Δευτέρα, 09 Ιουνίου 2014 08:27

Εφυγαν για το εξωτερικό αλλά πάντα σκέφτονται την επιστροφή

Αναζητώντας την αξιοπρεπή διαβίωση, ψάχνοντας μια καλύτερη καθημερινότητα κι ένα "καταφύγιο" όταν τους... έδιωξε η Ελλάδα, πολλοί Μεσσήνιοι οδηγήθηκαν στο εξωτερικό, για να δουλέψουν, να σπουδάσουν, να ζήσουν καλύτερα από τον τόπο που τους... πρόδωσε όταν τον είχαν ανάγκη.

Και είναι πολλοί οι Μεσσήνιοι απόδημοι σε πολλές χώρες της Ευρώπης, στην Αυστραλία, την Αμερική και τον Καναδά. Ολοι ελπίζουν κάποια στιγμή να περάσουν τα δύσκολα και η Ελλάδα να φέρει πίσω τα παιδιά της. Υπό προϋποθέσεις όμως, αφού οι περισσότεροι ζουν καλά στον τόπο που τους οδήγησε η οικονομική κρίση της Ελλάδας.

Ο Μάριος Παρθένιος ζει στο Λουξεμβούργο. Εχει σπουδάσει Πληροφορική στην ΑΣΟΕΕ κι έχει κάνει μεταπτυχιακό στο πανεπιστήμιο του Surrey της Αγγλίας. Εδω και 1,5 χρόνο δουλεύει ως προγραμματιστής στο Λουξεμβούργο, σε μια γαλλική εταιρεία. Οπως λέει: "Δε γνωρίζω αν θα επιστρέψω στην Ελλάδα σύντομα, αλλά πάντα είναι η πρώτη σκέψη μου".

Αλλωστε, στην Ελλάδα επιχείρησε να παραμείνει και να εργαστεί μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του. Ολοκλήρωσε τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις και ξεκίνησε τη διαδικασία εύρεσης εργασίας, αρχικά στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό. Οπως εξηγεί, "το γεγονός ότι είχα σπουδάσει στο εξωτερικό, με έκανε να είμαι θετικός σε μια προσφορά εργασίας, έχοντας πάντα σαν προτεραιότητα να παραμείνω στην χώρα μου. Οι προσφορές από το εξωτερικό όμως ήταν αρκετές, με αποτέλεσμα να προχωράω στις διαδικασίες προσλήψεων των εταιρειών, ενώ από εταιρείες με έδρα την Ελλάδα οι απαντήσεις ήταν ελάχιστες και σε πολύ αρχικό στάδιο. Ετσι και πήρα την απόφαση να φύγω στο Λουξεμβούργο για 2-3 χρόνια, δίνοντας χρόνο στην ελληνική αγορά να βελτιωθεί". Μέσα στον 1,5 χρόνο που εργάζεται στο Λουξεμβούργο, έχει διαπιστώσει πως πρόκειται για μια μικρή χώρα της Κεντρικής Ευρώπης, "για μια κοινωνία πρόνοιας, με σεβασμό στους πολίτες από όπου και να έρχονται". Επιπλέον, τα ταξίδια σε γειτονικές πόλεις και χώρες είναι αρκετά εύκολα και "η συναναστροφή με νέους από κάθε γωνιά της Ευρώπης ανεκτίμητη".

Ο Πάνος Κατσαράκης ζει στη Σουηδία, όμως το τελευταίο διάστημα δεν εργάζεται. Παρόλα αυτά, σκοπεύει να παραμείνει στη Στοκχόλμη, αφού εκεί αισθάνεται περισσότερη σιγουριά για το μέλλον, καθώς στην Ελλάδα η ανεργία κυμαίνεται σε τεράστια ποσοστά. Δεν είναι όμως αυτός ο μόνος λόγος που αποφάσισε να φύγει από την Ελλάδα. Οπως μας εξηγεί, η κακή νοοτροπία και η μιζέρια που επικρατεί τα τελευταία χρόνια δεν ταιριάζουν στο δικό του χαρούμενο χαρακτήρα. Στη Σουηδία βρήκε ανθρώπους που σκέφτονται όπως ο ίδιος.

