Δευτέρα, 02 Νοεμβρίου 2015 17:03

Το σταφιδικό κίνημα και ο Τάσης Κουλαμπάς (μέρος 2ο)

Γράφτηκε από τον

Το βιογραφικό του Τάση Κουλαμπά έχει γραφτεί το 1962 (1) αλλά για άγνωστο λόγο διασώθηκε ημιτελές. Πέρα από την αυτοτελή του αξία ως μια μαρτυρία ενός προσώπου το οποίο έπαιξε μεγάλο ρόλο στην πολιτική και κοινωνική ζωή του τόπου, είναι σημαντικό και από την άποψη του τρόπου με τον οποίο "βλέπει" πρόσωπα και πράγματα σε απόσταση από το χρόνο και την πολιτική του ΚΚΕ όπως διαμορφωνόταν σε κρίσιμες περιόδους του μεσοπολέμου. Πρόκειται για μια πλευρά η οποία θα γίνει περισσότερο ευκρινής στη συνέχεια όταν μεταφερθούμε στον τόπο και τον χρόνο που διαδραματίζονται τα γεγονότα.

Αφετηρία των ριζοσπαστικών αλλαγών στην πολιτική και κοινωνική ζωή της Πυλίας είναι η συνάντηση του Κουλαμπά με τον Τσικλητήρα. Ο πρώτος μέσα στον πόλεμο ήρθε σε επαφή με τις ιδέες του κομμουνισμού και επιστρέφοντας αναζητούσε ανθρώπους οι οποίοι τις συμμερίζονταν. Ο δεύτερος επιστρέφει την ίδια περιοχή στην Πύλο μετά την παραίτησή του από τη θέση του Πρωτοδίκη στην οποία υπηρετούσε (2). Με αριστερές ιδέες και αντιεκμεταλλευτικές αντιλήψεις βρίσκει "κοινό τόπο" με τον Κουλαμπά. Στην παρέα προστίθεται ο Ζαχαρίας Κουρέτας από τον Πήδασο και κάπου στα τέλη του 1922 ή τις αρχές του 1923 συμφωνούν να ιδρύσουν το ιδιότυπο από πρώτη άποψη κόμμα που αναφέρεται στο βιογραφικό. Την απορία σχετικά με τι ήταν αυτό το κόμμα και ποία η εξέλιξή του, λύνει ο Δημήτρης Μερλόπουλος (3) στην ομιλία που έκανε στο Χαρακοπιό κατά τη διάρκεια του μνημοσύνου που έγινε για τον Κουλαμπά. Σε αυτή αναφέρει ότι ο εκλιπών "ιδρύει στη Μεσσηνία μαζί με τον Τσικλητήρα το πρώτο αγροτικό κόμμα και πιο ύστερα το Αγροτικό Κόμμα Ελλάδας". Ουσιαστικά ξεκινούν οργανώνοντας ένα αριστερό κόμμα των αγροτών σε εξαιρετικά συντηρητικό περιβάλλον. Αντικειμενική βάση για την επιτυχία ενός τέτοιου εγχειρήματος είναι το γεγονός ότι η σταφίδα αποτελεί ένα προϊόν στο οποίο η κεφαλαιοκρατική εκμετάλλευση είναι εμφανής. Την περιγράφει με γλαφυρό τρόπο στο βιβλίο που εκδόθηκε πολύ αργότερα ο Τάσης Κουλαμπάς: 

«Η μεγάλη αύξηση της παραγωγής μέχρι το 1870 οφείλεται στο ότι καταστράφηκαν τ αμπέλια της Γαλλίας από τη φυλλοξήρα και υπήρχε μεγάλη ζήτηση της Ελληνικής σταφίδας από τη Γαλλία για οινοποίηση 

[...] 

Μέχρι το 1890 η παραγόμενη σταφίδα εξήγετο όλη στο εξωτερικό και δεν είχε δημιουργηθεί ακόμη το σταφιδικό ζήτημα. Υπήρχε τότε μόνον η βαριά, καταθλιπτική φορολογία του Κράτους πάνω στη σταφίδα, που η φορολογία αυτή μαζί με τις άλλες φορολογίες των αγροτών ήταν το κύριο και μοναδικό σχεδόν εισόδημα του Κράτους και που κυριολεχτικά και το Κράτος και όλοι οι εκμεταλλευτές αποζούσαν αποκλειστικά από τους αγρότες. Σ όλη αυτή την περίοδο η σταφίδα μας πουλιόταν σε μεγάλες τιμές και ήταν μεγάλη η εισαγωγή χρυσού στην Ελλάδα. Ο χρυσός όμως και οι μεγάλες τιμές δεν έφθαναν στο σταφιδοπαραγωγό.

