Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Τετάρτη, 14 Νοεμβρίου 2018 17:30

Eπί Τάπητος: Πώς γίνεται να “μην υπάρχουν χέρια”;

Γράφτηκε από τον
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(2 ψήφοι)
Eπί Τάπητος: Πώς γίνεται να “μην υπάρχουν χέρια”;

Για μια ακόμη χρονιά όλοι βιαζόμαστε να μαζέψουμε τις ελιές, μήπως και αποφύγουμε την παραγωγή... γράσου, αλλά η μεγάλη πλειοψηφία αδυνατεί να προχωρήσει καθώς τα συνεργεία που μπορούν να κάνουν λιγότερο ή περισσότερο τη δουλειά είναι “είδος εν ανεπαρκεία”.

Πέρυσι ήταν οι βροχές που δυσκόλεψαν τα πράγματα στην ελαιοσυλλογή, φέτος είναι ο δάκος. Επειδή δεν έχει νόημα κάθε φορά να προσπαθείς να πεις τα... ίδια πράγματα με άλλα λόγια, προσφεύγω για μια ακόμη φορά στην επανάληψη. Ενα άρθρο λοιπόν γραμμένο πέρυσι στο τέλος της χρονιάς, αναφερόμενο στο ίδιο πρόβλημα, σε άλλες συνθήκες αλλά με τις ίδιες παραμέτρους:

«Χωρίς περιστροφές εξ αρχής θα έλεγα ότι με τις συνθήκες που δημιουργούνται μάλλον θα πρέπει να θεωρείται αβέβαιο το μέλλον της παραγωγής. Εδώ και πολλά χρόνια μεγαλώνει σταθερά το ποσοστό των ανθρώπων που είναι ιδιοκτήτες, αλλά μένουν μακριά από το χωριό και μικρή σχέση έχουν με την καλλιέργεια. Είναι η φυσική εξέλιξη της μετακίνησης των πληθυσμών προς τα αστικά κέντρα αλλά και το εξωτερικό σε αναζήτηση εργασίας και καλύτερων συνθηκών ζωής. Οσο περνάει ο καιρός όμως, τόσο περισσότερο “αποξενώνεται” ο ιδιοκτήτης από την ιδιοκτησία. Και αυτό γιατί πρακτικά δεν είναι σε θέση να καλλιεργήσει και πολύ περισσότερο να μαζέψει τις ελιές. Η δουλειά θέλει γνώση και χέρια, συστηματική και από κοντά παρακολούθηση και συμμετοχή σε όλη τη διαδικασία. Τα χέρια όμως λιγοστεύουν όλο και περισσότερο, όπως και η αποτελεσματικότητα. Παρά το γεγονός ότι η παραγωγικότητα βελτιώνεται και η τεχνολογία ελαιοσυλλογής κάνει βήματα, ο ανθρώπινος παράγοντας παραμένει και θα παραμένει αναντικατάστατος. Η καλλιέργεια δεν είναι για ερασιτέχνες και απλώς... ιδιοκτήτες, γίνεται όλο και περισσότερο απαιτητική για κάποιον που θέλει να είναι και παραγωγική. Χωρίς κλαδευτές και συνεργεία εξειδικευμένα και παραγωγικά, η ελαιοκαλλιέργεια δεν έχει μέλλον. Αν σήμερα διαπιστώνουμε πολύ περισσότερες δυσκολίες σε σχέση με το παρελθόν, μπορείτε να σκεφθείτε τι θα γίνει όταν οι ιδιοκτησίες περάσουν στην επόμενη γενιά. Η οποία όχι μόνο έχει σχεδόν μηδενική σχέση με τη γη, αλλά αισθάνεται “ξένη” προς αυτήν. Πολλοί δεν γνωρίζουν όχι μόνο τα όρια αλλά και το... κατά πού πέφτουν τα κτήματα. Και φυσικά δεν έχουν κανένα σκοπό να επιστρέψουν στο χωριό, με το οποίο οι δεσμοί είναι πλέον ελαχιστότατοι. Εννοείται πως υπάρχουν εξαιρέσεις, αλλά αυτές δεν μπορούν να αλλάξουν τη γενική τάση.