Οσο για το ενδεχόμενο της επιστροφής του στην Ελλάδα... Δεν το νομίζει, αν και δεν αισθάνεται πως έχει φύγει, αφού δε ζει στην Αμερική ή την Αυστραλία. Αλλωστε, όπως υπογραμμίζει, από τη Στοκχόλμη είναι πολύ πιο εύκολο και πολύ πιο οικονομικό να επισκεφτεί τα ελληνικά νησιά...

Ο Αλέξης Βασιλιάς ξεκίνησε το ταξίδι του με στόχο να γνωρίσει την Αυστραλία, καθώς έχει την υπηκοότητα. Το να μείνει μόνιμα στη μακρινή χώρα δεν ήταν κάτι εξίσου μακρινό, αφού δεν ήταν δύσκολο γι΄ αυτόν να βρει μια νέα δουλειά σε αντικείμενο μάλιστα εντελώς διαφορετικό από αυτό που έκανε στην Ελλάδα. "Το γεγονός πως έχω την υπηκοότητα, πως τα πράγματα στην Ελλάδα δεν πήγαιναν καλά, το ότι οι δουλειές ήταν λίγες και το επίπεδο ζωής έπεφτε όλο και πιο χαμηλά, με έκανε να σκεφτώ ότι έπρεπε να κάνω μια αλλαγή... Ενα ρίσκο για κάτι καλύτερο". "Μου λείπουν οι κάμερές μου" σχολιάζει καθώς μιλάει για τη νέα του δουλειά σε εταιρεία καλλυντικών για την περιποίηση του δέρματος. Εντελώς διαφορετικό αντικείμενο, εντελώς διαφορετική καθημερινότητα, εντελώς διαφορετική... φορολογία αλλά και αμοιβή φυσικά, σε μια δουλειά που αφιερώνει αυστηρό 8ωρο, αμείβεται αρκετά καλά και για κάθε ώρα υπερωρίας πληρώνεται αδρά. Και όπως τόνισε... "ούτε λογιστές, ούτε γραφειοκρατία".

Στην Αυστραλία έκανε αρκετούς καινούργιους φίλους, όμως οι φίλοι από την Ελλάδα είναι αλλιώς, του λείπουν. Οπως ακόμα του λείπουν "οι... σαββατιάτικοι καφέδες, η Παραλία της Καλαμάτας και το σουφλέ της φίλης μου της Πέρσας" λέει με παράπονο.

Ομως, η ζωή σε κάθε περίπτωση είναι πολύ καλύτερη στη Μελβούρνη. Οσο για την τρέλα της Ελλάδας... "οπου υπάρχει Ελληνας στον κόσμο τη μεταφέρει μέσα του παντού. Είναι στο DNA μας".

Στην Ελλάδα σκέφτεται να έρθει κάποια στιγμή για βόλτα, ενώ για την ώρα σκέφτεται να πάρει κοντά του, στην Αυστραλία τη μητέρα του.Ο ίδιος πιστεύει πως δυστυχώς η Ελλάδα περνάει μια νέα εποχή μετανάστευσης κατά την οποία πολλοί νέοι επιλέγουν να ζήσουν σε μια άλλη χώρα  με την προοπτική να έχουν περισσότερες ευκαιρίες, αφού "η Ελλάδα ναι μεν έχει ευκαιρίες, όμως είναι ελάχιστες, με λίγες αποδοχές".

Ο Χάρης Σαραντόπουλος ζει στην Ουτρέχτη της Ολλανδίας, όπου κάνει μεταπτυχιακό. Οπως παρατηρεί, "θα ήταν ψέμα αν έλεγα ότι δεν μου λείπει η Ελλάδα. Ομως, ακόμα και αν η Ελλάδα δεν βρισκόταν σε αυτή τη δυσμενή θέση, θα ήθελα να μείνω αρκετά χρόνια στο εξωτερικό. Νοσταλγώ όλα αυτά που έχει η χώρα μας και δεν τα βρίσκεις πουθενά. Αναπολώ τις όμορφες στιγμές που έζησα, αλλά επίσης ανυπομονώ να γνωρίσω νέους τόπους στους οποίους ακόμα δεν ταξίδεψα, νέα άτομα που δεν γνώρισα και αντιλήψεις που δεν βίωσα".

