Κυριακή, 05 Μαρτίου 2023 09:50

Η Δέσποινα Σιμάκη στην "Ε" για το βιβλίο "Τούμπα στα πλακάκια"

 

“Τα διηγήματα δεν επιχειρούν αναλύσεις, ούτε δικαιολογούν, ούτε καταδικάζουν, είναι κυρίως εικόνες και σκηνές”

 

“Η Ικαρία με έσπρωξε να θυμηθώ και να καταγράψω, αλλά και με κράτησε να μην παρασυρθώ από το συναίσθημα, να μοιραστώ από τις ιστορίες που είχα στο μυαλό μου μόνο την ουσία τους”, λέει η συγγραφέας Δέσποινα Σιμάκη με αφορμή το βιβλίο “Τούμπα στα πλακάκια” που κυκλοφορεί από τις “εκδόσεις Τόπος”.

Πρόκειται για έντεκα μικρά διηγήματα με κύριο άξονα τις ανθρώπινες σχέσεις που αναπτύσσονται γύρω από ένα σπίτι φιλοξενίας παιδιών. Παρελθόν και παρόν σε μια διαρκή πάλη για την επούλωση των πληγών και την θεμελίωση ενός ομορφότερου μέλλοντος, σημειώνει η συγγραφέας.

 

 

Συνέντευξη στην Κωνσταντίνα Δρακουλάκου

 

- Κυρία Σιμάκη, πείτε μας για το νέο βιβλίο σας με τίτλο “Τούμπα στα πλακάκια”. Ποια εσωτερική ανάγκη σάς έκανε να γράψετε αυτή τη συλλογή διηγημάτων;

Η Τούμπα στα πλακάκια είναι μια συλλογή διηγημάτων που εκδόθηκε πρόσφατα από τις εκδόσεις Τόπος. Πρόκειται για έντεκα μικρά διηγήματα με κύριο άξονα τις ανθρώπινες σχέσεις που αναπτύσσονται γύρω από ένα σπίτι φιλοξενίας παιδιών. Γονείς, εθελοντές, μετανάστες, γείτονες, παιδαγωγοί, κοινωνικοί λειτουργοί, τα ίδια τα παιδιά που φιλοξενούνται, αδέρφια που ζουν σε άλλο χώρο, φοιτητές που ενήλικοι πια συμφιλιώνονται ή όχι με το οικογενειακό τους περιβάλλον, άνθρωποι που είχα την τύχη να τους γνωρίσω από κοντά εργαζόμενη για χρόνια σε ένα τέτοιο σπίτι. Ένας διαρκής αγώνας για τη ομαλή συνύπαρξη, την λείανση των αντιθέσεων, την κατανόηση, την κατάκτηση γνήσιων, αληθινών σχέσεων. 

Παρελθόν και παρόν σε μια διαρκή πάλη για την επούλωση των πληγών και την θεμελίωση ενός ομορφότερου μέλλοντος. Τα διηγήματα δεν επιχειρούν αναλύσεις, ούτε δικαιολογούν, ούτε καταδικάζουν, είναι κυρίως εικόνες, σκηνές.  Όπως η στιγμιαία λάμψη του φλας μιας φωτογραφικής μηχανής. Αυτή ήταν και η ανάγκη μου. Να φωτίσω έναν κόσμο  άγνωστο για τους πολλούς, πολυσυζητημένο μεν, αλλά άγνωστο. Έναν πλούσιο κόσμο, σε εμπειρίες, σε χρώματα, σε συναισθήματα. Έναν κόσμο αγνοημένο από τη λογοτεχνία ως τώρα, βαθιά λογοτεχνικό ωστόσο με τη μοναδικότητα των χαρακτήρων, τη σπανιότητα των πράξεων και το άνοιγμα της ψυχής που καταφέρνει.

