Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Τετάρτη, 03 Ιουλίου 2019 16:45

Επί Τάπητος: Τα “κηπάρια” στο δημόσιο χώρο

Γράφτηκε από τον
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(2 ψήφοι)

 

Πράσινες” ιστορίες σε ημέρες καύσωνα και είπα να πάμε στην πλατεία της Καλαμάτας και τη διαμόρφωσή της σε μια εποχή που απαθανατίζεται εντυπωσιακά στις καρτ ποστάλ.

Οταν κυριάρχησε η αντίληψη των “κηπαρίων” που αποτυπώθηκε στον άξονα Bορρά - Nότου της πόλης. Τελευταίο “υπόλειμμα” εκείνης της εποχής είναι το πάρκο βορείως του Τελωνείου.

Αρχίζοντας από την ίδια την έκταση της κεντρικής πλατείας θα πρέπει αρχικά να επισημάνουμε πως διαμορφώθηκε μέσα από χίλιες δυσκολίες και “σώθηκε” στο παρά πέντε την εποχή του Mεσοπολέμου. Η έκταση την οποία καταλαμβάνει ήταν κάποτε μέρος της κοίτης του Νέδοντα, ο οποίος κάπου εκεί στο ύψος του “Τριανόν” σχημάτιζε μια διχάλα και διακλαδιζόταν αφήνοντας έναν ενδιάμεσο χώρο που έμεινε ως “Νησάκι”. Παρότι κοίτη, υπήρχαν ιδιοκτησίες και ιδιωτών καθώς με το νόμο του 1837 “περί διακρίσεως κτημάτων”, όταν εγκαταλειπόταν ήταν ιδιοκτησία των παρόχθιων και όχι του Δημοσίου αν ο ποταμός δεν ήταν πλωτός. Με το σχέδιο του 1905 ορίστηκε μια περιοχή ως πλατεία στην οποία υπήρχαν για το λόγο που προαναφέρθηκε και ιδιοκτησίες ιδιωτών. Το 1919 συναντάμε δημοσίευμα στο “Θάρρος” που αναφέρει ότι “εξ ονόματος των κληρονόμων Ηλ. Σταμπολτζή και Δ. Παυλίκου ετέθησαν υπό δικαστικού κλητήρος τα ορόσημα των οικοπέδων των ευρισκομένων εντός της περιφερείας της πλατείας Κωνσταντίνου του Διαδόχου. Διά των οροσήμων ούτω αποκλείεται η πλατεία αύτη, καθ’ όσον επί της Δημαρχίας του κ. Κουτσομητοπούλου οπότε εχησιμοποιήθη το μέρος τούτο ως πλατεία δεν εγένοντο αι αναγκαίαι απαλλοτριώσεις”. Το σχέδιο κυρώθηκε επί δημαρχίας Γ. Κουτσομητόπουλου (1903-1907) οπότε και προσδιορίστηκε ο χώρος της πλατείας, αλλά στη συνέχεια εγέρθηκαν αξιώσεις από τους ιδιοκτήτες. Η μεγάλη διαμάχη όμως του δήμου ήταν με τους κληρονόμους Γρ. Λογοθέτη που κράτησε 6 χρόνια, από το 1924 μέχρι το 1930, όταν τελικά τους αναγνωρίστηκε οριστικό δικαίωμα και υποχρεώθηκε ο δήμος να πληρώσει (μαζί με τους ωφελούμενους περιοίκους). Επρόκειτο για το βορειοανατολικό τμήμα της πλατείας, στο οποίο οι ιδιοκτήτες άνοιξαν ορύγματα και έχτισαν μάντρες όσο διαρκούσε η δικαστική διένεξη.