Ο ίδιος μεγάλωσε στην Καλαμάτα, αποφοίτησε από το 4ο Λύκειο και σπούδασε στο Πολυτεχνείο Πατρών στο Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Τεχνολογίας Υπολογιστών: "Ο τομέας που ακολούθησα στη σχολή αφορούσε στις τηλεπικοινωνίες και στην τεχνολογία της πληροφορίας. Εχοντας τελειώσει την σχολή κι εκπληρώνοντας τη στρατιωτική μου θητεία, έκανα αίτηση για μεταπτυχιακό στην Ολλανδία, στην Ουτρέχτη, στο Τμήμα Επιστήμης Υπολογιστών. Το μεταπτυχιακό είναι ερευνητικό και έχει διάρκεια δύο χρόνων και διανύω το δεύτερο".

Αναφερόμενος στην καθημερινότητά του στην Ολλανδία παρατηρεί: "Οπως και σε όλη την Ολλανδία, το ποδήλατο είναι τρόπος ζωής, το πικνίκ στα πάρκα τις ηλιόλουστες μέρες συνήθεια, η φυσική ομορφιά μαγευτική και τα κανάλια που διασχίζουν την πόλη σήμα κατατεθέν της υποδομής και της φυσικής αναπαράστασης της χώρας".

Μιλώντας για την απόφασή του να φύγει από την Ελλάδα, επισημαίνει: "Ποια απόφαση; Μονόδρομος ήταν... Οντας πλέον πτυχιούχος, οι αιτήσεις που έκανα για δουλειά δεν είχαν ανταπόκριση. Μέρα με τη μέρα συνειδητοποιούσα με τον χειρότερο τρόπο πλέον την απελπιστική κατάσταση της Ελλάδας στο θέμα της επαγγελματικής σταδιοδρομίας. Δεν θα πω κάτι καινούριο, αφού όλοι λίγο πολύ γνωρίζουν τι δυσκολίες αντιμετωπίζει ένας απόφοιτος ελληνικού πανεπιστημίου. Οι σκέψεις μου για μεταπτυχιακό στο εξωτερικό είχαν ξεκινήσει πολύ νωρίτερα και κορυφώθηκαν μετά το απολυτήριο του στρατού". Από την εμπειρία του στο εξωτερικό, διαπιστώνει πως η Ελλάδα παρέχει πολύ καλό επίπεδο σπουδών: "Ενα πράγμα όμως που πιστεύω ακράδαντα είναι ότι η Ελλάδα είναι τουλάχιστον ισάξια της Ολλανδίας όσον αφορά στο επίπεδο γνώσεων που παρέχει στους φοιτητές της. Αυτό ενισχύει άλλωστε την αντίληψη ότι απόφοιτοι ελληνικών πανεπιστημίων κατέχουν πολύ δυνατό γνωστικό υπόβαθρο για να ανταποκριθούν σε απαιτητικές συνθήκες που βιώνουν εκτός Ελλάδας. Τα προβλήματα της εκπαίδευσης αφορούν άλλους τομείς, όπως οργάνωση, τρόπο διδασκαλίας κ.λπ.".Συγκρίνοντας τις δυο χώρες περαιτέρω, αναφέρει: "Πράγματα που στην Ελλάδα φαντάζουν μακρινά σενάρια, στην Ολλανδία είναι ήδη μέρος της καθημερινής ζωής. Ποδηλατόδρομοι και φανάρια για τα ποδήλατα, καθαριότητα στους δημόσιους χώρους, το κέντρο των πόλεων είναι απαγορευμένο για τα αυτοκίνητα, δρομολόγια δημοσίων συγκοινωνιών με απόκλιση δευτερολέπτων, οργάνωση δημοσίων επιχειρήσεων, υψηλές αποδοχές, αξιοκρατία, στήριξη ευπαθών ομάδων, κοινωνικά μερίσματα και πολλά άλλα, είναι μερικά στοιχεία που ανεβάζουν το κοινωνικό και βιοτικό επίπεδο μιας χώρας και ταυτόχρονα μειώνουν την ανάγκη για επαναπατρισμό όσων έχουν κάνει μια νέα αρχή σε μια χώρα με αυτές τις προδιαγραφές.