 

- Hταν και ένας λόγος για να παραμείνετε κοντά με τα ενήλικα, πλέον, παιδιά σας;

Όχι, δεν ήταν αυτό. Η σχέση μου με τα παιδιά βασίζεται στα κοινά μας βιώματα και τα συναισθήματα που έχουν αναπτυχθεί με το χρόνο είναι αυτά που είναι και νομίζω πως καθόλου δυνατότερα δεν πρόκειται να γίνουν με τη γραφή ή την ανάγνωση των κειμένων. Ίσα ίσα μου προκαλούσε μεγάλη αγωνία η πιθανότητα  ένα παιδί να αναγνώριζε τον εαυτό του σε κάποιο από τα κείμενα  κι αυτό  να το έκανε να νιώσει άβολα. Φυσικά το συζητήσαμε κι αυτό ίσως να μας έφερε όντως πιο κοντά, αλλά σίγουρα δεν ήταν αυτός ο λόγος της  συγγραφής του βιβλίου. Ήθελα τα παιδιά αυτά να νιώσουν βαθιά μέσα τους περηφάνια για τον εαυτό τους , για την παιδική τους ηλικία, για τη δύναμη που επέδειξαν και επιδεικνύουν. Τα παιδιά εννοώ που μεγαλώνουν δίχως τους φυσικούς τους γονείς, όχι μόνο τα παιδιά που έτυχε να γνωρίσω εγώ.

 

- Εκείνες οι εικόνες, οι μυρωδιές, τα συναισθήματα αλλά και οι ήχοι, ζωντάνεψαν και έγιναν βιβλίο. Πείτε μας, θυμήθηκαν κάποιες ιδιαίτερες στιγμές τα παιδιά;

Ναι, και ήταν πολύ συγκινητικό αυτό. Η μικρή που πρωταγωνιστεί στο διήγημα Τούμπα στα πλακάκια, που έδωσε και τον τίτλο στη συλλογή, είναι πλέον μια υπέροχη μανούλα. Της έστειλα το βιβλίο ως δώρο και το περιεχόμενό του για εκείνην ήταν έκπληξη. Τα γεγονότα είναι παραποιημένα, ωστόσο μόλις το διάβασε με πήρε τηλέφωνο και μου είπε με συγκίνηση πως το διήγημα εκείνο της θύμισε τη μέρα που έφυγε από το σπίτι. Της είπα ότι για εκείνη το έγραψα και άρχισε ανάμεσα στα γέλια και τα δάκρυα να μου περιγράφει την κούκλα της, εκείνη που αναφέρεται στην πρώτη παράγραφο, τι μαλλιά είχε, πόσο την αγαπούσε, πόσα χρόνια την κράτησε.

Ένα άλλο κορίτσι κοιτάζοντας το εξώφυλλο θυμήθηκε τα ροζ λουλούδια που έπεφταν την άνοιξη από την αμυγδαλιά της αυλής πάνω στα πλακάκια που συνήθως ήταν γεμάτα με παιχνίδια σκόρπια.  Καθόλου δεν το είχα στο μυαλό μου αυτό επιλέγοντας το εξώφυλλο, δεν θυμόμαστε τις ίδιες εμπειρίες με τον ίδιο τρόπο οι άνθρωποι. Αλλιώς αποτυπώνονται οι εικόνες, άλλες χαράζονται βαθιά σε κάποιους, άλλες ξεχνιούνται γρήγορα, καμιά φορά μέσα στο πηγαινέλα των παλιών γεννιούνται και καινούριες διατηρώντας την υφή και την αφή και την όσφρηση των όσων ζήσαμε στ’ αλήθεια και κάπως έτσι γεννιέται και η τέχνη, έτσι δεν είναι;

 

- Το τελευταίο διάστημα ζείτε στον τόπο καταγωγής σας, στην Ικαρία. Τι ρόλο παίζει το νησί για εσάς;

