Κυριακή, 26 Απριλίου 2015 09:06

Οδωνυμικά της Μεσσήνης (μέρος 22ο)

Γράφτηκε από την

Μικρές ιστορίες γραμμένες στους δρόμους

ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΥ

ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΣ ΑΘ. ΝΙΚΟΛΑΟΣ: Μακεδονομάχος, γεννήθηκε στη Μεσσήνη το 1874. Φοιτητής Ιατρικής γνωρίστηκε με το λοχία Καρβελά και ενσωματώθηκαν σε ομάδα που επιχείρησε να φθάσει με πλοίο σε έρημη ακτή της Θεσσαλίας προκειμένου να περάσουν στη Μακεδονία. Το πλοίο έγινε αντιληπτό από τα τουρκικά φυλάκια και μόνον ο καπετάν Βερβέρας με μερικούς άνδρες πρόλαβε να ξεμπαρκάρει. Οι δύο φίλοι άρχισαν πάλι επαφές με το Κομιτάτο Μακεδονομάχων Λάρισας και πληροφορήθηκαν ότι εκείνες τις ημέρες επρόκειτο να μπει στη Μακεδονία με μικρό αντάρτικο σώμα ο καπετάν Γκούλα Γκρούτας. Εντάχθηκαν στη δύναμή του και στις 25 Αυγούστου 1896 συναντήθηκαν 42 άτομα στο μοναστήρι του Κόρμοβου κοντά στα σύνορα Θεσσαλίας-Μακεδονίας. Πέρασαν οι 39 και μετά από δύο ημέρες μπήκαν στο χωριό Πλέσσα όπου συνέλαβαν Τουρκαλβανό φύλακα τον οποίο εκτέλεσαν στο δάσος μετά από σύντομη δίκη. Η ομάδα έγινε αντιληπτή όταν χάθηκαν δύο άνδρες της και εντοπίσθηκαν από Τούρκους στρατιώτες. Πιάνοντας θέση στα ριζά του Μεγάλου Σπηλαίου συγκρούσθηκαν με τις δυνάμεις του εχθρού και τραυματίσθηκε ο καπετάν Γκρούτας. Κατά τη μεταφορά του σε κοντινό χωριό έπεσε σε ενέδρα μαζί με την μικρή δύναμη που τον συνόδευσε, και η ομάδα εξοντώθηκε. Παράλληλα 11 ντόπιοι φοβήθηκαν και λιποτάκτησαν. Μια άλλη ομάδα Τούρκων βγήκε από το χωριό Βρέσθενα και κινήθηκε κατά των Μακεδονομάχων που είχαν απομείνει με αρχηγό πλέον τον λοχία Καρβελά. Κατά τη διάρκεια της ημέρας έφθασαν και άλλες δυνάμεις και μετά από πολύωρη μάχη οι Μακεδονομάχοι αποφάσισαν να εγκαταλείψουν τη θέση τους. Ο Σπυρόπουλος με έναν συμπολεμιστή του αποκόπηκαν, χάθηκαν στην συνέχεια μεταξύ τους και άρχισε η περιπλάνηση στα βουνά που κράτησε 15 ημέρες. Με την απειλή του όπλου συνέλαβε χριστιανό της περιοχής και τον υποχρέωσε να τον περάσει στην Ελλάδα κάπου κοντά στην περιοχή της Καλαμπάκας. Επιστρέφοντας ολοκλήρωσε τις σπουδές του και άσκησε την Ιατρική. Αφήγηση για τη σύντομη και ριψοκίνδυνη παραμονή του στα μακεδονικά βουνά, δημοσιεύτηκε στην «Ακρόπολη» στις 23 Οκτωβρίου 1896.

