Δευτέρα, 23 Μαϊος 2016 17:44

Το σταφιδικό κίνημα και ο Τάσης Κουλαμπάς (μέρος 30o)

Γράφτηκε από τον
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(1 Ψήφος)

Στο μεταξύ έχει αρχίσει να φουντώνει η δημόσια διαμάχη γύρω από τα σταφιδοαγροτικά σωματεία και τη Συνομοσπονδία Αγροτών Μεσσηνίας. Το έναυσμα αυτή την περίοδο δίνει μια ανυπόγρφη επιστολή στο “Θάρρος”, η οποία κατά πάσα πιθανότητα -όπως ήταν σύνηθες τότε στις εφημερίδες- έχει γραφτεί από τον ακροδεξιών αντιλήψεων διευθυντή της εκείνη την περίοδο Π. Ιππόλυτο. Στην επιστολή πέρα από τις βολές κατά Συνομοσπονδίας καλείται το υπουργείο Γεωργίας να παρέμβει και να διαλύσει τα σωματεία: “Τα σταφιδοαγροτικά σωματεία, επί των οποίων ηδύναντο να στηριχθώσι πλείσται ελπίδες εάν κατηυθύνοντο επί των υγιών αρχών και υπήρχε ο ανώτερος εμπνευστής, ευρίσκονται εις διαμάχην στρεφομένην όχι προς τας αρχάς αίτινες πρέπει να πρυτανεύσουν διά την πρόοδον του αγροτικού κόσμου, αλλά πέριξ μάλλον της καταλήψεως των διαφόρων αξιωμάτων της οργανώσεώς των, προς ικανοποίησιν φιλοδοξιών [...] 

Κατάπληξιν μας προξενεί η αδιαφορία του υπουργείου Γεωργίας, επιτρέποντος εις οργανώσεις ουδένα εκπροσωπούσας, να δημιουργούν θορύβους εις βάρος της ησυχίας του αγροτικού πληθυσμού. Δεν νομίζετε κ. διευθυντά ότι πρέπει επιτέλους να σημειωθή κάποια επέμβασις ή διά να προχωρήσουν τα σωματεία ταάτα εις τον αληθή των προορισμόν ή να διαλυθώσιν;” (272).

Στην εφημερίδα “Μεσσηνία” δημοσιεύεται επιστολή “αντιπροσώπων συνεργαζομένων σωματείων και ομοσπονδιών” επικριτική για τη Συνομοσπονδία, η οποία απαντά με ανακοίνωση του Συνομοσπονδιακού Συμβουλίου, στην οποία μεταξύ άλλων αναφέρονται τα εξής: “Η διοίκησις της ΣΑΜ απολογηθείσα διά τας εναντίον της κατηγορίας κατά το Συνομοσπονδιακόν Συνέδριον της 20ής Οκτωβρίου, έτυχεν και πάλιν της εμπιστοσύνης του. Αυτοί δε κληθέντες ν’ απολογηθούν διά τας διασπαστικάς και λοιπάς των ενέργειας δεν προσήλθον διότι εφοβήθησαν ν’ ατενίσουν τους συνέδρους δικαστάς των και διεγράφησαν εκ της οργανώσεως στιγματισθέντες με τα μελανώτερα χρώματα (Αργυρόπουλος Δημήτριος, Αλευράς Ιωάννης, Πολυχρονέας Γεώργιος, Οικονομίδης Παναγιώτης) [...] Η διοίκησις της ΣΑΜ και γραπτώς και προφορικώς εις τους αντιπροσώπους υπεσχέθη την σύγκλησιν συνεδρίου και την διενέργειαν νέων αρχαιρεσιών θέσασα και την παραίτησίν της ακόμη εις την διάθεσιν των μετά προηγουμένην όμως προσχώρησίν των εις την ΣΑΜ, την οποία αυτοί ηρνήθησαν κατηγορηματικώς διά λόγους φιλοτιμίας και εγωϊσμού (Χρονόπουλος, Βρεττός, Δημητρακόπουλος Ευαγγ. Γεν. Γραμματεύς του Εργατικού Κόμματος κ.λπ.) και όμως διαστρεβλώνουν την αλήθειαν όπως πάντοτε εις το ανακοινωθέν των. Τα δε δήθεν συμπαθή άτομα... κάθε άλλο ή την πρόοδον της οργανώσεώς μας επιδιώκουν. Τέλος έχομεν να τονίσωμεν εις τους κοπτόμενους αγνούς ιδεολόγους ότι ο έλεγχος εναντίον προσώπων κάθε οργανώσεως γίνεται μέσα εις τους κόλπους ταύτης και όχι εκτός αυτής με ύβρεις, συκοφαντίας και ψεύδη, ώστε... εννοούμεθα [...] Και τέλος αν ενόμισαν οι κ.κ. αυτοί ότι με πομπώδεις φράσεις και απειλάς θα δυνηθώσι να διαταράξωσι την συμπαγή και πειθαρχημένην οργάνωσίν μας σεβαστήν από πάντας, καθ’ ην μάλιστα στιγμήν αγωνίζεται διά τα φλέγοντα αγροτικά ζητήματά μας (αγροτική ασφάλεια, Αγροτική Τράπεζα, μακροπρόθεσμα δάνεια, αναστολήν στις εισπράξεις φόρων κ.λπ., παρεμβάλλοντες πάντοτε προσκόμματα εις αυτήν παίζοντες με την δυστυχίαν και την πείναν του αγροτικού κόσμου, τους ειδοποιούμεν ότι ηπατήθησαν οικτρώς, οικτρώτατα” (273).