Ακόμα, υπογραμμίζει πως: "Οταν λέω πως είμαι από την Ελλάδα, τα σχόλια που ακούω με κάνουν περήφανο. Ολοι έχουν να διηγηθούν μια ιστορία από την Ελλάδα, την φυσική ομορφιά, το φαγητό, την ζεστασιά των Ελλήνων, την ιστορία μας. Ολοι γνωρίζουν τις δυσκολίες που περνάμε σαν λαός και δείχνουν την αλληλεγγύη και την στήριξή τους εμπράκτως. «Μη το βάζετε κάτω, η Ελλάδα ήταν πάντα η πηγή του πολιτισμού. Ησασταν πάντα παράδειγμα για όλο τον κόσμο. Παλέψτε και θα τα καταφέρετε, πάντα τα καταφέρνατε. Σας χρωστάμε πάρα πολλά». Αυτά ήταν τα λόγια ενός Ολλανδού όταν του είπα ότι είμαι από την Ελλάδα…".

Η Δήμητρα Πιέρρου ζει πλέον στην Αυστραλία, στο Queensland, με τον άντρα της και το παιδί της. Στην Ελλάδα τελείωσε το Πολυτεχνείο με την ειδικότητα του μεταλλουργού μηχανικού. Αφού δούλεψε σα μηχανικός στον ιδιωτικό τομέα, άνοιξε μια δική της τεχνική εταιρεία, με αντικείμενο τις αυτόματες βιομηχανικές πόρτες: "Η εταιρεία είχε πολύ καλή τεχνογνωσία, καλό πελατολόγιο και κατάφερε να εξασφαλίσει αρκετά σημαντικά έργα και κατασκευές. Αλίμονο όμως! Δεν χρειάζεται μόνο αυτό σήμερα για να πετύχεις στην Ελλάδα ακόμα και στο αντικείμενό σου. Ο δήμος, η Εφορία, ακόμα και οι εκάστοτε πολιτικοί που τις περισσότερες φορές ουδεμία σχέση έχουν με την ελληνική αγορά. Ακόμα, η γενικότερη νοοτροπία που επικρατεί στην ελληνική κοινωνία ότι ο εκάστοτε ελεύθερος επαγγελματίας είναι... κλέφτης του κράτους δημιουργεί σοβαρό ζήτημα. Το τελειωτικό χτύπημα όμως ήρθε με την οικονομική κρίση". Η εταιρεία έκλεισε, η ίδια με την οικογένειά της επέστρεψε στην Καλαμάτα, όπου εργάστηκε με χαμηλότερο της συλλογικής σύμβασης μισθό αλλά κυρίως... ανασφάλιστη, αφού χρωστούσε ένα ποσό στο ταμείο της και η όποια ρύθμιση επετεύχθη ήταν πολύ μεγαλύτερη του μηνιαίου οικογενειακού της εισοδήματος: "Εγκαταλείπω λοιπόν κάθε προσπάθεια και αρχίζω να τσαντίζομαι και να θυμώνω με την ίδια μου την χώρα. Πώς ήταν δυνατό να με πληγώνει και να με διώχνει έτσι";

Στη συνέχεια ακολούθησε το πρώτο της ταξίδι στην Αυστραλία, μαζί με το σύζυγό της. Εκεί, όπως λέει, "άρχισα να συνειδητοποιώ ότι εκεί δε συμβαίνουν αυτά τα παράλογα της Ελλάδας και κάποια βασικά θέματα, όπως ασφάλιση, δικαιοσύνη, φορολογία. Τα έχουν λύσει με απλές και καθαρές διαδικασίες και όχι με την δική μας την πολυνομία". Οταν επέστρεψε στην Ελλάδα διαπίστωσε πως χρειαζόταν... μέσον ακόμα και για να γράψει το παιδί της στο σχολεία της γειτονιάς της, στην Α΄ Δημοτικού. "Αυτό ήταν και το αποκορύφωμα, τσαντίστηκα, αηδίασα και συνειδητοποίησα ότι δεν υπάρχει χώρος σε αυτόν τον τόπο για μένα".

