Δευτέρα, 10 Ιουνίου 2013 10:47

Διαγωνισμοί ποιότητας ελαιολάδου και αμφιβολίες

Γράφτηκε από τον
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)

 

Οσο περνάει ο καιρός όλο και πιο συχνά διαβάζουμε για διαγωνισμούς ελαιολάδου και βραβεία ανά τον κόσμο.

 

 

Πολλές φορές από διαίσθηση δημιουργείται η υποψία πως… κάτι δεν πάει καλά με αυτή την ιστορία. Και αυτή την υποψία έρχεται να επιβεβαιώσει ένα εκτενές σχόλιο του Συνδέσμου Ελαιοκομικών Δήμων Κρήτης (ΣΕΔΗΚ). Ενα σχόλιο που αναδημοσιεύουμε αυτούσιο, γιατί βοηθάει να αντιληφθούμε μια πραγματικότητα που διαμορφώνεται, απέναντι στην οποία θα πρέπει να υπάρξει συγκροτημένη πολιτική.

Αφορμή για το σχολιασμό του ΣΕΔΗΚ, επώνυμη ανάρτηση ισπανικής ιστοσελίδας εξειδικευμένης στο ελαιόλαδο: «Ραγδαία αυξάνονται οι διαγωνισμοί που οργανώνονται κάθε χρόνο σε όλο τον κόσμο από ιδιωτικούς ή και δημόσιους φορείς με στόχο να αναδείξουν τα καλύτερα έξτρα παρθένα ελαιόλαδα. Ωστόσο τελευταία φαίνεται ότι αρχίζουν να υπάρχουν πολλές αμφιβολίες για τα πραγματικά κίνητρα μερικών διαγωνισμών και κατά συνέπεια και για την εγκυρότητα των αποτελεσμάτων τους.

Σε άρθρο που δημοσιεύει η διευθύντρια της ιστοσελίδας Olimerca της Ισπανίας Nιέβες Oρτέγκα διατυπώνει παρατηρήσεις και σχολιασμούς σημαντικής βαρύτητας για τους διαγωνισμούς αυτούς. Το άρθρο αυτό, που δημοσιεύτηκε την 23-4-13, πέντε μέρες μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του διεθνούς διαγωνισμού που έγινε πρόσφατα στην Νέα Υόρκη, οπωσδήποτε δεν αναφέρεται ονομαστικά στον συγκεκριμένο διαγωνισμό. Ωστόσο, η χρονική σύμπτωσή του με αυτόν και τα αποτελέσματά του με τα οποία η Ισπανία υποσκελίστηκε σημαντικά σε βραβεία από την Ιταλία, επιτρέπει διάφορες υποθέσεις 

Βέβαια όπως σημειώνει η κ. Oρτέγκα, στην αρχή του άρθρου της, οι διαγωνισμοί για τα καλύτερα έξτρα παρθένα ελαιόλαδα είναι χρήσιμοι, γιατί φέρουν στο προσκήνιο τις γαστρονομικές και υγιεινές ιδιότητες του έξτρα παρθένου ελαιολάδου και έτσι βοηθούν την προώθηση των σημάτων και των εταιρειών που διαθέτουν ελαιόλαδα που μπορούν να χαρακτηριστούν ως «βραβευμένα». Ωστόσο, υπογραμμίζει, οι οργανωτές των διαγωνισμών αυτών, σε αρκετές περιπτώσεις εκτός από τον προβαλλόμενο τυπικά στόχο της προώθησης των έξτρα παρθένων, φαίνεται ότι επιδιώκουν κυρίως δικούς τους επιχειρηματικούς στόχους οι οποίοι τελικά υπονομεύουν τον κύριο στόχο της αναγνώρισης της ποιότητας.

Πρόκειται, όπως αναφέρει, για πρωτοβουλίες σκληρά επιχειρηματικές που το μόνο πράγμα που τους ενδιαφέρει είναι το κέρδος. Το τι θα εισπράξουν οι οργανωτές σε μετρητά! Ετσι, προσκαλούν παραγωγούς και εμπόρους που θέλουν να πάρουν μια αναγνώριση ποιότητας και να εμφανιστούν στα μέσα ενημέρωσης, να παρουσιάσουν απλά ένα δείγμα ελαιολάδου και βέβαια να καταβάλουν την σχετική αμοιβή, προκειμένου να επιτύχουν την πολυπόθητη βράβευση και το σήμα που θα επιτρέψει την προώθηση του προϊόντος τους. 

Ωστόσο η προέλευση αλλά και η πραγματική ταυτότητα του δείγματος είναι αμφίβολη, αφού δεν υπάρχει κανένας έλεγχος ή διαδικασία που να πιστοποιεί ότι το δείγμα που εμφανίζεται στον διαγωνισμό αντιστοιχεί με τα πραγματικά αποθέματα της επιχείρησης που το παρουσιάζει. Ευτυχώς, σημειώνει στην συνέχεια η κ. Oρτέγκα, οι πρακτικές αυτές, δεν είναι ευρέως διαδεδομένες. Θα πρέπει όμως οι επιχειρήσεις να είναι προσεκτικές και να αρνούνται να συμμετάσχουν σε διαγωνισμούς που έχουν άλλους στόχους, γιατί με τον τρόπο αυτό απαξιώνουν τους αδιάβλητους διαγωνισμούς που αξιολογούν πραγματικά την υψηλότερη ποιότητα».

Παρατηρεί όμως ο σχολιογράφος του ΣΕΔΗΚ ότι η πάρεμβαση μόνον… αθώα δεν είναι: «Οπωσδήποτε ορθά είναι αυτά που σημειώνει η κ. Oρτέγκα. Ομως πώς εξηγείται το ότι τα αναφέρει πέντε μέρες μετά τα αποτελέσματα του διαγωνισμού της Νέας Υόρκης όπου η Ισπανία υποσκελίστηκε σημαντικά σε βραβεία από την Ιταλία; Και πώς εξηγείται γιατί δεν έκανε ανάλογο δημοσίευμα όταν ανακοινωθήκαν τα αποτελέσματα του διαγωνισμού του Διεθνούς Συμβουλίου Ελαιολάδου 2012 στον οποίο από τα 9 βραβεία τα 8 πήρε η Ισπανία!

Ανάλογα όμως ερωτήματα και απορίες γεννώνται και για τους διαγωνισμούς που οργανώνονται από ινστιτούτα, περιοδικά, εκθέσεις και πολλούς άλλους με διαδικασίες που δεν έχουν πιστοποιηθεί ή ελεγχθεί για το αδιάβλητο και κυρίως για την ποσοτική, γεωγραφική και χρονική εμβέλεια που αντιπροσωπεύουν τα βραβεία τους. Επομένως ο προβληματισμός για τους διαγωνισμούς είναι γενικότερος και ζητά απαντήσεις και λύσεις».

 

Προσυπογράφουμε και υπογραμμίζουμε την ανάγκη θέσπισης διεθνών κανόνων που θα παρέχουν εγγυήσεις για τη διαφάνεια και το αδιάβλητο των διαγωνισμών.

Ηλίας Μπιτσάνης