Κυριακή, 16 Ιανουαρίου 2022 08:09

Ο τραγουδοποιός Βαγγέλης Κορακάκης στην «Ε»: “Η Μεσσηνία είναι ο ωραιότερος νομός της Ελλάδας”

 

Συνέντευξη στη Γιούλα Σαρδέλη

Μπορεί ο τραγουδοποιός Βαγγέλης Κορακάκης να μη χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις, όμως αυτή τη φορά μάς συστήνεται σε έναν διαφορετικό “ρόλο”, μέσα από το βιβλίο του “Αδολη σιωπή”, το οποίο φυσικά συνοδεύεται και από ένα cd με δικά του κομμάτια.

Πρόκειται για μια συλλογή κειμένων, άλλοτε αφηγηματικών, άλλοτε ποιητικών, που διαβάζονται με μεγάλο ενδιαφέρον από τον αναγνώστη και κεντρίζουν τα πιο βαθιά του συναισθήματα. Πώς θα μπορούσε άλλωστε να μην είναι μια καλοδουλεμένη συλλογή, αφού ο δημιουργός της την επεξεργαζόταν για αρκετά χρόνια. Οι εκδόσεις του “Μετρονόμου” και ο Μεσσήνιος Θανάσης Συλιβός παρουσιάζουν έτσι ένα κομμάτι από την ψυχή του Βαγγέλη Κορακάκη, που απευθύνεται στην ψυχή όλων μας…

 

 - Πόσος καιρός έχει περάσει από την κυκλοφορία της “Αδολης σιωπής”;

Περίπου ενάμιση με δύο μήνες.

 

 - Βγήκε μέσα σε δύσκολες συνθήκες. Αλλιώτικες, σε σχέση με αυτές που είχατε συνηθίσει τα παλιότερα χρόνια.

Σε πολύ δύσκολες.

 

 - Πώς επιχειρήσατε λοιπόν αυτό το τόλμημα;

Το αναφέρω και στην εισαγωγή μέσα στο βιβλίο, ότι ήταν μια ιστορία που είχε ξεκινήσει εδώ και πάρα πολλά χρόνια και είναι κάτι το οποίο συνέχεια το ανέβαλλα. Είχα αναστολές πάρα πολλές. Ελεγα: “Τώρα τι δουλειά έχω εγώ σε αυτόν τον χώρο, του λόγου”; Αυτό είναι κάτι που τελικά από μόνο του αποφάσισε να γίνει. Είναι έτσι μικρά κείμενα, τα οποία γράφω εδώ και 30 χρόνια. Ξεκίνησα, και η πρώτη απόπειρα -χωρίς να το καταλάβω- έγινε έξω από την Καλαμάτα, στον Αγιο Φλώρο. Οπως κατέβαινα να πάω να παίξω στην Πύλο, έπιασε μια βροχή. Σταμάτησα εκεί στον Αγιο Φλώρο στις πηγές, πήρα ένα καφεδάκι, έβγαλα το μπλοκάκι μου μέσα από το ντουλαπάκι της βέσπας κι έγραψα ένα κειμενάκι μικρό.

 

 - Από την Αθήνα κατεβαίνατε με τη βέσπα;

Βέβαια!

 

 - Και με τον παλιό το δρόμο!

Βέβαια! Η βέσπα σαν όχημα είναι κάτι που έχει μεγάλη σχέση με τη ζωή μου. Πάντα βέσπα είχα. Δεν λατρεύει η βέσπα, λοιπόν, τους πολύ μεγάλους δρόμους της ταχύτητας. Σιγά σιγά και φορτωμένη με τα μπουζούκια, με τα σακβουαγιάζ... Ευτυχία. Θα έκανα μέχρι την Πύλο τότε 5-6 ώρες…

 

 - Τότε δεν υπήρχαν και εξαρτήματα να ακούτε μουσική, ακουστικά στο κράνος και τέτοια.

Τραγούδαγα εγώ για πάρτη μου!

 

 - Το λέγατε σε φίλους, σε συγγενείς, ότι γράφετε τα κείμενα όλα αυτά τα χρόνια ή ήταν κάτι εντελώς προσωπικό;

Από ένα σημείο και μετά άρχισα και το έλεγα. Βασικά στην οικογένειά μου, στη γυναίκα μου, σε πολύ κοντινούς μου ανθρώπους, φίλους κτλ. Μέχρι που κάποια φορά σε μια εκπομπή στο Δεύτερο Πρόγραμμα ανέφερα ότι έχω γράψει κάποια κείμενα και υπήρξε κάποιο ενδιαφέρον. Οπότε άρχισα έτσι να τα μαζεύω. Προσπάθησα να έρθω σε επαφή με κάποιους ανθρώπους του λόγου, της τέχνης, που θα τα διαβάσουν. Εδειξαν ενδιαφέρον αλλά εγώ συνέχισα να έχω αναστολές. Αργότερα, είχα γράψει κάποια κείμενα για ορισμένα τραγούδια, που τα άκουσε ο Μάνος Ελευθερίου και σε κάποια συνάντηση μου είπε ότι του άρεσαν. Οπότε από εκεί κι έπειτα πήρα θάρρος.

