασώθηκαν θαμμένες στο χώμα και μετά να αποφασιστεί με ποιο τρόπο θα γίνει η διαχείρισή τους. Κανένας δεν γνωρίζει τι έγινε τότε, όταν μπήκαν οι μπουλντόζες για την “ανάπλαση” της πλατείας Υπαπαντής. Αλλωστε είχε επικρατήσει ο νόμος της σιωπής καθώς εκκλησιαστικοί παράγοντες φαίνεται πως θεώρησαν ότι τα αρχαία... μπαίνουν στα χωράφια τους. Και πολλές εκσκαφές στην περιοχή έγιναν “νύχτα” (κυριολεκτικά και μεταφορικά). Η πόλη δεν μπορεί να κρατά θαμμένο το παρελθόν της. Οφείλει να συμβάλει στην ανάδειξή του πλουτίζοντας τη γνώση για το παρελθόν της και βγάζοντας στο φως τα μνημεία της με την χρήση των νέων μεθόδων και αντιλήψεων γι' αυτά.

Κάποιες σκέψεις για πράγματα που δεν συζητιούνται. Με αυταπόδεικτη αξία, αλλά έξω από την ατζέντα της τοπικής εξουσίας. Και με τους περισσότερους πολίτες θεατές για όσα τους αφορούν, αλλά δεν προσφέρουν θέαμα και χαβαλέ. Μπορούν να αλλάξουν πολλά πράγματα που θα κάνουν καλύτερη την πόλη, την καθημερινότητα του πολίτη και την προοπτική της. Χωρίς την ενεργό συμμετοχή των πολιτών όμως, τα πράγματα θα κυλάνε τυχαία και θα εδραιώνεται η λογική “ό,τι κάτσει” και “ό,τι πιάσει”...

Τελευταία τροποποίηση στις Τετάρτη, 09 Νοεμβρίου 2016 18:39