Αμεση και επιθετική είναι η απάντηση του Βαγγέλη Δημητρακόπουλου, ο οποίος σε άρθρο του αναφέρει μεταξύ άλλων τα εξής: “Τα δύο μεγαθήρια της αγροτικής οργανωτικής κινήσεως, οι κ.κ. Δημόπουλος και Γεωργουλόπουλος, εις την προσπάθειάν των να συσκοτίσουν τα πράγματα διά του χθεσινού δημοσιεύματός των τους υπογραφομένους πλην αυτών και από τους συμμαχούντας με αυτούς ανίδεους και ακατατόπιστους παράγοντας, ανέμιξαν και το ιδικόν μου όνομα και μου εχάρισαν έναν τίτλο αξιώματος εις οργάνωσιν, η οποία καθώς ημείς τουλάχιστον γνωρίζομεν, είναι εντελώς ανύπαρκτος [...] Εκείνο το οποίον θέλομεν να τονίσομεν είναι τούτο: ότι οι άνθρωποι απογυμνωθέντες από κάθε περίβλημα ιδεολογικόν και αποκαλυφθέντες εις τα όμματα του αγροτικού κόσμου ως υπέρ εαυτών μόνον ενεργούντες και κοπτόμενοι, εξανίστανται -δικαίως άλλωστε- κατά παντός μη ακολουθούντος αυτούς και απειλούν και ψευδολογούν και ρηγνύουν τα ιμάτιά των [...] Αν επιχειρήσαντες διά της μεθόδου της αγροτικής κινήσεως να εύρουν μίαν επαγγελματικήν αποκατάστασιν, απέτυχον διότι τους εγνώρισεν ο κόσμος εγκαίρως, τούτο βεβαίως δεν είναι λόγος να λυπηθούν οι άλλοι. Απλώς τους οικτίρουν διότι εφαντάσθησαν τα πλήθη πολύ αφελή, ώστε να δύνανται αυτοί να τα στραβώνουν εις τον αιώνα τον άπαντα. Ακόμη τούτο θα έπρεπε να λεχθή ότι εις την υπόθεσιν τηε διασπάσεως της οργανωτικής τονώσεως των αγροτών, ουδείς άλλος είναι υπεύθυνος περισσότερον των εν λόγω στυλοβατών (!!!) δεδομένου ότι εξήρτησαν την συνένωσιν των διαφωνούντων ομάδων από την ικανοποίησιν προσωπικών των μικροφιλοτιμιών και εγωϊσμών αχαλίνωτων” (274).