Από τ αλώνι ακόμη του εσάρωναν τη σταφίδα οι διάφοροι εκμεταλλευτές του κι έμενε στα χέρια του σταφιδοπαραγωγού μόνον η σαρωματιά και το φτυάρι.

Ηταν επόμενο, αφού μετά την απελευθέφωση ήταν το μοναδικό προϊόν που εξήγετο κι έδινε μεγάλα κέρδη, να πέσουν πάνω στη σταφίδα όλοι οι εκμεταλλευτές. Στα τότε στενά όρια του Ελληνικού Κράτους, η σταφίδα ήταν η μοναδική σχεδόν εκμεταλλευτική απασχόληση του τραπεζιτικού κεφαλαίου ντόπιου και ξένου.

Ετσι έγιναν τα καλλιμάρμαρα μέγαρα και τα τεράστια εργοστάσια που βλέπουμε σήμερα και μέσα σ όλα αυτά είναι συμπυκνωμένοι οι κόποι, ο ιδρώτας και το αίμα των σταφιδοπαραγωγών.

Οταν η Γαλλία κατόρθωσε να ξεπεράσει την κρίση, να επαναφυτέψει τ' αμπέλια της και να επανορθώσει την παραγωγή της (1890-1895) τότε η σταφίδα μας έχασε τη Γαλλική αγορά και μειώθηκε η εξαγωγή της. Αντί τότε, το Κράτος, να πάρει μέτρα προστασίας της σταφίδας και των σταφιδοπαραγωγών αντίθετα, με τα διάφορα "σωτήρια" μέτρα του, τους παρέδωσε πιο πολύ στην εκμετάλλευση.

Από την εποχή αυτή αρχίζουν οι αγώνες των σταφιδοπαραγωγών να πάρουν την τύχη της σταφίδας στα χέρια τους. Ν' απαλλαγούν δηλαδή από το "προστατευτικό" σύστημα που επενόησε το τραπεζοβιομηχανικό κεφάλαιο, για την εύκολη εκμετάλλευσή τους» (4).

Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι το πρώτο σύγγραμμα του Λούλη Τσικλητήρα, που τυπώθηκε το 1923 και από μόνο του εξηγεί τη συνεργασία του με τον Κουλαμπά, έχει τίτλο "Εκμετάλλευσις κεφαλαιοκρατών, θύματα σταφιδοπαραγωγοί" και αρχίζει με την επισήμανση ότι «μερικοί από τους εκμεταλλευτάς σου σταφιδόκοσμε, περνούν μέσα από αυτό το βιβλίο, διάβασέ το με υπομονή, δεν έχεις να χάσης» (5).

Γίνεται φανερό λοιπόν ότι το 1923 Κουλαμπάς, Τσικλητήρας και Κουρέτας ξεκινούν να χτίζουν ένα τοπικό αγροτικό κόμμα σε αντικεφαλαιοκρατική βάση και μάλιστα σε "γόνιμο" έδαφος καθώς οι σταφιδοπαραγωγοί βιώνουν τις συνέπειες της τραπεζικής (και μη) τοκογλυφίας, της εκμετάλλευσης από τους μεγαλεμπόρους και τους βιομηχάνους οίνων και οινοπνευμάτων που διαπλέκονται στενά μεταξύ τους και με την πολιτική εξουσία. Ο "Ριζοσπάστης" είναι η μόνη αντικεφαλαιοκρατική εφημερίδα και ως εκ τούτου αποτελεί πηγή ενημέρωσης για τα μέλη του κόμματος που αρχίζει να οργανώνεται.