ΣΤΑΜΠΟΛΤΖΗ

ΛΕΟΝΤΟΠΟΥΛΟΥ ΒΑΣ. ΕΛΕΝΗ: Ευεργέτιδα που διέθεσε το σπίτι της στην Αθήνα (Μελεάγρου και Μιμνέρμου) στα Αλεξανδράκεια Κληροδοτήματα. Με διαθήκη που άφησε το 1965, όριζε ότι το ακίνητο μετά το θάνατο του συζύγου της, έπρεπε να εκποιηθεί και με το 1/3 της αξίας να κατασκευαστεί πτέρυγα στο Γηροκομείο Καλαμάτας για τους άπορους της Μεσσήνης. Με τα υπόλοιπα έπρεπε να αγοραστούν μετοχές της Εθνικής Τράπεζας προκειμένου να διατίθενται για την διατροφή και περιποίησή τους. Στη διαθήκη αναφέρεται ότι η Μεσσήνη ήταν «γενέτειρα του παππού της Γεώργιου Σταμπολτζή» και πως στην πτέρυγα η οποία θα κατασκευαστεί πρέπει να αναφέρεται ότι κατασκευάστηκε με δαπάνη της Ελένης Β. Λεοντοπούλου (το γένος Σταμπολτζή) στη μνήμη των γονιών της Πανάγου και Στέλλας Σταμπολτζή. Πέθανε πριν το 1970 και τα χρήματα από το ακίνητο χρησιμοποιήθηκαν για την ανακατασκευή του Γηροκομείου το οποίο είχε υποστεί σοβαρές ζημιές από τους σεισμούς του 1986. Θεμελιώθηκε το 1993 και εγκαινιάστηκε το 1999 από τον Μητροπολίτη Χρυσόστομο (Θέμελη), ενώ έχει εντοιχισθεί πλάκα που αναφέρεται στη δωρεά της Λεοντοπούλου. Στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών υπάρχει οικογενειακός τάφος του Γεωργίου Σταμπολτζή, η συντήρηση του οποίου γίνεται από το Αλεξανδράκειο Ιδρυμα, σύμφωνα με σχετική διάταξη της διαθήκης.

ΣΤΑΣΙΝΟΠΟΥΛΟΥ ΜΙΧΑΗΛ

ΣΤΑΣΙΝΟΠΟΥΛΟΣ ΜΙΧΑΗΛ: Νομικός, πρώτος Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας την μεταπολιτευτική περίοδο. Γεννήθηκε το 1903 στη Μεσσήνη και μεγάλωσε στην Καλαμάτα. Αποφοίτησε από το 1ο Γυμνάσιο Αθηνών και εισήλθε στο Συμβούλιο της Επικρατείας πρώτος στις εξετάσεις του 1929. Υφηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών (1937), καθηγητής της τότε Παντείου Ανωτάτης Σχολής, έγινε πρύτανης σε αυτή, την περίοδο 1951-1958. Διετέλεσε υπηρεσιακός υπουργός Προεδρίας και Εργασίας (1952) και υπηρεσιακός υπουργός Προεδρίας Κυβερνήσεως (1958). Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας από το 1966 έως το 1969 οπότε απομακρύνθηκε βιαίως από τη θέση του από το δικτατορικό καθεστώς. Και αυτό λόγω της ιστορικής απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας που δικαίωσε τους δικαστές οι οποίοι απολύθηκαν ενώ παραβιάσθηκε το θεμελιώδες δικαίωμά τους, αυτό της ακρόασης. Για την πράξη του αυτή προτάθηκε ως υποψήφιος για Νόμπελ Ειρήνης από τον Ρενέ Κασίν. Εγινε τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών (1968) και Πρόεδρός της (1978). Εξελέγη βουλευτής Επικρατείας της Νέας Δημοκρατίας το 1974 και κατά πλειοψηφία από τη Βουλή των Ελλήνων ως πρώτος Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας. Ιδρυσε το 1976 το Ιδρυμα Διοικητικού Δικαίου Μ. Στασινόπουλου και την Επιτροπή Ενημερώσεως για τα Εθνικά Θέματα. Ιδρυτής του νομικού περιοδικού Επιθεώρηση Δημοσίου Δικαίου. Συμμετείχε στη σύνθεση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης (1976 και 1978) ως ad hoc δικαστής στην υπόθεση της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου. Ποιητής και δοκιμιογράφος. Τα παιδικά ποιήματα «Αρμονία» διαβάζονταν από γενιές παιδιών στα αναγνωστικά των δημοτικών σχολείων, ενώ στα δοκίμιά του περιγράφεται αριστοτεχνικά η ανθρώπινη συμπεριφορά. Από τα νομικά του συγγράμματα το «Δίκαιο των Διοικητικών Πράξεων» είναι έργο κλασικό. Eχει μεταφραστεί στα γαλλικά με τoν τίτλο Traité des Actes Administratifs και έχει αναγνωριστεί ως βασικό στοιχείο της γαλλικής βιβλιογραφίας του διοικητικού δικαίου. Πέθανε στις 31 Οκτωβρίου 2002 σε ηλικία 99 χρονών.