Η οριστική διαμόρφωση της πλατείας άρχισε να γίνεται λίγα χρόνια αργότερα όταν ήταν δήμαρχος ο Χρήστος Κουμάντος, λίγους μήνες πριν απομακρυνθεί από τη δικτατορία Μεταξά. Οι αποζημιωθέντες κωλυσιεργούσαν να εισπράξουν τα χρήματα, δόθηκε προθεσμία να το κάνουν και ξεκίνησαν τα έργα με βάση τη μελέτη που ήταν έτοιμη από καιρό, καθώς διαβάζουμε στη “Σημαία” στις 5/6/1937: “Με γοργότητα αληθώς ασυνήθη ήρχισαν και συνεχίζονται αι εργασίαι διά τον εξωραϊσμόν της πλατείας Τζανή. Από διημέρου ήρχισεν η πυρετώδης προπαρασκευή διά την εκκαθάρισιν του χώρου. Εργάται κόπτουν τα υπάρχοντα εις τον χώρον εκείνον δένδρα και άλλοι εργάται ασχολούνται με την εκκαθάρισιν και ισοπέδωσιν της πλατείας. Ηδη ο χώρος εκείνος έχει απαλλαγεί από την σκυθρωπήν εμφάνισιν και η πλατεία εντός ολίγου θα έχει λάβει την οριστικήν της διαμόρφωσιν. Κατά τους ειδικούς εις τον χώρον εκείνον, ο οποίος μέχρι τούδε απετέλει αληθή ασχήμιαν και παρίστανε την καρδίαν της πόλεως ως πάσχουσαν από... ατροφίαν, θα γίνουν σημαντικά πράγματα. Θα γίνη δηλαδή ό,τι χρειάζεται διά να αλλάξη εντελώς όψιν το σημείον εκείνον της πόλεως, που αποτελεί πράγματι μίαν από τας σπουδαιοτέρας προσόψεις της. Θα γίνη εν πρώτοις διαρρύθμισις εις τμήματα, εις έκαστον των οποίων θα γίνη και ξεχωριστή καλλιέργεια και φύτευσις της αναλόγου χλωρίδος. Φυτά, άνθη και πρασιαί εις τους ελκυστικώτερους συνδυασμούς, η οποία δεν θα είναι πλέον πλατεία, αλλά ένας χαριτωμένος δημοτικός κήπος. Αληθινός πνεύμων θα είναι διά τας Καλάμας η μέλλουσα πλατεία Τζανή. Και γίνεται πυρετώδης η εργασία διά την συντομωτέραν τελείωσίν του. Ο Δήμαρχος κ. Κουμάντος προσθέτει εις το ενεργητικόν του μίαν ακόμη θετικήν υπηρεσίαν υπέρ της πόλεως. Υπηρεσίαν η οποία θα είναι σωστόν ποίημα και θα ομιλή ευγλώττως περί του Δημάρχου που το συνέγραψεν. Οι κάτοικοι της πόλεως θα δύνανται μετά πάροδον ολίγων μηνών να παίρνουν μέχρις εκεί τον περίπατόν των. Το βλέμμα των θα αναπαύεται επάνω εις τους ωραιότερους συνδυασμούς της χλωρίδας που θα καλύπτη το σημερινόν “αίσχος” και η όσφρησίς των θα συλλαμβάνει τα ελκυστικώτερα αρώματα που αναδίδωνται από τας πλουσίας φυτείας των ποικίλων ανθέων, αντί των σημερινών υπόπτων οσμών, που εκπορεύονται από τους γύρω εκεί μανδροτοίχους. Ισως δε ο πολίτης που θα επισκεφθή αύριον την... τέως πλατείαν Τζανή να έχη την ευχαρίστησιν να καμαρώνη μέσα εις το άνθινον περίγραμμά της και τον ανδριάντα ενός Μεσσηνίου ήρωος ή ενός Μεσσηνίου ποιητού που θα έχη εγερθή εις τον ποιητικόν εκείνον χώρον εις ένδειξιν ευγνωμοσύνης”.

Στα τέλη Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου η δικτατορία απομάκρυνε τον Χρ. Κουμάντο, αλλά είχε ήδη δρομολογηθεί η παρέμβαση και ο δήμος παίρνει απόφαση να επεκτείνει την πλατεία σε μια “μύτη” που υπολειπόταν όπως διαβάζουμε στη “Σημαία” (28/4/1938): “Λαμπρά η πρωτοβουλία του Δήμου Καλαμών όπως προεκτείνη την πλατείαν Γεωργίου του Β’ (πρώην Τζανή) προς νότον μέχρι της οικίας Παναγοπούλου, μεταρρυθμίζων και εξωραΐζων όλον τον προ του ξενοδοχείου “Ακταίον” (τα “Γαλάξια” που προλάβαμε οι μεγαλύτεροι) και του κέντρου “Τριανόν” χώρον. Θα σχηματισθούν εκεί κηπάρια με άνθη και άλλα εξωραϊστικά έργα, θα επιτελεσθούν εις τρόπον ώστε ένα από τα κεντρικώτερα σημεία της πόλεως θα αποβή αληθινή βιτρίνα την οποία θα θαυμάζουν και θα χαίρονται οι ξένοι επισκέπται των Καλαμών”.