 

 - Επαιξε κάποιο ρόλο το ότι περάσαν κάποιες περίοδοι που είχαμε λοκντάουν και αυτό σας έδωσε λίγο χρόνο με τον εαυτό σας;

Οχι, γιατί ήδη τα κείμενα αυτά έχουν περάσει… από 40 κύματα.

 

 - Πώς και επιλέξατε το πολυτονικό; 

Νομίζω ότι το πολυτονικό είναι ένα σύστημα το οποίο αποδίδει τα νοήματα πολύ καλύτερα από το σημερινό. Αλλωστε και εγώ σαν μαθητής στο σχολείο με το πολυτονικό ήμουν. Νομίζω ότι είναι και πιο ωραίο.

 

 - Πώς “μιλάει” σε εσάς ο πίνακας του εξωφύλλου;

Το εξώφυλλο αυτό είναι ένα έργο του εικαστικού Κώστα Λαδόπουλου. Ενας σπουδαίος εικαστικός, έχω χρησιμοποιήσει έργα του και στους δίσκους μου. Το μαγαζί, την “Κρύπτη”, κοσμούν έργα αυτού του ανθρώπου, ο οποίος για μένα είναι σπουδαίος εικαστικός και τα έργα του μιλάνε μέσα στην ψυχή. Για εμένα είναι πάρα πολύ σπουδαίος και αυτό το έργο το συγκεκριμένο είναι ένας παλαιστής.

 

 - Μου θύμισε τον Τρομάρα, ανθρώπους αυτής της εποχής.

Εχουμε αρκετά μεγάλη συλλογή με τέτοιους λαϊκούς παλαιστές. Μου έχει κάνει δώρο αρκετά.

 

 - Και αυτός ο λαϊκός παλαιστής σηκώνει τη σημαία της Ελλάδας.

Νομίζω ότι βγαίνει η αισιοδοξία. Είναι βαριά κείμενα, είναι πολύ “σκαμμένα” μέσα μου, στη ζωή μου και την ψυχή μου. Και εγώ για να τα συνηθίσω άργησα. Στην αρχή ούτε εγώ άντεχα να τα διαβάζω.

 

 - Τα πιο “δύσκολα” είναι αυτά που αναφέρονται στο πατρικό σπίτι, στη μάνα, στα ξένα, στην πατρίδα.

Είναι η ζωή μου και η πορεία μου μέχρι τώρα. Εχω γράψει αυτό που αισθάνθηκα εγώ. Βέβαια κάνω και μια αναφορά στη μητέρα μου. Είναι από τη Σέριφο και είχε ζήσει πάρα πολύ δύσκολα, τα οποία μού μετέδωσε.

 

 - Αναφέρεστε και στον Βαμβακάρη. Είναι για σας έμπνευση;

Για μένα είναι πολύ μεγάλο κεφάλαιο αυτός ο άνθρωπος. Φαίνεται και μόνο από το ότι τον έβαλα μέσα σε αυτά που γράφω, σε αυτά που περιγράφω ως τα πιο σημαντικά και τα πιο σπουδαία για τη ζωή μου. Ο άνθρωπος αυτός ταλαιπωρήθηκε πολύ. Ηταν ο μεγαλύτερος καλλιτέχνης. Νομίζω ότι το κειμενάκι που γράφω γι’ αυτόν τα λέει όλα. Ενας γιγαντόσωμος ακροβάτης του θανάτου. Ολη του τη ζωή ακροβατούσε και τελικά πάντα νικούσε. Ο μεγάλος Μάρκος.

 

 - Τι λέει το πρόγραμμά σας για το επόμενο διάστημα;

Θα γίνει κάποια παρουσίαση και εδώ στην Καισαριανή και αλλού. Βέβαια συνεχίζεται αυτός ο εφιάλτης που βιώνουμε. Είναι δύσκολες εποχές.