Λίγο καιρό αργότερα, στα τέλη Μαρτίου 1923, ιδρύεται το πρώτο Αγροτικό Κόμμα Ελλάδος μέσα από το Β' Πανελλήνιο Συνέδριο Αγροτικών Οργανώσεων που έγινε στην Αθήνα. Ως σήμα του νέου κόμματος επιλέγεται το άροτρο, ενώ σχεδόν ταυτόχρονα αρχίζει να εκδίδεται η η εφημερίδα του "Αγροτική Σημαία" . Πρόκειται για ένα κόμμα με μεγάλη ανομοιομορφία στο οποίο καθώς γράφει ο εκ των πρωταγωνιστών του συνεδρίου Χρ. Ευελπίδης "συντηρητικοί (Πελοποννήσιοι ιδίως), ριζοσπάσται (Θεσσαλοί), σοσιαλισταί (Μακεδόνες) προσπαθούσαν να εναρμονίσουν τας αρχάς αυτών γύρω από μίαν κεντρική ιδέαν: το συμφέρον της αγροτικής τάξεως" (6). Από τη Μεσσηνία πήρε μέρος ο Πότης Κολλιτσίδας, διευθυντής της Παμμεσσηνιακής Προμηθευτικής Ενωσης (7).

Ο Τσικλητήρας κινείται με μεγαλύτερη άνεση, έχει καλύτερη σχέση με τα δημόσια πράγματα και πραγματοποιεί την πρώτη του παρέμβαση στο σταφιδικό συνέδριο στον Πύργο που γίνεται τον Ιούνιο του 1923 (8). Λίγους μήνες αργότερα ο Τσικλητήρας μπαίνει σε πιο βαθιά νερά καθώς πληροφορούμαστε ότι «κατ' εντολήν των σταφιδικών Ενώσεων Πελοποννήσου, Ιονίων και Ενώσεως Λακωνίας, επιτροπή εκ των Δ. Νικολαΐδου, Ιω. Παπαχριστόπουλου και Σ. Τσικλητήρα, συγκαλεί κατ' αυτάς εν Πάτραις το Β' Πανσταφιδικόν Συνέδριον, ίνα, μετά την ίδρυσιν Κεντρικής Ενώσεως Πελοποννήσου, ενώπιον του κυριάρχου τούτου σταφιδικού σώματος εκτεθώσι πάντα τα διατρέξαντα από του Α' Πανσταφιδικού Συνεδρίου, συζητηθώσι τα ληφθησόμενα μέτρα, προς υποστήριξιν της σταφίδος» (9)

Μέσα από αυτή τη διαδικασία το τοπικό αγροτικό κόμμα μετατρέπεται σε οργάνωση του Αγροτικού Κόμματο Ελλάδος και κατεβαίνει στις εκλογές του 1923 όπως αναφέρει ο Κουλαμπάς στο βιογραφικό του. Η Πυλία αποτελεί προνομιακό χώρο δράσης και ο Τσικλητήρας γνωρίζει τη σημασία της επικοινωνίας: «Εις την επαρχίαν Πυλίας οι αγροτικοί υποψήφιοι κ. κ. Γεώργιος Βασ. Μαργέλης και Σταύρος Ηρ. Τσικλητήρας ήρχισαν, ως πληροφορούμεθα, προ δέκα ημερών την περιοδείαν των. Ανέπτυξαν εις όλην την ανατολικήν πλευράν της επαρχίας, τους τρεις δηλαδή Δήμους Κολλωνιδών, Αιπείας και Κορώνης, το πρόγραμμα του Αγροτικού Κόμματος. Πληροφορούμεθα ότι παρατηρείται ισχυρόν ρεύμα υπέρ του Αγροτικού Κόμματος» (10). 

Από την περιοχή που επιλέχθηκε ως αρχή, είναι φανερό ότι το έδαφος έχει προετοιμαστεί από τον Τάση Κουλαμπά που κινείται με επίκεντρο το Χαρακοπιό και διατηρεί δεσμούς με την ευρύτερη περιφέρεια.

Λίγες ημέρες αργότερα δημοσιεύεται ο κατάλογος των "ανεγνωρισμένων επισήμων υποψηφίων του Αγροτικού Κόμματος εν Μεσσηνία" που έχει ως εξής: «Επαρχία Καλαμών Π. Κολιτσίδας, επαρχία Μεσσήνης Ι. Καραμάνος τέως νομογεωπόνος Μεσσηνίας, Βασ. Κωστόπουλος κτηματίας και δικηγόρος, επαρχία Πυλίας Δημήτριος Βασ. Μαργέλης ιατρός και Σταύρος Ηρακλ. Τσικλητήρας δικηγόρος. Εκλογικό σήμα: Αλέτρι» (11). 

