Κυριακή, 13 Μαϊος 2018 19:01

Οι συνταξιούχοι του Δημοσίου στο Παρόρι Σπάρτης

 

Μια ενδιαφέρουσα εκδρομή στη γειτονική Λακωνία, στο μυθικό τόπο του θρυλικού βασιλιά Λεωνίδα και της ωραίας Ελένης. Στα ιστορικά ίχνη της Καστροπολιτείας του Βυζαντινού Μυστρά και του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου.

Στα βήματα του Αγίου Νίκωνος του Μετανοείτε και στο γραφικό χωριό Παρόρι Σπάρτης με τη σπάνια πανίδα, τα γάργαρα νερά και την πλούσια βλάστηση  πραγματοποιήσαμε τα μέλη και οι φίλοι του Συλλόγου Πολιτικών Συνταξιούχων του Δημοσίου Νομού Μεσσηνίας. 

Η σκέψη του Δ.Σ. που το αποτελούν οι Φώτης Μαθιόπουλος, Αντζελα Μπουζέα, Δήμητρα Ξυνού - Βαλσαμάκη, Κώστας Εμμανουήλ, Γιάννης Τσερώνης, Νίκος Τζάννες και Παύλος Κλάδης ήταν ότι ο Ταΰγετος πρέπει να μας ενώνει και όχι μας χωρίζει. Αλλωστε η φύση  έχει προικίσει απλόχερα την γείτονά μας Σπάρτη και την καθιστά ελκυστική στον καθένα μας. Ετσι, ξεκινήσαμε την Τρίτη το πρωί 1η Μαΐου από την Καλαμάτα με τρία τουριστικά λεωφορεία ακολουθώντας την Εθνική Οδό Καλαμάτα-Σπάρτη, για τον εύφορο κι ευλογημένο  αυτό τόπο.

Πρώτος σταθμός, η Μονή Αγίων Τεσσαράκοντα Μεγαλομαρτύρων που είναι κτισμένη λίγα χιλιόμετρα έξω από τη Σπάρτη, μετά τη γέφυρα του Ευρώτα, σε μία περιοχή με σπάνιο φυσικό κάλλος.  Σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή, η Μονή κτίστηκε το έτος 1305 επί βασιλείας του Αυτοκράτορος του Βυζαντίου Ανδρονίκου. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, εκτιμώντας τις αρετές των μοναχών της, την ανακήρυξε σταυροπηγιακή Μονή και της προσέφερε παρά πολλά προνόμια. Μεγάλη και ανεκτίμητη υπήρξε η προσφορά της Μονής στον υλικό και πνευματικό αγώνα του Εθνους κατά την παλιγγενεσία του 1821. Η Μονή ανέπτυξε πολύπλευρη δράση και στον τομέα της Παιδείας (μορφωμένοι αδελφοί της Μονής δίδασκαν τα γράμματα σε φτωχά παιδιά των γύρω χωριών). Γι΄ αυτό το λόγο η Μονή έχαιρε της εκτιμήσεως και της ευγνωμοσύνης όλων. Είναι μάλιστα χαρακτηριστική η μεγάλη αφοσίωση σε αυτήν του σπουδαίου οπλαρχηγού και ηγέτη της Επαναστάσεως Θεοδώρου Κολοκοτρώνη.

Οι άγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες έζησαν στις αρχές του 4ου αι. στην πόλη της Σεβαστείας, στη Βόρεια Μ. Ασία. Ηταν στρατιώτες του ρωμαϊκού στρατού. Ηταν τόσο γενναίοι στρατιώτες και ικανοί στην τέχνη του πολέμου, ώστε να αποτελούν ξεχωριστό επίλεκτο σώμα. Όλοι και κυρίως ο λαός της Σεβαστείας τους θαύμαζαν και τους αγαπούσαν. Δεν μπόρεσαν όμως να απαλλαγούν από το φθόνο κάποια στιγμή ορισμένων συστρατιωτών τους, οι οποίοι τους κατηγόρησαν στον ηγεμόνα της πόλεως Αγρίκολα ότι ήταν χριστιανοί και με αφοσίωση λάτρευαν ως Θεό τους τον Ιησού Χριστό.

Ο ηγεμόνας τότε τους κάλεσε να θυσιάσουν στα είδωλα, αρνούμενοι το Χριστό ή να πεθάνουν. Εκείνοι χωρίς να δειλιάσουν προτίμησαν το θάνατο και την ίδια στιγμή σε ένδειξη περιφρόνησης πέταξαν στο έδαφος τις στρατιωτικές τους ζώνες. Τότε τους άφησε γυμνούς και εκτεθειμένους στο φοβερό κρύο να πεθάνουν μέσα σε φοβερούς πόνους από τα κρυοπαγήματα. Οι δήμιοι, αφού τους έκαψαν, έριξαν τα λείψανα των Αγίων στο διπλανό ποτάμι.