Αφού πέρασε ακόμα ένα... Γογλοθά ασυνεννοησίας και γραφειοκρατίας για το διαβατήριο, την αναγνώριση πτυχίων και πιστοποιητικών, τις μεταφράσεις -ευτυχώς είχε γεννηθεί στην Αυστραλία και δε χρειαζόταν visa, άδεια παραμονής και εργασίας- κατάφερε να βρει λύση: "Τελικά όπως συνήθως γίνεται σε όλες τις υποθέσεις των Ελλήνων πολιτών με το κράτος, την υπόθεση την έλυσε πάλι ένας φίλος (ή γνωστός ή μέσον σε άλλες περιπτώσεις). Αυτό το πιστοποιητικό ταυτοπροσωπίας είναι ίσως το πολυτιμότερο ελληνικό έγγραφο που έχω μαζί μου. Ετσι έφυγα από την Ελλάδα, τσαντισμένη, θυμωμένη και απογοητευμένη. Δεν θεωρώ ότι έκανα κάτι έξυπνο. Απλά ανταποκρίθηκα στον διωγμό που μου υπαγόρευε η χώρα μου με όλη της την δύναμη".

Η Αυστραλία την υποδέχτηκε παρέχοντάς της άμεσα δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και επίδομα ανεργίας, κάτι που στην Ελλάδα δεν κατάφερε ποτέ να αποκτήσει. Οσο για τη δουλειά... "Οταν έπιασα δουλειά η αμοιβή, εκτός του ότι ήταν 5 φορές μεγαλύτερη από την αντίστοιχη ελληνική, δεν είχε να κάνει καθόλου με την οικογενειακή μου κατάσταση. Ο μισθός που παίρνεις αφορά εσένα ως άτομο και ειδικότητα και όχι σύμφωνα με το πόσα παιδιά έχεις, αν είσαι παντρεμένος. Πληρώνεσαι, αμείβεσαι και αναγνωρίζεσαι γι' αυτά που ξέρεις και προσφέρεις και όχι γιατί είσαι φίλος και κολλητός του αφεντικού ή τα έχεις καλά με το λογιστήριο".

Από τη μέχρι τώρα εμπειρία της στην Αυστραλία έχει καταλήξει στο ότι "το επίπεδο των ελληνικών πανεπιστημίων είναι πολύ καλό αλλά πάσχουν στη διοίκηση και στην προβολή τους στο εξωτερικό".

Οσο για την άποψη των ανθρώπων που ζουν στο Queensland για την Ελλάδα... "Η άποψη που έχουν εδώ για την Ελλάδα και τους Ελληνες δεν είναι και πολύ αισιόδοξη. Μας θεωρούν πολύ καλούς για γιορτές, χορούς και πανηγύρια και πιστεύουν ότι είμαστε τεμπέληδες, δεν πληρώνουμε φόρους, δεν υπακούμε τους νόμους και όλα αυτά τα σχετικά. Και αυτά δυστυχώς τα πιστεύουν και αρκετοί από τους Ελληνες που βρίσκονται πολλά χρόνια εδώ και ήρθαν με την πρώτη μετανάστευση του ’50 και του ’60. Δεν θα ξεχάσω όταν το αφεντικό μου στην δουλειά με ρώτησε αν πληρώνουμε φορολογία στην Ελλάδα και τι ποσοστό. Οταν του είπα τα νούμερα κόντεψε να πάθει συγκοπή. Να σημειωθεί ότι ο ΦΠΑ στην Αυστραλία είναι 10% και οι κρατήσεις στην μισθοδοσία (για Εφορία και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη) είναι από από  2 – 30% ανάλογα με την μισθολογική κλίμακα που βρίσκεσαι. Ενας μέτρια αμειβόμενος εδώ δεν έχει κρατήσεις παραπάνω από 10% στον μισθό συνολικά για Εφορία και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη".

