Δευτέρα, 28 Σεπτεμβρίου 2020 12:43

Στον απόηχο της φετινής ΔΕΘ & του Thessaloniki Helexpo Forum

 

Του Γιάννη Διονυσόπουλου*

Το σχέδιο της Νέας Αλλαγής η προοδευτική διέξοδος για τη χώρα

Είθισται κάθε χρόνο κατά το πρώτο δεκαπενθήμερο του Σεπτέμβρη να πραγματοποιούνται τα εγκαίνια της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης (ΔΕΘ), με το πολιτικό προσωπικό της χώρας, προεξεχόντων των κυβερνητικών στελεχών, να ανεβαίνουν στη συμπρωτεύουσα αναμένοντας τις εξαγγελίες του εκάστοτε πρωθυπουργού, καθώς και τις θέσεις των αρχηγών των κομμάτων της αντιπολίτευσης.

Η ανάγκη εξέλιξης του θεσμού της ΔΕΘ και η φετινή της μορφή

Φέτος η πανδημία του κορονοϊού έπληξε και τη μορφή της 85ης ΔΕΘ. Λόγω του κορονοϊού ακυρώθηκε, αν και ανακοινώθηκε σχετικά αργά, και δεν πραγματοποιήθηκε το εμπορικό της μέρος, η καθιερωμένη εμπορική της έκθεση.
Από την Άνοιξη όλα σηματοδοτούσαν, ότι λόγω του δεύτερου κύματος του κορονοϊού που αναμενόταν το Φθινόπωρο, δεν πρόκειται να πραγματοποιηθεί για φέτος η 85η ΔΕΘ, αλλά δυστυχώς η κυβέρνηση και η διοίκηση της δεν προετοίμασαν κάποια εναλλακτική διαδικτυακή εκθεσιακή δραστηριότητα, στηριζόμενη στις νέες τεχνολογίες κάτι που γίνεται σε πολλές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης εδώ και χρόνια, αλλά απλώς αρκέστηκαν να οργανώσουν το πολιτικό μέρος της, σύμφωνα με τα υγειονομικά πρωτόκολλα και λαμβάνοντας τα απαραίτητα μέτρα ασφάλειας, ως Thessaloniki Helexpo Forum.
Φέτος στο πλαίσιο του Thessaloniki Helexpo Forum οργανώθηκαν από τη διοίκηση της ΔΕΘ είκοσι οκτώ πολιτικοοικονομικοί κύκλοι με τη συμμετοχή ανάλογου αριθμού Υπουργών και Υφυπουργών, εκπροσώπων της αντιπολίτευσης, εκπροσώπων δημοσίων φορέων, ιδιωτικών εταιρειών και αντίστοιχων συντονιστών δημοσιογράφων και τις συζητήσεις αυτές να παρακολουθούν οι συνεργάτες των ομιλητών και άγνωστος αριθμός πολιτών από το διαδίκτυο, αφήνοντας την εντύπωση, ότι όλα γίνονται για να γίνονται, χωρίς ουσιαστικό νόημα, περιεχόμενο και διακριτά μετρήσιμα αποτελέσματα.
Το πολιτικοοικονομικό Forum πρέπει να είναι εστιασμένο σε σύγχρονα, επίκαιρα θέματα, να είναι χώρος συζήτησης, διάλογου, διαβούλευσης, ανταλλαγής απόψεων και παρουσίασης καλών πρακτικών και όχι μονόλογοι των πολιτικών αρχηγών και κάποιων υπουργών και πολιτικών σε επιλεγμένους κομματικούς ακροατές σε στημένες κομματικές φιέστες.
Οι επικριτές της ΔΕΘ θεωρούν ότι, εδώ και χρόνια αυτή πραγματοποιείται με το υπάρχον μοντέλο μόνο και μόνο για το πολιτικό της μέρος, για την ομιλία του εκάστοτε πρωθυπουργού και των αρχηγών των κομμάτων, για τις δημόσιες σχέσεις των Βορειοελλαδιτών τοπικών παραγόντων με τους κυβερνητικούς και Αθηναίους επικεφαλής των φορέων του δημοσίου, έχοντας υποβαθμισμένο το εκθεσιακό εμπορικό της μέρος.
Με την εξέλιξη των τεχνολογιών, τα τελευταία χρόνια, άλλαξε ριζικά και το προσφερόμενο εκθεσιακό προϊόν ακολουθώντας τις νέες τεχνολογίες, γι’ αυτό και η ΔΕΘ θα έπρεπε να είχε μετεξελιχθεί με βάση τα σύγχρονα διεθνή πρότυπα, έπρεπε ήδη να λειτουργεί ηλεκτρονικά όλο τον χρόνο ως μια μεγάλη ψηφιακή πλατφόρμα σε συνεργασία με αναγνωρισμένους διεθνείς φορείς οργάνωσης εκθέσεων.