Το πετυχημένο σχέδιο διαμόρφωσης κηπαρίων συνεχίστηκε και μετά την απομάκρυνση του Χρ. Κουμάντου. Την επόμενη χρονιά είχαν δημιουργηθεί τα κηπάρια της Σιδηροδρομικού Σταθμού, ενώ στον ομώνυμο δρόμο είχαν φυτευτεί πρασιές, είχε διαμορφωθεί πλατεία και στη νότια πλευρά της σημερινής όπου προγραμματιζόταν να δημιουργηθεί σιντριβάνι, ενώ ήδη το Λιμενικό Ταμείο είχε διαμορφώσει σε κηπάριο το τμήμα βορείως του Τελωνείου. Και έγραφε στη “Σημαία” ο σπουδαίος Μεσσήνιος δημοσιογράφος Γ. Αποστολόπουλος στις 4/7/1939: “Τα αισθητικά αυτά επιτεύγματα είναι τα δύο λαμπρά κηπάρια με τους ισαρίθμους φανοστάτας που ιδρύθησαν εις την διαρρυθμισθείσαν και ασφαλτοστρωθείσαν πλατείαν του σιδηροδρομικού σταθμού, η οποία μέχρι πρότινος απετέλει την αθλιεστέραν βιτρίναν της πόλεως. Είναι ακόμη η δημιουργία πρασιών εκατέρωθεν της ωραίας λεωφόρου του σιδηροδρομικού σταθμού, η δημιουργία των θαυμάσιων δημοτικών κήπων ομού με την τοποθέτησιν φανοστατών εις το ήμισυ της εσχάτως διαρρυθμισθείσης πλατείας Γεωργίου του Β’ [...] Σπουδαίον εξωραϊστικόν έργον είναι επίσης το συντελούμενον ήδη εις το δεύτερον ήμισυ της δημιουργηθείσης εσχάτως μεγάλης πλατείας Γεωργίου του Β’. Εις την πλατείαν αυτήν θα ιδρυθούν σιντριβάνια με φανοστάτας, θα δημιουργηθούν εις τα κράσπεδά της πρασιαί, εις μίαν δε γωνίαν θα διαρρυθμισθή καταλλήλως χώρος με παιδιάς, ο οποίος θα αποτελέση είδος παιδικού κήπου. Παράλληλος προς την προσπάθειαν αυτήν του Δήμου είναι και εκείνη του Λιμενικού Ταμείου, το οποίον φροντίζει με ζήλον διά τον εξωραϊσμόν της Παραλίας η οποία ως γνωστόν αποτελεί μίαν νέαν ωραίαν Καλαμάτα, με τας ωραίας λεωφόρους της, τας μοντέρνας οικοδομάς της και τας υπερόχους δενδροστοιχίας της. Εις την παραλίαν αυτήν το Λιμενικόν Ταμείον εδημιούργησε προσφάτως εις έναν εκτεταμένον χώρον όπισθεν του Τελωνείου, έναν θαυμάσιον κήπον γεμάτον από άνθη και πρασιάς, εις του οποίου το κράσπεδον θα αναπτυχθούν ωραίαι δενδροστοιχίαι”.

Κάπως έτσι διαμορφώθηκε ένα αρχιτεκτονικό στυλ διαρρύθμισης του δημόσιου χώρου με παρτέρια από πρασιές, χαμηλή και περίτεχνη περίφραξη, θάμνους σε γεωμετρικά σχήματα και τριανταφυλλιές. Και όλα αυτά παράλληλα με δενδροστοιχίες. Η διάταξη αυτή απλώθηκε από την πλατεία 23ης Μαρτίου μέχρι την Παραλία, με τη φύτευση και πρασιών που σε ορισμένες περιπτώσεις όπως αυτή της Αριστομένους, λειτούργησαν ως οπτικό ή ηχοπέτασμα. Για λόγους ιστορικούς θα πρέπει να αναφέρουμε πως η αρχική σκέψη του αρθρογράφου της “Σημαίας” για τοποθέτηση ανδριάντων υλοποιήθηκε με την τοποθέτηση αντικριστά των προτομών Αναγνωσταρά και Παπαφλέσσα στη βόρεια πλευρά της πλατείας, των οποίων τα αποκαλυπτήρια έγιναν στις 25 Μαρτίου 1940. Αυτή η αρχιτεκτονική οπτική του δημόσιου χώρου άρχισε να ξηλώνεται στις αρχές της δεκαετίας του 1970 όταν έγινε η ανάπλαση της κεντρικής πλατείας με πρωτοβουλία του τότε δημάρχου Κ. Κουτουμάνου. Και συνεχίστηκε με παρεμβάσεις σε όλους τους ελεύθερους χώρους της πόλης. Παρέμεινε μόνο το τμήμα βορείως του Τελωνείου, που χρειάζεται πολύ περισσότερη φροντίδα και προσοχή στη διατήρησή του ως ξεχωριστού δείγματος αρχιτεκτονικής αντίληψης για το “κηπάριο” στο δημόσιο χώρο.

Τελευταία τροποποίηση στις Τετάρτη, 03 Ιουλίου 2019 15:05