 

 - Εχετε κάποιες ιδέες και για εμφανίσεις σε άλλα σημεία εκτός Αθήνας ή είναι ακόμα νωρίς;

Τώρα ακόμα δεν ξέρω. Εχουν γίνει τα πράγματα πολύ δύσκολα. Αν δεν τελειώσει αυτή η ιστορία, θα είναι δύσκολη η κατάσταση. Ας έχουμε αισιοδοξία ότι όλα θα πάνε προς το καλύτερο.

 

 - Σίγουρα έχετε κείμενα που δεν χώρεσαν στο βιβλίο ή που για κάποιους λόγους τα αφήσατε έξω. Ηταν τα πιο αγαπημένα σας αυτά που βγάλατε τώρα;

Οχι, δεν είναι αυτό. Υπάρχουν και πάρα πολύ αγαπημένα κείμενα τα οποία δεν έβαλα μέσα. Σκέφτηκα ότι ίσως είναι φλυαρία. Δεν είμαι συγγραφέας. Εμένα η δουλειά μου είναι άλλη. Εγώ παίζω μπουζούκι, γράφω τραγούδια. Ομως αυτά είναι πράγματα που βγήκαν από μέσα μου και νομίζω ότι άξιζε τον κόπο. Τώρα από εκεί και έπειτα δεν θέλω να κουράζω πάρα πολύ τον κόσμο με το τι σκέφτομαι εγώ.

 

 - Εδώ με τη Μεσσηνία σάς δένουν άλλες αναμνήσεις;

Αγαπημένος τόπος. Εχω πάρα πολλούς φίλους. Και διακοπές έχουμε κάνει οικογενειακά, στη Φοινικούντα. Η Μεσσηνία είναι ο ωραιότερος νομός της Ελλάδας. Μιλάω αντικειμενικά. Μιλάω για έναν νομό που ξεκινάει από τη Μάνη και ως την άλλη άκρη η ομορφιά είναι το κάτι άλλο – οι παραλίες, η παραγωγή, τα πάντα. Είναι πολύ ευλογημένο και ωραίο μέρος.

 


Βιογραφικά στοιχεία: Ο Βαγγέλης Κορακάκης γεννήθηκε το 1961 στην Καισαριανή. Η πρώτη του επαφή με το μπουζούκι ήρθε σε ηλικία 9 χρονών, όπου απέναντι από το πατρικό του υπήρχε ένας ξυλουργός που έφτιαχνε και μουσικά όργανα. Το πρώτο του μπουζούκι, τρίχορδο, το απέκτησε σε ηλικία 11 χρονών, στο οποίο πέρασε ο ίδιος χορδές. Πρόκειται για κλασική περίπτωση αυτοδίδακτου καλλιτέχνη, αφού αφιέρωνε και αφιερώνει πολλές ώρες παίζοντας μπουζούκι. Σε ηλικία 18 χρονών και ενώ είχε συμμετάσχει σε διάφορα σχολικά συγκροτήματα στην Καισαριανή, εργάζεται για πρώτη φορά επαγγελματικά στην μουσική παράσταση του Χουρμούζη "Ο Λεπρέντης", σε μουσική Δήμου Μούτση. Στη συνέχεια δούλεψε για λίγο στην “Ταβέρνα του Φίτσουλα” και το 1982 άνοιξε, μαζί με τον Γιώργο Κούκιο, το "Μακάμι", το σημερινό του ορμητήριο που είναι γνωστό ως “Κρύπτη” στην Καισαριανή. Σε ηλικία 19 χρονών παντρεύτηκε τη σύζυγό του Μαριάννα και απέκτησε 2 παιδιά, την Ελένη και το Βασίλη. Ο Βασίλης βαδίζει στα βήματά του πατέρα του αφού έχει μυηθεί στο μπουζούκι, ενώ στην αρχή της επαγγελματική του πορείας, συνεργάζεται μαζί του.