Το νησί είναι καταφύγιο και πρόκληση μαζί. Έχει όριο τη θάλασσα, άρα ως όριο έχει την απεραντοσύνη. Μεγάλο στοίχημα. Η Ικαρία επιπλέον έχει και τη μαγεία της. Έχει και τις θύμησες από τη δική μου παιδική ηλικία. Τις μυρωδιές της άνοιξης, την παγωνιά του βουνού και τη ζεστασιά των ανθρώπων της. Την θαλπωρή των σπιτιών της.  Έχει την αδερφή μου που έχασα όταν ήμασταν παιδιά ακόμη, έχει τη δύναμη να σε φέρει κοντά στα πιο χρωματιστά σου όνειρα αλλά και σε δυσβάσταχτες αναμνήσεις. Η Ικαρία με έσπρωξε να θυμηθώ και να καταγράψω, αλλά και με κράτησε να μην παρασυρθώ από το συναίσθημα, να μοιραστώ από τις ιστορίες που είχα στο μυαλό μου μόνο την ουσία τους. Γιατί η Ικαρία δεν φλυαρεί ποτέ. Είναι μεστή και έντονη. Και δεν σε αφήνει κιόλας. Είτε στην Αθήνα είτε αλλού, πάντα στην Ικαρία ήμουνα.



ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
Ανάµεσα στα σπίτια τα συνήθη υπάρχουν και κάποια αλλιώτικα. Τα αποκαλούµε σπίτια φιλοξενίας παιδιών. Περνώντας, στρέφουµε το βλέµµα, πότε µε απορία, πότε µε θλίψη, αγνοώντας πως εδώ υπάρχει ένα µεγάλο στοίχηµα: να αγαπηθούν αληθινά οι άνθρωποι, δίχως της συγγένειας το σκοινί, δίχως της υποχρέωσης.

Τα διηγήµατα αυτής της συλλογής δεν ψάχνουν τις αιτίες, δεν καταδικάζουν κανέναν. Φωτίζουν µια πλευρά της πραγµατικότητας που µοιάζει αβάσταχτη και την αποφεύγουµε. Μιλούν για τον τρόπο που συναντιέται ένας άνθρωπος µε ό,τι τον γαληνεύει κι ό,τι τον συνταράζει. Τα παιδιά µε τα παραµύθια της παιδαγωγού, η ναρκοµανής µητέρα µε την παιδαγωγό της κόρης, η µάνα µε το µωρό που δεν γέννησε, ο γείτονας µε το δάκρυ του, ο δάσκαλος µε την καλοσύνη του, ο µετανάστης µε το µεγαλείο της δύναµής του.

Θα πονέσουν λίγο, ίσα ίσα για να µπορούµε να ξαναµπούµε στα δικά µας σπίτια με τη διάθεση να τα γιάνουµε όλα. Λίγο θα πονέσουν, όσο µια τούµπα στα πλακάκια της αυλής.

Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις “Τόπος”

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Η Δέσποινα Σιμάκη γεννήθηκε στην Ικαρία το 1971. Σπούδασε Φιλοσοφία στη Θεσσαλονίκη, εργάστηκε στην εκπαίδευση και ασχολήθηκε ως εργαζόμενη και ως εθελόντρια με τη φροντίδα παιδιών στο σύλλογο “Το Χαμόγελο του Παιδιού”. Έχει συμμετάσχει σε συλλογικές εκδόσεις παραμυθιών και ιστοριών από τον τόπο της και έχει συγγράψει τον θεατρικό μονόλογο “Περί φωτός” που ανέβηκε στο χώρο του Μουσείου Φωταερίου στο Γκάζι. Μελέτησε τη στιχουργική τέχνη και την εικονογράφηση στο χώρο του Μικρού Πολυτεχνείου, ενώ το τελευταίο διάστημα ζει στον τόπο καταγωγής της και ασχολείται με την συγγραφή και την εικονογράφηση παραμυθιών.