Οπως επισημαίνει: "Πάντα τριγυρνάει η ερώτηση στο κεφάλι μου αν έκανα καλά που έφυγα, μήπως το μετανιώσω στην πορεία, αλλά το ξεπερνάω, προχωράω και συνεχίζω. «Η τύχη χρωστάει στους τολμηρούς» μου έλεγε η γιαγιά μου".

Οσο για το ενδεχόμενο να επιστρέψει στην Ελλαδα... "Πέρασα καλά στις διακοπές και θα ξαναέρθω σίγουρα. Ομως για μόνιμα νομίζω ότι είναι δύσκολο. Θέλω να ελπίζω κάπου μέσα μου ότι θα αλλάξουν κάποια στιγμή οι καταστάσεις και οι νοοτροπίες και θα ξαναγυρίσω. Κάτω από τις κατάλληλες προϋποθέσεις θα ήθελα να ξαναγυρίσω, γιατί ο τόπος σου είναι πάντα τόπος σου. Απλά η αναζήτηση μιας αξιοπρεπούς καθημερινότητας, η οποία δεν ήταν εφικτή στην Ελλάδα, με οδήγησαν εδώ, στην Αυστραλία".

O Ηλίας Πυρνοκόκης είναι ένας 28χρονος Μεσσήνιος που ζει κι εργάζεται στο Ρόττερνταμ της Ολλανδίας. "Ονειρό μου από μικρός ήταν να δοκιμάσω τον εαυτό μου στο εξωτερικό και να ζήσω αυτή την εμπειρία, αλλά η κρίση και οι ελάχιστες ευκαιρίες στην ελληνική αγορά εργασίας, το έκαναν μονόδρομο" εξηγεί. Σπούδασε οικονομικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Πατρών, δούλεψε δύο χρόνια στην ελληνική αγορά εργασίας και μετά το στρατό, αποφάσισε να φύγει για μεταπτυχιακό στην Ολλανδία. Ολοκλήρωσε το μάστερ στα Οικονομικά, Πολιτικές και Νομικά της Υγείας. "Μετά το πρώτο έτος, όπου το διάβασμα ήταν απαιτητικό, αποφάσισα να δουλέψω -part time μέχρι να τελειώσω την πτυχιακή μου- σε ένα ιταλικό εστιατόριο, στην αρχή ως λαντζέρης και στην συνέχεια ως βοηθός μάγειρα". Μετά από 10 μήνες όμως βρήκε δουλειά πάνω στο αντικείμενό του κι εργάζεται πλέον ως στατιστικολόγος και προγραμματιστής κλινικών ερευνών στην μεγαλύτερη φαρμακευτική εταιρεία του κόσμου, την Novartis. "Η δουλεία μου είναι στο Αμστερνταμ, αλλά ακόμα ζω στο Ρόττερνταμ, εδώ και 3 χρόνια, όσα είμαι και στην Ολλανδία, καθώς όλος μου ο κοινωνικός κύκλος βρίσκεται εκεί".

Η πικρία όμως είναι μεγάλη, αφού αν και πάντα ήταν στόχος του να κερδίσει εμπειρίες δοκιμάζοντας την ζωή στο εξωτερικό, "το παράπονό μου, είναι ότι μου αφαιρέθηκε το δικαίωμα από την χώρα μου να επιστρέψω κάποια στιγμή. Και η αλήθεια είναι ότι δεν έχω σκοπό να γυρίσω άμεσα. Η ζωή μου εδώ αν και με πολλές δυσκολίες στην αρχή, αποφέρει καρπούς πλέον και απολαμβάνω την προσωπική μου εξέλιξη, όχι μόνο την επαγγελματική".