Την υπεράσπιση της Συνομοσπονδίας Αγρτοτών Μεσσηνίας αναλαμβάνει ο Θ. Χριστοφιλόπουλος με 4 άρθρα στα οποία ασκείται σκληρή κριτική στους συνεταιριστικούς παράγοντες για την κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει αυτοί και για την πολιτική τους (275). Για τους συνεταιρισμούς μεταξύ άλλων γράφει: “Τίποτε απολύτως δεν έχει κατορθωθή της προόδου. Οι περίφημοι τοκογλύφοι των παλιών καιρών, αντικατεστάθησαν ή καλύτερα συνεπληρώθησαν με τις σημερινές συνεταιρικές οργανώσεις [...] Οι διευθυντές των σημερινών Ενώσεων απασχολούνται μόνον πώς θα πλουτίσουν γδέρνοντας το αγροτικό υλικό που εκπροσωπούν και ακόμη πώς να μάθουν την καλή αριστοκρατική συμπεριφορά αφού συν τω χρόνω πλουτίζοντας προάγονται σε αριστοκράτες [...] Σήμερα οι συνεταιρισμοί μας ουδένα βασικό σκοπό εξυπηρετούν, αι Ενώσεις μας ευρίσκοντια σε αξιοθρήνητα χάλια, οι δε Σύνδεσμοί των, πρωτού γεννηθούν κατεδικάσθησαν εις αφάνειαν [...] Για να επιτευχθεί ο σκοπός της κοινωνικοικονομικής ανορθώσεως των μαζών πρέπει πρώτα-πρώτα να κάμουμε εκκαθάρισιν όλων των εκμεταλλευτικών στοιχείων, μπακάληδων, τοκογλύφων κ.λπ. που ευρίσκονται στους συνεταιρισμούς και αυτό θα το κατορθώσουμε μόνον όταν δυνηθούμε να πείσουμε τους συνεταιρισμούς ότι αυτοί είναι εχθροί τους, και ας τους κάνουν το φίλο, πως τα συμφέροντά τους είναι αντίθετα από εκείνων και γενικά πως αυτοί είναι παράσιτα που δεν εργάζονται αλλά που ζουν εις βάρος των άλλων εργαζομένων [...] Ο αγροτικός κόσμος είναι δηλητηριασμένος από την κατάσταση αυτή. Ολοι πιστεύουν ότι κανένας μα απολύτως κανένας δεν ενδιαφέρεται δι’ αυτούς. Οσοι εξακολουθούν να μένουν στους συνεταιρισμούς το κάνουν μόνο και μόνο από ανάγκη και τίποτε παραπάνω [...] Θα εξυγιάνουμε την κατάσταση αυτή και θα αναδημιουργήσουμε το συνεταιριστικό οικοδόμημα απάνω σε καινούργιες, σε ασάλευτες βάσεις. Ο κάθε εκμεταλλευτής θα τραβηχτή στη θέση του και θα παύση να μας εκμεταλλεύεται τόσο αδιάντροπα και ασύστολα [...] Οταν οι συνεταιρισμοί κάθε χωριού ενωθούν σε έναν, όταν οι σημερινές Ενώσεις διαλυθούνε και αντ’ αυτών συσταθούν Ομοσπονδίαι συνεταιρισμών, όταν αι Ομοσπονδίαι αυταί ενωθούν υπό της Γενικής Συνομοσπονδίας Συνεταιρισμών της Ελλάδος η οποία θα διευθύνη και θα ρυμουλκή γενικώς το συνεταιριστικό σκάφος, τότε και μόνον θα επέλθει η ενοποίησις των αγροτικών συνεταιρισμών Ελλάδος, τότε και μόνον οι συνεταιρισμοί θα πραγματοποιούν μεγάλα, κολοσσιαία κέρδη που στο τέλος θα φέρωνται οι πιστώσεις των μελών συνεταιρισμών, τότε αι συνεταιριστικές οργανώσεις θα περιβληθούν με αγάπη και εμπιστοσύνη από τον συνεταιρισμένο αγροτικό κόσμο και τότε μόνον θα δικαιούμεθα να λέμε ότι έχουμε πραγματικούς συνεταιρισμούς και συνεταιριστικές οργανώσεις στην Ελλάδα”.

Στο κείμενο δεν γίνεται σαφές εκ μέρους ποίων μιλάει ο αρθρογράφος, ο οποίος όμως υποστηρίζει ένθερμα την Συνομοσπονδία: “Ποιούμεθα έκκλησιν προς την Συνομοσπονδίαν Αγροτών Μεσσηνίας, την μοναδικήν εις το είδος της αυτή αγροτική οργάνωση να μας ενισχύση ή καλύτερα να μας προστατεύσει εις τον πλήρην ακανθών τούτον δρόμον μας. Η οργάνωση αυτή βγαλμένη από τα μύχια της αγροτικής ψυχής, ανδρωθείσα, γιγαντωθείσα κάτω από την παναγροτική αγάπη και εμπιστοσύνη, μάχεται ήδη κατά πάσαν διεύθυνσιν, προστατεύουσα αποτελεσματικά τα συμφέροντα των αγροτών Μεσσηνίας”.