ΣΥΚΑ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ

ΣΥΚΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Αγωνιστής του 1821 που αναγνωρίστηκε ως στρατιώτης από την επιτροπή εκδουλεύσεων. Η ονοματοθεσία είναι συμβολική και συνδέεται με την παράδοση που ήθελε την γριά Συκού να κρεμιέται από τον Ιμπραήμ στην «Κρεμάλα» (όπου δόθηκε το όνομα Συκά στη μικρή πλατεία) επειδή προέβλεψε την καταστροφή του. Με βάση το σκεπτικό της απόφασης του δημοτικού συμβουλίου η ονοματοθεσία «αποκαθιστά την μνήμη των Νησιωτών μαρτύρων και μαζί τους της γριάς Συκούς η οποία ξέρεις με πόσους άλλους Νησιώτες κρεμάστηκε σε αντίποινα για την δράση των συγγενών τους».

ΤΡΙΟΠΑ

ΤΡΙΟΠΑΣ: Από τον Παυσανία αναφέρεται ως ένας εκ των μυθικών βασιλέων του Αργους, πατέρας της Μεσσήνης. Πρώτος κάτοικος της Αργολίδας ήταν ο Φορωνέας, γιος του ποταμού Ινάχου. Αυτός συγκέντρωσε πρώτος τους ανθρώπους σε κοινωνία και η περιοχή όπου συγκεντρώθηκαν ονομάσθηκε Φορωνικόν άστυ. Βασιλιάς μετά το Φορωνέα έγινε ο Αργος, εγγονός του και γιος της κόρης του. Αυτός έδωσε το όνομά του στη χώρα. Γιοι του Αργου ήταν ο Πείρασος και ο Φόρβας. Γιος του Φόρβαντα ήταν ο Τρίοπας και γιοι του Τρίοπα, ο Ιασος και ο Αγήνορας. Κόρες του Τρίοπα ήταν η Μεσσήνη και η Ιώ. Η Μεσσήνη παντρεύτηκε τον μικρότερο γιο του Λέλεγα, τον Πολυκάονα και οίκησαν μαζί τη Μεσσηνία. Σύμφωνα με τον Παυσανία, άλλος γιος του Τρίοπα ήταν ο Πέλληνας. Και γιος του Πέλληνα ήταν ο τιτάνας Πάλλας.

ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ

ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ: Εκκλησία, από τις νεότερες όπως φαίνεται, στη Μεσσήνη. Προσφάτως σε εργασίες αμμοβολής στο εξωτερικό μέρος της εκκλησίας, αποκαλύφθηκε η χρησιμοποίηση ως δομικών υλικών για την κατασκευή και τη διακόσμησή της, πολλών στοιχείων από την αρχαιότητα. Βρέθηκαν σπόνδυλοι διάσπαρτοι στο βόρειο και νότιο τοίχο, τμήμα μαρμάρινου πεσίσκου πιθανόν παλαιοχριστιανικής εποχής, πώρινος ρόδακας, άλλα υλικά και μαρμάρινη εντοιχισμένη πλάκα στο παραθυράκι του ιερού, με ημερομηνία 11 Μαΐου 1811. Η χρήση υλικού από κτίσματα της αρχαιότητας, ήταν διαδεδομένη όπως φαίνεται στην περιοχή καθώς η Επιστημονική Γαλλική Αποστολή το 1829 ανακάλυψε ότι η μεγαλύτερη εκκλησία του Νησιού (προφανώς ο Αγιος Δημήτριος τότε) είχε κατασκευαστεί εξ ολοκλήρου από υλικά κτισμάτων της αρχαιότητας τα οποία εκτιμήθηκε ότι είχαν μεταφερθεί από την Αρχαία Μεσσήνη ή την Θουρία. Και ακόμη, ο Αθ. Πετρίδης είχε ανακαλύψει στο δάπεδο της Αγ. Παρασκευής αρχαίες πλάκες, για τις οποίες εξέφραζε την απορία από πού είχαν μεταφερθεί. Η εντοιχισμένη πλάκα δεν αποτελεί ασφαλή τρόπο χρονολόγησης της εκκλησίας, καθώς είναι πιθανόν και αυτή να έχει μεταφερθεί από άλλη περιοχή μαζί με τα υλικά από αρχαία κτίσματα αλλά και τις πέτρες ή να αποτελεί τμήμα παλαιότερου ναού στην ίδια περιοχή. Το βέβαιο είναι πως ενοριακός ναός για αρκετά χρόνια μετά την Επανάσταση ήταν αυτός των Αγ. Αποστόλων, η μικρή εκκλησία κοντά στους Τρεις Ιεράρχες. Και πως στο σχέδιο του 1875 δεν εμφανίζεται άλλη εκκλησία στο Νησί εκτός από αυτή του Αγ. Δημητρίου. Από εκεί και πέρα όλα είναι ανοιχτά σε ερμηνείες αλλά και στην αναγκαία διερεύνηση.