Από τις υποψηφιότητες ξεχωρίζει αυτή του Ι. Καραμάνου, ο οποίος ιδρυτικού στελέχους του Αγροτικού Κόμματος Ελλάδος με πολυκύμαντη πολιτική πορεία στη συνέχεια (12).

Από την άλλη πλευρά το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδος (Κομμουνιστικόν) δεν κατεβάζει υποψηφίους και η Τοπική Επιτροπή του Ομίλου Καλαμών καλεί τα μέλη και τους φίλους του να μαυρίσουν "απαξάπαντας τους υποψηφίους": «Η Τοπική Επιτροπή του Κομμουνιστικού Ομίλου Καλαμών κατ εντολήν της Κ. Ε. Του κόμματος, επειδή εις τους Νομούς Μεσσηνίας και Λακωνίας δεν υπεδείχθησαν υποψήφιοι, εντέλλεται εις άπαντα τα μέλη του κόμματος, τους συμπαθούντας εργάτας, αγρότας, χωρικούς, βιοπαλαιστάς, μικροϊδιοκτήτας, πρόσφυγας, εφέδρους και αναπήρους πολέμου, όπως προσερχόμενοι εις τας κάλπας ψηφίσωσι μαυρίζοντες απαξάπαντας τους υποψηφίους» (13).

Οι εκλογές για τη Δ’ Συντακτική Εθνοσυνέλευση που προκηρύχθηκαν από την Επαναστατική Κυβέρνηση Πλαστήρα - Γονατά, έγιναν στις 16 Δεκεμβρίου 1923 με σφαιρίδιο, σε κοινό για όλους τους υποψηφίους ψηφοδέλτιο και σε στενή περιφέρεια (κατά επαρχίες δηλαδή). Από το διαθέσιμο αρχειακό υλικό των τοπικών εφημερίδων λείπει το φύλλο με τα αποτελέσματα της επαρχίας Πυλίας.

(1) Η χρονολόγηση προκύπτει από την αναφορά στον Παναγιώτη Σταυρόπουλο για τον οποίο γράφει "πέθανε φέτος". Ο Παναγιώτης Σταυρόπουλος υπήρξε μια σπουδαία προσωπικότητα του συνεταιριστικού κινήματος. Γεννημένος στο Αριστοδήμειο το 1905 αποφοίτησε από την Εμπορική Σχολή Καλαμάτας. Διετέλεσε διευθυντής της Ενωσης Γεωργικών Συνεταιρισμών Μεσσήνης από το 1925 μέχρι το 1962. Συμμετείχε ενεργά σε πλήθος συνεταιριστικών συνεδρίων στη Μεσσηνία αλλά και έξω από αυτή, και είχε μεγάλο κύρος ανάμεσα στο συνεταιριστικό κόσμο και τους πάσης φύσεως αγροτιστές. Αριστερός στις πεποιθήσεις του βοήθησε κόσμο την εποχή των διώξεων, μεταξύ αυτών και των πατέρα μου που προσελήφθη το 1955 ως γεωπόνος στην Ενωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Μεσσήνης.

(2) Οπως ο ίδιος αναφέρει, η σχετική απόφαση δημοσιεύτηκε στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβέρνησης στις 26 Ιανουαρίου 1923 – Σταύρου Ηρ. Τσικλητήρα “Εκμετάλλευσις κεφαλαιοκρατών, θύματα σταφιδοπαραγωγοί”. O Τσικλητήρας στη συνέχεια χρησιμοποιεί το υποκοριστικό Λούλης και μερικές φορές χρησιμοποιεί σε παρένθεση το Σταύρος. Αργότερα «φιλολογικά» υπογράφει ως Λούτσι (Λου- λης Τσι- κλητήρας). 

(3) Ο Δημήτρης Μερλόπουλος γεννήθηκε στη Μεσσήνη το 1898, σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και πολιτικές επιστήμες στο Παρίσι. Δικηγορούσε από το 1923 στην Αθήνα. Για πρώτη φορά πολιτεύτηκε με το κόμμα του Γ. Καφαντάρη το 1932. Εξελέγη βουλευτής Μεσσηνίας της ΕΔΑ το 1958, μαζί με τον Τάση Κουλαμπά και ήταν υποψήφιος του ΠΑΜΕ το 1961. Από τα ιδρυτικά μέλη του Εθνικού Αγροτικού Κόμματος. Η στενή του σχέση με τον Κουλαμπά δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στη μαρτυρία του.