Ο Βαγγέλης Δημητρακόπουλος επανέρχεται με δύο μακροσκελή άρθρα στα οποία επιτίθεται με σφοδρότητα στην ηγεσία της Συνομοσπονδίας Αγροτών Μεσσηνίας (276), την οποία και λοιδωρεί: “Οι νεοσσοί του αγροτισμού θα συγκροτήσουν συλλαλητήρια ένοπλα διά να εξαναγκάσουν την σκληροτράχηλον γραφειοκρατίαν να τους προσέξη και να τους φέρεται προς αυτούς ως προς φαινόμενα ανάξια οιασδήποτε προσοχής. Το πράγμα ενέχει αναμφιβόλως την σημασίαν του. Μια απειλή και μάλιστα απειλή τοιαύτης μορφής, ριπτομένη από τους θεωρούμενους ηγήτορας του αγροτικού κινήματος δεν θα ήτο δυνατόν, άλλως εχόντων των πραγμάτων να αφήση ασυγκίνητον και την κοινήν γνώμην αλλά και την κυβερνώσαν κατάστασιν. 

Ατυχώς όμως τοιούτον τι δεν συνέβη. Διά τον απλούστατον λόγον ότι, κατά το κοινώς λεγόμενον, το σοβαρόν ολίγον απέχει από το γελοίον. Παρόμοιαι δε ταρταρινικαί εκδηλώσεις, επισυμβαίνουσαι μεταξύ ανθρώπων που δεν έχουν τόσην ιδέαν από οργανωτικάς μορφάς και ταξικά κινήματα, όσην έχει και ο όνος από αλγορίθμους -κατά την αλησμόνητην ρήσιν του Σταμπολίνσκυ- προβαλλόμεναι δε με σοβαρότητος αξιώσεις, δεν ειναι δυνατόν παρά να διαφεύγουν από την μοιραίαν μετάστασιν προς το γελοίον [...] Πώς λοιπόν εδημιουργήθη η παρούσα κατάστασις και πώς κατώρθωσεν η δυάς του πολυσπούδαστου ιατρού και του γλωσσομαθούς ιδιωτικού διδασκάλου να παρασύρη έναν ολόκληρον κόσμον, να τον παραπλανήση και να τον προβάλη παντού και πάντοτε ως πλήθη φανατικώς εις τα πρόσωπά των αφωσιωμένα και έτοιμα να προχωρήσουν εις κάθε εγχείρημα, εις την προαγωγήν της αγροτικής υποθέσεως αποβλέπων; Το ερώτημα θα είναι αναμφιλέκτως εύλογον. Και δεν θα διστάσωμεν να απαντήσωμεν αμέσως τώρα διά να γνωρίζει τέλος πάντων ο κόσμος όλος ποία φαινόμενα αντικρίζει και ποία να δίδει εις αυτά προσοχήν. Προ δύο περίπου ετών μεταξύ των πληθυσμών της υπαίθρου ήρξατο γεννάται μία επιθυμία προς επαγγελματικήν οργάνωσιν, έχουσα προορισμόν να προασπίση τα συμφεροντα της υπαίθρου κατά των πολλών εχθρών αυτής των εν τας πόλεις διατριβόντων και ακόμη να εξαναγκάση το πάντοτε άστοργον προς αυτήν κράτος να αντιμετωπίση με περισσότερον θετικισμόν και με μεγαλυτέραν ειλικρίνειαν την λύσιν των παμμεγίστης σπουδαιότητος ζητημάτων των αγροτικών μας περιφερειών. Ως αποτέλεσμα του οργασμού αυτού επήλθεν η σύστασις των σταφιδοαγροτικών σωματείων. Αλλοι κατ’ αρχάς εμόχθησαν διά να ρίψουν την ιδέαν αυτήν και να την είδουν πραγματοποιουμένην. Μετά χρόνον ικανόν, ότε πλέον ο σπόρος είχε σπαρή και είχε μάλιστα παραγάγει τους καρπούς τους αφθονωτάτους, ενεφανίσθη εις το αγροτικόν στερέωμα της Μεσσηνίας η εν λόγω πλανητική δυάς με τους ποικίλους της δορυφόρους. Επωφεληθέντες του ενθουσιασμού όστις υπεδέχετο πανταχού της Μεσσηνίας τας οργανωτικάς ενεργείας και ηνάγκαζε τους θιασώτες και φίλους του αγροτισμού να παραβλέπουν και τας γινομένας παρατυπίας και τας δικτατορικάς επεμβάσεις εις ενδοσωματειακάς υποθέσεις και τα άλλα παντοδαπά και αναρίθμητα παραπτώματα, εδημιούργησαν μίαν κλίκαν, η οποία ήτο ικανή να εξασφαλίση την πραγματοποίησιν των προσωπικών των σχεδίων και την ικανοποίησιν των ατομικών των υπολογισμών”. Ο Βαγγέλης Δημητρακόπουλος ακόμη καταγγέλλει ότι η διοίκηση της ΣΑΜ είχε στείλει επιστολή στη ΓΣΕΕ με την οποία ζητούσε να του... συστήσει να μην ανακατεύεται στα εσωτερικά της. Σε αυτή απάντησε το Εργατικό Κέντρο το οποίο διευκρίνιζε ότι πέρα από τις υπηρεσίες που παρέχει στο εργατικό κίνημα ως νομικός και δημοσιογράφος, δεν κατέχει καμία οργανική θέση σε καμία οργάνωση. Αυό εξηγεί και την οξύτητα της αντιπαράθεσης του δημοσιογράφου με την ΣΑΜ και τον προσωπικό χαρακτήρα που ήδη έχει πάρει αυτή.