ΤΣΕΡΠΕ ΘΕΟΔΩΡΟΥ

ΤΣΕΡΠΕΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ: Διαπρεπής διανοούμενος που γεννήθηκε στη Μεσσήνη το 1908 και πέθανε στο Μαρούσι το 1987. Ηταν γιος του μεγαλέμπορου Μιχάλη Τσερπέ και της Ευγενίας Αντιβασέα. Σπούδασε Οικονομικά και Νομικά στην Πάντειο Σχολή και τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Οταν μπήκαν οι Γερμανοί στην Ελλάδα υπηρετούσε ως τμηματάρχης στο υφυπουργείο Συνεταιρισμών του υπουργείου Γεωργίας. Εξαιρετικός υπάλληλος είχε βραβευτεί ήδη από την Ακαδημία Αθηνών για τις μελέτες του «Ορυζοκαλλιέργεια» (1933) και «Ενάσκησις αγροτικής πίστεως» (1939). Από το 1941 οργανώθηκε στο ΕΑΜ και στις 5 Μαρτίου 1943 στη μεγάλη διαδήλωση της Αθήνας για τη ματαίωση της επιστράτευσης που ήθελαν να επιβάλουν οι κατακτητές, συνελήφθη από τους Ιταλούς και κρατήθηκε ως τον Ιούλιο του 1944. Ως «ανταμοιβή» για την πατριωτική του δράση, απολύθηκε από τη θέση του στο υφυπουργείο το 1945 και το 1947 εξορίστηκε στην Ικαρία. Μεταφέρθηκε στη Μακρόνησο και στη συνέχεια στον Αϊ-Στράτη μέχρι το 1952. Κάτω από δύσκολες συνθήκες και υποχρεωμένος να δίνει συνέχεια το «παρών» στην Ασφάλεια μέχρι το 1962, εργάσθηκε ως λογιστής σε μεγάλες εμπορικές και βιομηχανικές επιχειρήσεις της Αθήνας. Επέστρεψε στη Μεσσήνη το 1967 και έμεινε μέχρι το 1984, ασχολούμενος με τη συγγραφή και ιδιαίτερα με την ιστορία της Μεσσήνης. Το 1973 εκδόθηκε το βιβλίο του «Μεσσήνη» από την Περιηγητική Λέσχη, το οποίο επανεκδόθηκε το 1998 από το Δήμο Μεσσήνης με την προσθήκη κειμένων καθώς και φωτογραφιών. Μεταξύ των έργων του συμπεριλαμβάνονται και τα εξής: «Μελέται» (1932). «Ιστορία της Μεσσηνίας» (1952). «Πολιτισμοί του Χαλκού» (1960). «Συνεργατισμός» (1964). «Σατιρικά γυμνάσματα» (1966). Το 2007 κυκλοφόρησε με επιμέλεια, εισαγωγή και σχόλια του ανιψιού του Στέφανου Ληναίου ένα σπουδαίο ντοκουμέντο με τίτλο «Το άγιο Χαϊδάρι» που είναι ένα συγκλονιστικό ημερολόγιο της Κατοχής στην Αθήνα. Το βιβλίο παρουσίασε στην Αθήνα ο Σύλλογος Μεσσήνης (Νησί) «Πάμισος» με ομιλητές τον Μανώλη Γλέζο και τους Νησιώτες ιστορικούς Βασίλη Κρεμμυδά και Βασίλη Παναγιωτόπουλο.