(4) Θανάση Παπαχατζή - Τάση Κουλαμπά "Ποιοί μας τρώνε τη σταφίδα" / Εκδοση Αγροτικού Κόμματος Ελλάδος (ΑΚΕ) - Τμήμα Πελοποννήσου 1946. Ο Θανάσης Παπαχατζής ήταν στέλεχος του ΑΚΕ και της Ενωσης Συνεταιρισμών Πελοποννήσου μετά την απελευθέρωση το 1944 και πρωτοστάτησε εκείνη την εποχή ώστε να δοθούν λύσεις για το σταφιδικό από την κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας.

(5) "Εκμετάλλευσις κεφαλαιοκρατών, θύματα σταφιδοπαραγωγοί". Πρόκειται για μια έκδοση 27 σελίδων μέσα από τις οποίες σφυροκοπεί τον Μιχάλη Αιλιανό ο οποίος ενδιαφερόταν να θέσει υποψηφιότητα το 1923 με το Αγροτικό Κόμμα αλλά όπως φαίνεται σε άλλη περιοχή. Ο Αιλιανός ήταν οικονομολόγος γεννημένος το 1896 στην Αθήνα. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και από το 1918 εξέδιδε την εβδομαδιαία επιθεώρηση "Οικονομολόγος". Το 1928 εξελέγη βουλευτής ως Φιλελεύθερος, ενώ το 1946 και 1950 ως Λαϊκός. Διετέλεσε υπουργός Εφοδιασμού στην κυβέρνηση Π. Πουλίτσα (1946), υφυπουργός Συντονισμού στην πρώτη κυβέρνηση Κ. Τσαλδάρη, υπουργός Τύπου και Πληροφοριών στην κυβέρνηση Θ. Σοφούλη (1948) - Ν. Καράμπελα "Μεσσηνιακό Βιογραφικό Λεξικό".

(6) Δημήτριου Γ. Παναγιωτόπουλου "Αγροτικό Κόμμα Ελλάδος, όψεις του αγροτικού κινήματος στην Ελλάδα".

(7) "Σημαία" 10/5/1923

(8) Σταύρου Ηρ. Τσικλητήρα "Εκμετάλλευσις κεφαλαιοκρατών, θύματα σταφιδοπαραγωγοί".

(9) "Σημαία" 20/10/1923

(10) "Θάρρος" 7/12/1923

(11) "Θάρρος" 12/12/1923

(12) Ο Ιωάννης Καραμάνος γεννήθηκε στη Μυτιλήνη το 1891. Σπούδασε στη Γεωπονική Σχολή του Πανεπιστημίου Νεάπολης Ιταλίας. Υπηρέτησε ως γεωπόνος στο Μεσολόγγι και την Καλαμάτα, εισάγοντας την ρυζοκαλλιέργεια. Το 1921-1922 διετέλεσε σύμβουλος επί γεωργικών ζητημάτων στην Υπάτη Αρμοστεία Σμύρνης. Μετά τη μικρασιατική καταστροφή ανέλαβε τη διεύθυνση της Αμερικανικής Γεωργικής Σχολής Θεσσαλονίκης και από το 1923 τη Γενική Διεύθυνση Εποικισμού Μακεδονίας - Θράκης. Το 1929-32 ήταν γενικός διευθυντής του υπουργείου Γεωργίας. Το 1936 εκλέχτηκε πρώτος βουλευτής στο Νομό Λέσβου με το κόμμα των Φιλελευθέρων. Κατά την περίοδο της Κατοχής χρημάτισε υπουργός Γεωργίας και Επισιτισμού (Σεπτέμβριος 1941-Μάρτιος 1942). Μετά την απελευθέρωση παραπέμφθηκε σε δίκη, καταδικάστηκε και αποφυλακίστηκε τον Ιανουάριο 1951. Κατόπιν διετέλεσε διοικητής της ΑΤΕ και πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Γεωπόνων. - Δημήτριου Γ. Παναγιωτόπουλου "Αγροτικό Κόμμα Ελλάδος, όψεις του αγροτικού κινήματος στην Ελλάδα".

(13) "Θάρρος" 14/12/1923