Η πρώτη δισκογραφική δουλειά για το Βαγγέλη Κορακάκη έρχεται το 1985. Πρόκειται για το αποτέλεσμα της γνωριμίας του με τον στιχουργό Τάσο Σαμαρτζή, ο οποίος πήρε την πρωτοβουλία και πήγανε στον Απόστολο Καλδάρα προκειμένου να πάρουν συστάσεις. Ετσι, με παρότρυνση του στιχουργού κυκλοφόρησε από την εταιρεία “Lyra”, ο δίσκος “Σε στρατόπεδα και πλοία”, στον οποίο ο Κορακάκης έβαλε μουσική σε 3 τραγούδια του Τάσου Σαμαρτζή. Τα συνολικά 12 τραγούδια του δίσκου ερμηνεύτηκαν από τον Κώστα Αντωνόπουλο. Το 1988 εκδίδει, μετά από πρόταση του παραγωγού Aγγελου Σφακιανάκη, τον πρώτο του ουσιαστικά προσωπικό δίσκο με τίτλο, “Οι άρχοντες”. Ο δίσκος αυτός περιλαμβάνει την πρώτη του ερμηνευτική απόπειρα, η οποία πλαισιώνεται από την ερμηνευτική συμμετοχή του Γιώργου Τζώρτζη. Τα τραγούδια αυτού του δίσκου, όπως αναφέρει ο Κορακάκης, γράφτηκαν στην πλειοψηφία τους στο «πακέτο του τσιγάρου» και παιζόντουσαν, πριν την κυκλοφορία τους, στις λαϊκές ταβέρνες της Καισαριανής. Το 1992 έρχονται οι “Μπουζουξήδες με πυξίδες”, και το 1993 το “Λαύριο” από την ανεξάρτητη εταιρεία “Τροχός” αποτέλεσε το πρώτο βήμα για να γίνει ο Κορακάκης "υπολογίσιμη δύναμη", κατά δήλωση των παραγωγών Αλέξη και Δημήτρη Βάκη.

Το 1995 κυκλοφόρησε το δίσκο “Πικρό φιλί” από τη “Lyra”, με το Γεράσιμο Ανδρεάτο και το 1996 βγήκε ο δίσκος “Εκεί που σβήνει ο άνεμος”. Το 1998 συνέθεσε τα 7 από τα 15 τραγούδια στο δίσκο του Δημήτρη Μητροπάνου “Του έρωτα της φυγής”, ενώ στις αρχές του 2002, κυκλοφόρησε από την εταιρεία “Δίκτυο” ένας βιωματικός και αντιεμπορικός, όπως τον χαρακτηρίζει, δίσκος με το όνομα “Κρύπτη”. Το Σεπτέμβριο του 2002 κυκλοφόρησε από τη “Lyra” το cd-single “Μικρός Απρίλης” με 4 τραγούδια του για τη Μαρία Ρουσσέα και το 2004 υπέγραψε τη μουσική και τους στίχους στα τραγούδια του δίσκου “Απ’ την αγάπη γυρίζω μόνος με ερμηνευτή το Γεράσιμο Ανδρεάτο. Το Δεκέμβριο του 2004 συνεργάστηκε με τη Γιώτα Νέγκα στην οποία έδωσε 10 τραγούδια, τα οποία περιλαμβάνονται στο δίσκο “Το βέλος”. Ενα χρόνο μετά, το Δεκέμβριο του 2005 κυκλοφόρησε ο δίσκος με τίτλο “Γλυκοχαράματα”, στον οποίο ο Γιάννης Ντουνιάς, έπειτα από 15 χρόνια απουσίας από τη δισκογραφία, ερμηνεύει συνθέσεις του Βαγγέλη Κορακάκη.

To 2007, η δισκογραφική του επιστροφή γίνεται με το cd «Ο Βαγγέλης Κορακάκης στη “Μαγιοπούλα”». Στη δουλειά αυτή περιλαμβάνονται 21 τραγούδια, εκ των οποίων τα 4 είναι καινούργια και τα υπόλοιπα επιλογή από παλαιότερες δουλειές, με νέα ηχογράφηση και διαφορετική ενορχήστρωση, αλλά πάντοτε με την ιδιαίτερη σφραγίδα του Βαγγέλη Κορακάκη και των συνεργατών του. Παράλληλα, ο Κορακάκης έχει επίσης δώσει μεμονωμένα τραγούδια σε δίσκους, με ερμηνευτές τον Αντώνη Καλογιάννη (1993), την Κατερίνα Κούκα (1998), την Αφεντούλα Ραζέλη (2000) και τον Σπύρο Πατρά (2008). Εχει μέχρι σήμερα συνεργαστεί και με άλλους καλλιτέχνες, μεταξύ άλλων με την Κατερίνα Κούκα, την Ελένη Τσαλιγοπούλου, τον Κώστα Μάντζιο, τον Αλκη Μαύρο, τη Χαρά Πομώνη, το Γιώργο Ευθυμιάδη, την Αντιγόνη Μπούνα, το Γιώργο Τάμπαρη, τον Αντώνη Καλογιάννη, τη Ρένα Στάμου, το Στέλιο Γαλανό, το Μανώλη Πάππο, το Σπύρο Πατρά, τη Σταυρούλα Μανωλοπούλου, τον Αλέκο Δεληγιάννη και το Ζαχαρία Καρούνη. Το 2016 κυκλοφόρησε ο τελευταίος δίσκος του με τον Γιώργο Νταλάρα και τίτλo “Θαλασσινά παλάτια”.