Δευτέρα, 06 Φεβρουαρίου 2012 14:56

Η Γιασεμή Κηλαηδόνη στην "Ε": «Ο κόσμος στηρίζει τις παραστάσεις στην κρίση»




Συνέντευξη στη Μαρία Τομαρά


Είναι από τις πιο αξιοσημείωτες νέες ηθοποιούς η Γιασεμή Κηλαηδόνη -κόρη του Λουκιανού και της Αννας Βαγενά- κι έχει επιλέξει να συμμετέχει σε παραστάσεις που αφήνουν τη δική τους σφραγίδα.
Μια τέτοια παράσταση με το έργο "Μαράν αθά" είναι αυτή που παρουσιάζεται εδώ και 3 χρόνια στο θέατρο "Μεταξουργείο" και η οποία την Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου στις  8.30 μ.μ. θα παιχτεί στο Πνευματικό Κέντρο Καλαμάτας. Η σκηνοθεσία είναι του Δήμου Αβδελιώτη, η μουσική του Βαγγέλη Γιαννάκη, τα σκηνικά και τα κοστούμια της Μαρίας Πασσαλή.
Η οργάνωση της παράστασης στην Καλαμάτα είναι του Πειραματικού Γυμνασίου και τα έσοδά της θα διατεθούν για τη στήριξη των Παιδικών Χωριών SOS.

- Τι είναι το "Μαράν αθά";
«Είναι μια παράσταση που προέκυψε από το μυθιστόρημα του Θωμά Ψύρρα που γράφτηκε το 2004 - δεν πρόκειται δηλαδή για ένα αμιγώς θεατρικό κείμενο, αλλά έχει γίνει μια θεατρική προσαρμογή από το Δήμο Αβδελιώδη που υπογράφει και τη σκηνοθεσία. Σχηματοποιήθηκε δε σε θεατρικό έργο και μέσα από επιλογή του κειμένου αλλά και μέσα από τις πρόβες που κάναμε και οι οποίες κράτησαν 7 μήνες. Το "Μαράν Αθά" είναι η ιστορία ενός μοναχού 90 ετών, του Νικόλαου, που λίγο πριν πεθάνει κάνει έναν απολογισμό της ζωής του. Εγώ υποστασιοποιώ επί σκηνής όλα τα πρόσωπα, 19 συνολικά, τα οποία συνάντησε και τον σημάδεψαν στη διάρκεια της ζωής του από όταν ήταν 18 ετών. Μεταμορφώνομαι επί σκηνής σε όλα αυτά τα πρόσωπα».

- Ο καλόγερος που υποδύεσαι έχει περάσει μια δύσκολη, σκληρή ζωή;

«Είναι πολύ ιδιαίτερη η ζωή που έχει περάσει ο Νικόλαος καθώς στέλνεται σε νεαρή ηλικία από το δεσπότη του σε ένα απομακρυσμένο χωριό της Θεσσαλίας, όπου διαδραματίζεται και όλη η δράση του βιβλίου. Αυτός είναι κιόλας ένας από τους λόγους που με συγκίνησε το κείμενο, γιατί εγώ είμαι γεννημένη και μεγαλωμένη στα πρώτα χρόνια της ζωής μου στη Λάρισα.
Τον στέλνει λοιπόν ο δεσπότης σε ένα απομακρυσμένο χωριό που θεωρείται δαιμονικό, να ανακαλύψει γιατί είχαν εξαφανιστεί όλα τα αρσενικά. Εκεί ο Νικόλαος έρχεται σε επαφή με 9 φοβερές γυναίκες που είναι κάτι σαν "ονειρεύτριες" και μυείται μέσα από τη διαδικασία 9 ονείρων στη γυναικεία ψυχή, το γυναικείο σύμπαν. Οι γυναίκες αφηγούνται 9 όνειρα που ακούει κρυφά ο Νικόλαος - και μέσα από αυτά τα όνειρα αποκαλύπτεται το γυναικείο σύμπαν σε τέτοια ομορφιά και βάθος, που κατά τη γνώμη μου σπάνια ακούγεται και διαβάζεται ένας τέτοιος λόγος. Νομίζω ότι είναι ένα από τα ωραιότερα κείμενα της παγκόσμιας λογοτεχνίας αυτό του "Μαράν Αθά" και γι' αυτό νομίζω ότι έχει τόσο μεγάλη απήχηση και επιτυχία η συγκεκριμένη παράσταση.
Είναι ο τρίτος χρόνος που η παράσταση παίζεται στην Αθήνα, και μάλιστα φέτος ξεκίνησα να δώσω λιγότερες παραστάσεις από άλλες χρονιές, αλλά είναι τελικά τόσο μεγάλη η προσέλευση του κόσμου που δώσαμε ήδη παράταση... Εχει επίσης ταξιδέψει η παράσταση εκτός Αθήνας - και είναι μεγάλη μου χαρά όποτε καταφέρνω να το παρουσιάσω και σε πόλεις εκτός Αθήνας, γιατί ο κόσμος είναι πληροφορημένος πια και ξέρει τι αναζητά να παρακολουθήσει».