ΤΣΙΚΛΗΤΗΡΑ ΚΩΣΤΗ

ΤΣΙΚΛΗΤΗΡΑΣ ΚΩΣΤΗΣ: Ολυμπιονίκης για τον οποίο η βρετανική εφημερίδα «Τhe Sporting Life» έγραψε το 1908 ότι «είναι μια τέλεια εικόνα ενός αθλητή που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως μοντέλο γλύπτη της αρχαιότητας». Γεννήθηκε το 1888 στην Πύλο και προερχόταν από εύπορη οικογένεια. Κατά την παράδοση διακρίθηκε από μικρός για τις αθλητικές του επιδόσεις καθώς «στα πανηγύρια πηδούσε 2 και 3 άλογα δεμένα μαζί, ενώ κάθε ημέρα έμπαινε στο σπίτι του όχι από την πόρτα της αυλής αλλά περνώντας πάνω από το φράχτη». Ο πατέρας του ήταν γιατρός και σε ηλικία 17 ετών τον έστειλε στην Αθήνα για να σπουδάσει στην Εμπορική Ακαδημία. Γράφτηκε στον «Πανελλήνιο» και άρχισε να ασχολείται με τον αθλητισμό. Βλέποντας το ύψος του (1,92 μ.) και τον τρόπο με τον οποίο εκτελούσε τα άλματα (θαυμάσια αλτικότητα και εξαιρετικό σπάσιμο μέσης), οι προπονητές τον έπεισαν να αφιερωθεί στο άλμα εις ύψος και στο άλμα εις μήκος άνευ φοράς. Εμφανίστηκε για πρώτη φορά σε πανελλήνιους αγώνες το 1906 και ήρθε τρίτος με 2,83 μ. στο μήκος άνευ φοράς. Στη συνέχεια συμμετείχε στους Πανιώνιους Αγώνες που έγιναν στη Σμύρνη, αλλά και σε αγώνες στην Αλεξάνδρεια. Στους Μεσολυμπιακούς που έγιναν το 1906 στην Αθήνα ήρθε 6ος στο ύψος άνευ φοράς με 1,30 μ. αλλά δεν προκρίθηκε στον τελικό του μήκους άνευ φοράς. Πήρε μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου το 1908 και κέρδισε δύο αργυρά μετάλλια στα αγωνίσματα αυτά, πίσω από τον περίφημο Αμερικάνο αθλητή Γιούρι. Τέσσερα χρόνια αργότερα στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Στοκχόλμης πέρασε στην ιστορία καθώς σπάζοντας το παγκόσμιο ρεκόρ του Γιούρι με άλμα 3,37 μ. πήρε το χρυσό μετάλλιο στο άλμα εις μήκος άνευ φοράς, έναν πόντο περισσότερο από τον Πλατ Ανταμς. Και με άλμα 1,55 μ. πήρε το χάλκινο μετάλλιο στο άλμα εις ύψος άνευ φοράς. Στην Ελλάδα γίνεται υποδοχή ήρωα, πλήθος κόσμου τον περίμενε στο σταθμό Λαρίσης και στο «Ρωμιό» ο Γ. Σουρής έγραφε «τι χαρά που πήρα για τον νέον Τσικλητήρα». Oταν κόπασαν οι πανηγυρισμοί έπιασε δουλειά σε τράπεζα. Λίγους μήνες μετά το θρίαμβο της Στοκχόλμης, ξέσπασε ο Πρώτος Βαλκανικός Πόλεμος. Ο Τσικλητήρας παρουσιάστηκε και κατατάχθηκε στο 9ο Σύνταγμα Πεζικού της Καλαμάτας. Του προτάθηκε να υπηρετήσει στο Φρουραρχείο Αθηνών αλλά δεν δέχθηκε. Ως λοχίας του Πεζικού πήρε μέρος στη μάχη κατά των Τούρκων στο Μπιζάνι. Μετά από λίγες ημέρες προσβλήθηκε από μηνιγγίτιδα και μεταφέρθηκε εσπευσμένα στην Αθήνα. Πέθανε στις 10 Φεβρουαρίου του 1913. Ο «Πανελλήνιος» τον τίμησε με τη διοργάνωση αγώνων που φέρουν το όνομά του από το 1960. Η διοργάνωση κάποια στιγμή σταμάτησε αλλά ξεκίνησε και πάλι στα τέλη της δεκαετίας του 1990. Στην Πύλο σώζεται το σπίτι που έζησε ο Κωστής Τσικλητήρας το οποίο έχει περάσει στην κυριότητα του δήμου και ανακατασκευάστηκε προκειμένου να φιλοξενήσει πολιτιστικές χρήσεις και τη «Γωνιά Τσικλητήρα».

Από το βιβλίο του Ηλία Μπιτσάνη

«Το Νησί (Μεσσήνη)

στο χώρο και το χρόνο»

Η συνέχεια το επόμενο Σάββατο