Τρεις μέρες αργότερα, οι άγιοι εμφανίστηκαν σε όνειρο στον επίσκοπο των χριστιανών της Σεβαστείας Πέτρο και του υπέδειξαν το σημείο στο οποίο βρίσκονταν τα άγια λείψανά τους. Εκείνος με τη βοήθεια μερικών ευσεβών χριστιανών, περισυνέλεξε με ευλάβεια και κατάνυξη τα ιερά λείψανα των Αγίων Τεσσαράκοντα Μεγαλομαρτύρων. Η μνήμη τους εορτάζεται την 9η Μαρτίου.

Η Αβραμιαία φιλοξενία των Μοναχών της Μονής,  προς τα μέλη του Συλλόγου μας ήταν επαινετή και τους ευχαριστούμε πολύ.

Αφού περάσαμε τη Σπάρτη, έξι χιλιόμετρα μετά, αντικρίσαμε σε έναν βραχώδη λόφο, την ερειπωμένη καστροπολιτεία του Μυστρά. Η ιστορία του Μυστρά όπως μας εξήγησε ο ξεναγός μας Διονύσης Τριγκιλίδας, αρχίζει από τα μέσα του 13ου αιώνα όταν συμπληρώθηκε η κατάκτηση της Πελοποννήσου από τους Φράγκους. Το κάστρο χτίστηκε το 1249 από τον Γουλιέλμο Β´ Βιλεαρδουίνο στην κορυφή του λόφου που είχε στρατηγική θέση και αποτελούσε σημαντικό οχυρό. Αργότερα έπεσε στα χέρια των Βυζαντινών όπου έχτισαν εκεί τον Μυστρά, ως πρωτεύουσα του Δεσποτάτου.

Δύο χιλιόμετρα μετά το Μυστρά, στις πλαγιές του  Ταϋγέτου, δίπλα από ένα βράχο με τρεχούμενα νερά, αιωνόβια πλατάνια με πυκνή σκιά, μας περίμενε ο επόμενος σταθμός για φαγητό και ξεκούραση. Το ξακουστό για τις ταβέρνες με το καλό φαγητό Παρόρι. Οι σερβιτόροι γέμιζαν τις κανάτες τους από το τρεχούμενο νερό και ήταν τόσο κρύο σαν να το έβγαζες εκείνη τη στιγμή από ψυγείο. Αφού φάγαμε και χορέψαμε, κάποιο συνάδελφοι που τους αρέσει η πεζοπορία, βρέθηκαν μετά από περπάτημα δεκαπέντε λεπτών, στην Παναγία τη Λαγκαδιώτισσα.

Στη συνέχεια επιβιβαστήκαμε στα πούλμαν για να επισκεφθούμε την πρωτεύουσα της Λακωνίας για καφέ. Η Σπάρτη θεωρείται ως μία από τις ωραιότερες, αλλά και ιστορικότερες πόλεις της Ελλάδας. Η ιστορία της χάνεται μέσα στα βάθη των αιώνων. Το όνομά της προέρχεται από την πριγκίπισσα Σπάρτη, κόρη του Βασιλιά Ευρώτα. Χτισμένη στις όχθες του Ευρώτα, οικοδομήθηκε κατόπιν διατάγματος του Βασιλιά Όθωνα το 1834 και έχει σχεδιαστεί από τον Στάουφερτ με φαρδιές λεωφόρους και μεγάλες πλατείες.

Δεν παραλείψαμε να φωτογραφηθούμε στο άγαλμα του  Λεωνίδα που η θυσία του στη μάχη στις Θερμοπύλες άλλαξε τη ροή της ευρωπαϊκής ιστορίας, σύμφωνα με Ευρωπαίους ιστορικούς, καθώς κατέρριψε το μύθο του ανίκητου αντιπάλου και εμψύχωσε την αντίσταση των Ελληνικών πόλεων ενώ απέτρεψε την αμαχητί παράδοσή τους. Παράλληλα αποτέλεσε παράδειγμα που χρησιμοποιήθηκε σε διάφορες χρονικές περιόδους της ιστορίας των λαών.

Τέλος αφού αφήσαμε πίσω μας την εύφορη πεδιάδα του Ευρώτα που απλωνόταν γύρω  καταπράσινες  ελιές, πορτοκαλιές, λεμονιές. Αφού αφήσαμε  τους  ορεινούς όγκους του Ταϋγέτου και του Πάρνωνα που έστεκαν επιβλητικοί στο βάθος, γυρίσαμε πάλι πίσω στην Καλαμάτα, με το καλύτερο δώρο που είχαμε κάνει στον εαυτό μας, και δεν ήταν άλλο, από τις όμορφες αναμνήσεις. Και την ευχή για την πραγματοποίηση μιας άλλης σύντομα πετυχημένης εκδρομής.

 

Παύλος Κλάδης

Μέλος Δ.Σ. Συνδέσμου Πολιτικών Συνταξιούχων

Δημοσίου Νομού Μεσσηνίας