- Σ' αρέσει να ερμηνεύεις νεοελληνικά κείμενα;
«Η αλήθεια είναι ότι στο συγκεκριμένο κείμενο η γλώσσα του, που είναι πολύ σπουδαία, είναι μια μίξη ντοπιολαλιάς με καθαρεύουσα και θυμίζει Παπαδιαμάντη, Βιζυηνό, οπότε δεν θα έλεγα ότι είναι και τόσο νεοελληνική.
Γενικά πάντως, είναι σίγουρα άλλη η συγκίνηση και άλλο το δέσιμο όταν παίζεις ένα κείμενο που είναι γραμμένο στη γλώσσα σου και όχι μεταφρασμένο. Μη γελιόμαστε, είναι άλλες οι ρίζες που μας συνδέουν με τη γλώσσα μας, πόσο μάλλον όταν το κείμενο μιλάει στη μητρική σου γλώσσα.
Εμένα με προχώρησε πάρα πολύ, και ως ηθοποιό αλλά κυρίως ως άνθρωπο, η επαφή με το κείμενο αυτό - και έτσι ξανακοίταξα πολύ και την ελληνική λογοτεχνία και την ελληνική γλώσσα, γιατί έπρεπε να κάνω πάρα πολλή δουλειά πάνω στο λόγο. Γι' αυτό και δουλέψαμε 7 μήνες με τον σκηνοθέτη και μάλιστα σχεδόν ασκητικά, σαν να ήμουν πραγματικά μοναχός. Μετά το "Μαράν αθά" νομίζω ότι θα εστιάζω πια την προσοχή μου σε τέτοια κείμενα, που κάτι έχουν να μου πουν. Γιατί αν το κείμενο "μιλήσει" στον ηθοποιό που το μετουσιώνει, τότε θα αγγίξει και το κοινό».

- Είναι δύσκολο σε ένα κείμενο, τόσοι χαρακτήρες να αποδίδονται από έναν μόνο ηθοποιό;
«Είναι πολύ δύσκολο - και νομίζω ότι είναι και παγκόσμια πρωτοτυπία. Είναι βέβαια, εκτός από πολύ δύσκολο, και πολύ ενδιαφέρον. Μεγάλη πρόκληση. Πρέπει να σου πω ότι τον πρώτο χρόνο έφτασα στα όριά μου σαν άνθρωπος, καθώς δοκιμάστηκε η αντοχή μου φωνητικά, σωματικά... Κι αυτό που ανακάλυψα είναι ότι οι ανθρώπινες δυνάμεις και το σώμα μας είναι ανεξάντλητα, και τα όρια που έχουμε ως άνθρωποι δεν τα γνωρίζουμε.
Τώρα βέβαια που είναι ο τρίτος χρόνος που δουλεύω το συγκεκριμένο έργο, αισθάνομαι μεγάλη εξοικείωση και με το κείμενο κι η αντοχή μου έχει αυξηθεί πολύ. Είναι ένας ιδιότυπος πρωταθλητισμός και θέλει κι από μένα συγκεκριμένη συγκέντρωση και εξάσκηση σώματος και φωνής, γι' αυτό και τα δύο τελευταία χρόνια δεν κάνω τίποτα άλλο καλλιτεχνικά. Αυτό σε κάποια στιγμή θα αλλάξει βέβαια, θα κάνω άλλα πράγματα, αλλά επιθυμώ πάντα στο ρεπερτόριό μου να έχω το "Μαράν αθά" και να το επαναφέρω με κάθε ευκαιρία».