Ολη αυτή την ιστορία μπορεί να την αντιληφθεί κανείς παρακολουθώντας τα όσα συμβαίνουν αυτή την εποχή στα κτήματα και τα ελαιοτριβεία. Οταν βλέπει πλέον όχι απλώς μεγαλωμένους αλλά γέροντες να καταφθάνουν στο χωριό, προσπαθώντας να οργανώσουν την επιχείρηση “ελαιοσυλλογή” και να κρατήσουν “με τα δόντια” την παραγωγή τους. Και η πραγματικότητα που διαμορφώνεται αποκαλύπτεται μια χρονιά, κατά την οποία οι έντονες βροχοπτώσεις δείχνουν και τη σημασία που έχει για την αγροτική παραγωγή ο ανθρώπινος παράγοντας, η εκπαίδευση και η εξειδίκευση εκείνων που μπορούν να απασχοληθούν στη γεωργία. Είναι εύκολο να εντοπίσει κάποιος τέτοιου είδους ζητήματα, το δύσκολο είναι να δοθούν λύσεις σε αυτά. Γιατί οι λύσεις δεν μπορεί παρά να είναι αντικείμενο μελέτης και ενασχόλησης με το θέμα, κάτι που είναι ζήτημα ενασχόλησης των θεσμικών και συλλογικών φορέων της Πολιτείας και των αγροτών. Το πρόβλημα δεν βρίσκεται στην “αριθμητική” έλλειψη εργατικών χεριών, αλλά στην έλλειψη εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού για την ελαιοκαλλιέργεια. Και οργανωμένων συνεργείων που θα μπορούσαν να είναι αποτελεσματικά. Βεβαίως υπάρχουν τέτοια σε κάθε χωριό και περιοχή, πλην όμως είναι... περιζήτητα και πολλές φορές οι πελάτες περιμένουν... στην ουρά για να έρθει η σειρά τους. Βεβαίως θα ήταν παράλογο να περιμένει κανένας σε πέντε ημέρες να μαζευτούν όλες οι ελιές ή να έχει... στην τσέπη του ο καθένας συνεργείο όποτε θελήσει. Αυτό αποτελεί την άλλη άκρη και αιτία για εντάσεις σε πολλές περιπτώσεις. Πολλές φορές και εν γνώσει της αδυναμίας τους, οι ιδιοκτήτες οδηγούνται στη λύση των “μισιακών”. Ετσι όπως πάνε τα πράγματα όμως, στο τέλος δεν θα υπάρχουν ενδιαφερόμενοι να πάρουν μισιακά. Γιατί δεν ξέρουν τι να πρωτομαζέψουν, ειδικά όταν οι ιδιοκτήτες πιέζουν να μαζευτούν τα... δικά τους μισιακά.

Το πηγαίνω από εδώ, το πηγαίνω από εκεί, για να καταλήξω στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν “θέσεις εργασίας” στην πρωτογενή παραγωγή και θα δημιουργούνται όλο και περισσότερες όσο περνούν τα χρόνια και οι ιδιοκτήτες βρίσκονται σε αδυναμία να καλλιεργήσουν και να συγκομίσουν. Φυσικά δεν είναι... μόνιμες, είναι όμως σημαντικές ως χρόνος εργασίας, καθώς δεν περιορίζονται μόνο στη συγκομιδή αλλά επεκτείνονται όλο το χρόνο και καλύπτουν το σύνολο της καλλιεργητικής φροντίδας. Με δεδομένο το γεγονός ότι η ανεργία έχει χτυπήσει ταβάνι στη χώρα μας, δεν μπορεί παρά να επισημανθεί η οφθαλμοφανής αντίφαση. Εννοείται πως θα ήταν πέρα από τη ζωή και την πραγματικότητα οι απλουστεύσεις, γιατί και οι άνεργοι δεν είναι κάτι το ομοιογενές και η χειρωνακτική εργασία δεν είναι κάτι που μπορούν να κάνουν όλοι και οι αποστάσεις από τα αστικά κέντρα αποτελούν εμπόδιο σε πολλές περιπτώσεις. Συνυπολογιζομένων όμως όλων αυτών, υπάρχουν (για την ακρίβεια θα έπρεπε να υπάρχουν) άνεργοι που θα μπορούσαν με την κατάλληλη εκπαίδευση και οργάνωση να απασχοληθούν σε καλλιεργητικές εργασίες με αμοιβαία ωφέλεια. Δεν μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο όμως όταν ευρωπαϊκή γραφειοκρατία και πολιτικοί παράγοντες επιδοτούν και χρησιμοποιούν τις ελαστικές μορφές εργασίας για να έχουν στο αγκίστρι τους ανέργους και φθηνό επιστημονικό-εργατικό δυναμικό στους τομείς που τους ενδιαφέρουν. Δεν μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο όταν επιδεικνύεται τέτοια αδιαφορία για το μέλλον της γεωργίας και υποδόρια θεωρείται η απασχόληση σε αυτό τον τομέα ως κάτι το “παρακατιανό”, για το οποίο η ζωή έχει επιλέξει τους μετανάστες. Ορισμένοι από τους οποίους έχουν ενσωματωθεί στις τοπικές κοινωνίες και ζουν τις οικογένειές τους από την αγροτική εργασία, περιζήτητοι πολλές φορές. Ενώ οι πολλοί στήνονται στις πιάτσες περιμένοντας κανέναν ξεμεινεμένο να τους πάρει για ένα μεροκάματο πολύ μικρότερο του συνήθους.