(Συνεχίζεται)

(272) “Θάρρος” 16/1/1930 - Ο Π. Ιππόλυτος γεννήθηκε στην Καλαμάτα το 1898 και δικηγόρησε στην πόλη από το 1928 μέχρι το 1936. Από το 1919 δημοσιογραφούσε σε καλαματιανές εφημερίδες. Διετέλεσε διευθυντής των εφημερίδων “Κήρυξ”, “Ηχώ της Μεσσηνίας”, “Θάρρος”, “Λαϊκή Φωνή”. Στο δημοψήφισμα του 1920 για επαναφορά του Κωνσταντίνου ήταν γραμματέας της Ενωσης Βασιλοφρόνων Μεσσηνίας. Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου Καλαμάτας την περίοδο 1928-1930, διορίστηκε από τη Μεταξική δικτατορία γραμματέας της Γενικής Διευθύνσεως Κρήτης (1936-1938). Μετά το 1940 δικηγορούσε στην Αθήνα, διορίστηκε σε δημόσιες θέσεις και παρασημοφορήθηκε. [Πληροφορίας από το “Μεσσηνιακό Βιογραφικό Λεξικό” του Ν. Καράμπελα]

(273) “Θάρρος” 21/1/1930 - Το φύλλο της εφημερίδας “Μεσσηνία” με την επιστολή δεν βρέθηκε στην έρευνα που γίνεται - Το Εργατικό Κόμμα είχε ιδρύσει ο ηγέτης του συντηρητικού συνδικαλισμού Ιωάννης Καλομοίρης το 1927. Το 1928 συμμετείχε στην ίδρυση ενός μικρού Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδος που μετονομάστηκε σε Εργατικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Ελλάδος [Γ. Αλεξάτος “Ιστορικό Λεξικό του Ελληνικού Εργατικού Κινήματος”]. Ο Βαγγέλης Δημητρακόπουλος είχε συνεργαστεί με τον συντηρητικό πρόεδρο του Εργατικού Κέντρου Καλαμάτας Ιωάννη Τουμπόπουλο συγκροτώντας ψηφοδέλτιο στις δημοτικές εκλογές του 1929, το οποίο ο “Ριζοσπάστης” είχε χαρακτηρίσει “σοσιαλφασιστικό” [“Ριζοσπάστης” 25/7/1929]

(274) “Σημαία” 22/1/1930

(275) “Θάρρος” 22-25/1/1930

(276) “Σημαία” 29-30/1/1930

Τελευταία τροποποίηση στις Δευτέρα, 23 Μαϊος 2016 16:07