- Η μητέρα σου έχει στο ενεργητικό της έναν από τους κορυφαίους μονολόγους, υποδυόμενη την Αγγέλα Παπάζογλου. Επηρέασε την απόφασή σου να ερμηνεύσεις αυτό το έργο;

«Απόλυτα! Να σου πω καταρχάς ότι η "Αγγέλα Παπάζογλου" για μένα ήταν το μεγαλύτερο σχολείο, γιατί τα πρώτα 3 χρόνια που παιζόταν η παράσταση ήμουν δίπλα στη μητέρα μου στη σκηνή, στο ρόλο της αναγνώστριας, και τη θαύμασα ως ηθοποιό και παρακολούθησα και την τεχνική της για το πώς έκανε τον μονόλογο. Πήρα λοιπόν μαθήματα από εκείνη. Επιπλέον, η μητέρα μου ήταν εκείνη που διάβασε πρώτη το "Μαράν αθά" που της το πήγε ο Θωμάς Ψύρρας -ο οποίος είναι Λαρισαίος επίσης- και σκέφτηκε ότι θα μπορούσα να το κάνω παράσταση και μάλιστα σε μορφή μονολόγου. Μου το έδωσε και επέμενε πολύ να το διαβάσω, γιατί εγώ στην αρχή τρόμαξα από τον όγκο του. Αλλά τελικά είχε δίκιο, γιατί όταν το διάβασα συγκλονίστηκα και στη συνέχεια το πρότεινα εγώ στο Δήμο Αβδελιώτη, τον οποίο θαύμαζα πάντα για τη δουλειά του».

- Καλλιτεχνικά για το μέλλον τι θα ήθελες;
«Μια ταινία... γιατί έχω κάνει λίγο σινεμά, όχι όσο θα ήθελα, και το αγαπάω πάρα πολύ. Η τελευταία ταινία που έκανα ήταν "Το βουνό μπροστά" του Μεσσήνιου σκηνοθέτη Βασίλη Ντούρου - και πολύ θα ήθελα να το επαναλάβω γιατί λατρεύω το σινεμά. Φαντάσου ότι βλέπω πιο πολύ σινεμά παρά θέατρο, αλλά το σινεμά είναι δύσκολο να το κάνουμε. Και γιατί είναι πολύ πιο ακριβό από το θέατρο, άρα δύσκολα γίνονται ταινίες πια, και γιατί χρειάζεται μεγάλο κυνήγι. Θα συνεχίσω λοιπόν με το θέατρο που είναι σαφώς ευκολότερο να παραχθεί».

- Είναι διέξοδος στην κρίση το θέατρο;
«Φυσικά, ήδη ο κόσμος πηγαίνει και στηρίζει τις παραστάσεις, γεμίζει τα θέατρα που ξεχωρίζει και αξιολογεί. Αλλωστε το θέατρο είναι μια διασκέδαση που φέρνει κοντά τον κόσμο. Μπορεί να μη μιλάς εκείνη την ώρα της παράστασης με τον διπλανό σου, αλλά μοιράζεσαι ένα κοινό βίωμα για 2 ώρες που διαρκεί μια παράσταση, μετά τη συζητάς με την παρέα σου, την αναλύεις... Αυτό είναι ένα δείγμα ότι ο κόσμος δεν θέλει να είναι πια μοναχικός και αποξενωμένος, θέλει να μοιραστεί πράγματα και το θέατρο του δίνει αυτή τη δυνατότητα».