Η Ολλανδία έχει πολλά που δεν έχει η Ελλάδα, εξηγεί, όπως μια... ανοιχτή κοινωνία "πιο κοντά σε αυτό που ονομάζεται δημοκρατία, δίνοντας πολλές ευκαιρίες σε ανθρώπους που θέλουν να πετύχουν και σέβονται το περιβάλλον που ζουν... Εν κατακλείδι, στην Ολλανδία μετράει πρώτα η αξία σου και μετά τι καταγωγή έχεις. Και σε όσους ισχυρίζονται ότι το κάνουν για να εκμεταλλευτούν φθηνότερα εργατικά χέρια που φέρνουν τα διάφορα κύματα μετανάστευσης (Νότια Ευρώπη, Αφρική, Ασία) προς όφελος της εθνικής τους οικονομίας, απαντάω ότι τουλάχιστον το κάνουν με σεβασμό στον πολίτη και χωρίς να σε μειώνουν. Προφανώς και έχω νιώσει ρατσισμό, εντοπίζεται κυρίως σε ανθρώπους από την επαρχία και σε αυτούς με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο που η μόνη πηγή ενημέρωσής τους είναι η τηλεόραση, όπου συχνά ακούγεται η προπαγάνδα των τεμπέληδων Ελλήνων που τρώνε τα λεφτά μας". Ομως, στην πλειοψηφία τους, οι Ολλανδοί "στενοχωριούνται πως μία χώρα σαν την Ελλάδα, με τέτοια ιστορία και φυσική ομορφιά είναι σε τέτοια τραγική κατάσταση και μάλιστα πολλές φορές ενδιαφέρονται να μάθουν περισσότερα, παρ’ όλο που σε γενικές γραμμές, ιδίως για τη νεολαία, η πολιτική τους αφήνει αδιάφορους. Ενα από τα περιστατικά που θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι τους έκανε εντύπωση και ρώταγαν να μάθουν είναι το κλείσιμο της ΕΡΤ, έχοντας πολλούς συναδέλφους να με ρωτάνε την επομένη του κλεισίματος τι συνέβη και αν ήρθε δικτατορία στην Ελλάδα".

Ο άστατος και απρόβλεπτος καιρός και το φαγητό είναι πρόβλημα -καθώς του λείπει η αγνότητα και η φρεσκάδα των προϊόντων των... παραταϋγέτιων περιοχών και άλλων ελληνικών.

Κλείνοντας σημειώνει πως "η κατάσταση στην Ελλάδα δεν μου δίνει ελπίδες να γυρίσω πίσω μόνιμα αλλά δεν πτοούμαι. Η παγκοσμιοποίηση έχει κάνει τον κόσμο ένα χωριό και ελπίζω να το μάθω όλο. Θα ήθελα πολύ να ξέρω ότι μπορώ να επιστρέψω στον τόπο μου μια μέρα και να προσφέρω τις γνώσεις μου, την εμπειρία μου και τους φόρους μου στην κοινωνία που με μεγάλωσε και, ευτυχώς ή δυστυχώς, με έκανε αυτό που είμαι σήμερα, αλλά δεν βλέπω θέληση και καμία ροπή προς αλλαγή με σκοπό την πρόοδο".

Εκφράζει μάλιστα την πικρία του σημειώνοντας ότι: "Λογικά, οι κυβερνώντες μας είναι ικανοποιημένοι με τις γνώσεις των κομματικών στελεχών τους για την στελέχωση του παραγωγικού ιστού της χωράς, την εμπειρία των συμβούλων τους και τους υπάρχοντες φόρους. Λογικά είμαι περιττός στην παρούσα φάση. Ετσι, όσο παραμένω περιττός, θα ικανοποιώ μία χώρα που μου δίνει την ευκαιρία να ζήσω με αξιοπρέπεια και να έχω ένα επίπεδο ζωής τέτοιο, όπου το μόνο άγχος μου θα είναι η δυστυχία των ανθρώπων που άφησα πίσω μου".