Οι επισημάνσεις αυτές δεν έχουν παρά μόνο εφαπτομενική σχέση με την περίφημη “επιστροφή στο χωριό”. Η οποία δεν έγινε ποτέ μαζικά και δεν θα γίνει για λόγους οι οποίοι “κρύβονται” στα όσα έχουν προαναφερθεί. Αν κάτι είναι κοινό “φρένο” και στις δύο περιπτώσεις, είναι η απουσία γεωργικής εκπαίδευσης. Πρόκειται για μια διαπίστωση που γίνεται συνεχώς από τη στήλη αυτή, αλλά οι παράγοντες διαφόρων επιπέδων βολεύονται με αυτό που υπάρχει και το θεωρούν γεωργική εκπαίδευση. Τη στιγμή που η επαγγελματική εκπαίδευση θεωρείται κάτι σαν “αποθήκη μαθητών” που δεν μπορούν ή δεν θέλουν να ακολουθήσουν τα γενικά λύκεια και οι περισσότεροι των συντελεστών σκοτώνουν την ώρα και το χρόνο τους. Τη στιγμή που στα ΤΕΙ γεωργικής κατεύθυνσης η εισαγωγή γίνεται κατά κανόνα από σπόντα γιατί ο βαθμός δεν έβγαλε σε κάτι “καλύτερο”. Και ελάχιστοι το επιλέγουν ως επαγγελματική προοπτική και ακόμη λιγότεροι ως εφόδιο για την καλλιέργεια. Πέραν τούτων φυσικά δεν υπάρχει από όσο φαίνεται ούτε σκέψη για την εκπαίδευση ανέργων (ή ενδιαφερομένων να επιστρέψουν) στη γεωργία, τη στιγμή που τα πάσης φύσεως κέντρα κατάρτισης παράγουν μαζικά ανέργους διαφόρων ειδικοτήτων. Η γεωργία έχει μέλλον, μπορεί να δώσει απασχόληση, αλλά θα πρέπει να αλλάξουν πολλά. Θα πρέπει να αλλάξουν αντιλήψεις για τη σχέση με τη γη και την καλλιέργειά της. Θα πρέπει να αλλάξει συνολικά το σύστημα γεωργικής εκπαίδευσης. Θα πρέπει να αλλάξει ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει ο πολιτικός κόσμος τη γεωργία. Η οποία μπορεί να πάει μπροστά αλλά χρειάζεται νέους ανθρώπους, νέες δεξιότητες και νέα αντίληψη για τη διαχείριση της γης. Δεν είναι και τόσο “θεωρητικά” όλα αυτά. Το βλέπουμε εμπειρικά να γίνεται σε κάποιες περιπτώσεις, αλλού λιγότερο και αλλού περισσότερο. Και θα μπορούσε να γίνει στοιχείο πολιτικής για μια γεωργία με μέλλον. Τα κλειδιά της είναι στα χέρια εκείνων που διευθύνουν τις τύχες του τόπου από διάφορα επίπεδα. Οι οποίοι δεν έχουν μόνο τα κλειδιά αλλά και την ευθύνη να αναλάβουν πρωτοβουλίες και να καταλάβουν ότι πέρασε ανεπιστρεπτί η εποχή τού “ήρθε ο βουλευτής στο χωριό”...».

Την εποχή του Μεσοπολέμου τα ελαιοταμεία σε συνεργασία με τη Γεωργική Υπηρεσία μετακαλούσαν (και) Ιταλούς ελαιοκλαδευτές για να εκπαιδεύσουν τους ντόπιους για να αναπτυχθεί η ελαιοκομία. Μετά από δεκαετίες και με τα τεχνολογικά μέσα πολύ μακριά από την εποχή της... δέμπλας, οι ελαιοκλαδευτές είναι ζητούμενο. Και όποιος μαθαίνει είτε πρέπει να είναι της... προσκολλήσεως, είτε το κάνει... στου κασίδη το κεφάλι. Κράτος, αυτοδιοίκηση, συνεταιρισμοί, πάσης φύσεως κοπτόμενοι για τη γεωργία περί άλλα τυρβάζουν. Και το καράβι ακυβέρνητο πάει για τα βράχια...

Τελευταία τροποποίηση στις Τετάρτη, 14 Νοεμβρίου 2018 15:42