Οι υποσχέσεις των πολιτικών και το σχέδιο της Νέας Αλλαγής

Οι καθιερωμένες ομιλίες και συνεντεύξεις τύπου των κ. Μητσοτάκη και κ. Τσίπρα, στην 85η ΔΕΘ, έδωσαν την εντύπωση ότι προσπαθώντας να ερμηνεύσουν το οικονομικό-κοινωνικό γίγνεσθαι από τη δική τους πολιτική οπτική, έδειξαν ότι είναι μακριά από αυτήν την ίδια την πραγματικότητα.
Από το βήμα του Βελλίδειου, ο μεν κ. πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης, ανακοίνωσε τους τίτλους δώδεκα ενοτήτων, χωρίς καμία εξειδίκευση για το τι αυτές περιλαμβάνουν, ενώ ο κ. Τσίπρας, ήταν κατά το ήμισυ ο εαυτός του το 2015, πριν αναλάβει την διακυβέρνηση της χώρας και κατά το υπόλοιπο μισό έκανε μια προσπάθεια ν’ αντιγράψει κάποιες προτάσεις του Κινήματος Αλλαγής, που ήδη είχε παρουσιάσει πριν 3 ημέρες η πρόεδρος του κ. Γεννηματά.
Ο μεν κ. Μητσοτάκης εστίασε και αναφέρθηκε στην ανάπτυξη, στις επιχειρήσεις και στους επαγγελματίες, στον ιδιωτικό τομέα, στην απασχόληση και στις κοινοτικές επιδοτήσεις, ενώ ο κ. Τσίπρας είχε πιο πολλές αναφορές στην απασχόληση, στο κοινωνικό κράτος και στις προσλήψεις στο Δημόσιο.
Ο μεν κ. Μητσοτάκης ισχυρίστηκε ότι παρέλαβε το χάος από τον προηγούμενο και μέσα σε ένα χρόνο με κρίση και Covid-19 έφτιαξε την Ελλάδα του μέλλοντος, ο δε κ. Τσίπρας ανταπάντησε ότι του παρέδωσε την Ελλάδα του μέλλοντος και ο κ. Μητσοτάκης τη γύρισε στο χειρότερο της παρελθόν.
Η αλήθεια είναι ότι τόσο οι κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας, όσο και του ΣΥΡΙΖΑ, με μικρές παρεκκλίσεις και διαφορετικά αφηγήματα, υλοποίησαν την ίδια πολιτική της δημοσιονομικής εξυγίανσης με πρόσθετες επιβαρύνσεις για την χώρα μας, είτε με το δεύτερο μνημόνιο που θα μπορούσε να ήταν ελαφρύτερο, αν δεν ενσωμάτωνε την αντιμνημονιακή πολιτική του Σαμαρά, στο πρώτο μνημόνιο, για να μπορέσει να γίνει πρωθυπουργός, είτε με το τρίτο που ήταν ακόμη πιο αχρείαστο, καθότι ήταν περισσότερο προϊόν αυταπατών, ιδεοληψιών και λαϊκισμού.
Στον αντίποδα, η πρόεδρος του Κινήματος Αλλαγής και του ΠΑΣΟΚ κ. Φώφη Γεννηματά, από το βήμα της ΔΕΘ, παρουσίασε το σχέδιο της Νέας Αλλαγής, ένα Κοινωνικό Συμβόλαιο, για τη νέα Ελλάδα, ένα σχέδιο τεκμηριωμένο, κοστολογημένο, με συγκεκριμένες προτάσεις για τους βασικούς πυλώνες της ανάπτυξης, πάνω στο οποίο πρέπει να στηθεί το σχέδιο ανάκαμψης της εθνικής μας οικονομίας, έχοντας ως προτεραιότητα της αναπτυξιακής προοπτικής τον ίδιο τον άνθρωπο, τον εργαζόμενο, το μικρομεσαίο, τον επαγγελματία, τον αγρότη, τον επιστήμονα, τον άνεργο.
Η πρόταση του Κινήματος Αλλαγής είναι πολύ συγκεκριμένη, πρώτον το 20% του προγράμματος να διατεθεί σε άμεσα πρόσθετα μέτρα για τη στήριξη της οικονομίας και της κοινωνίας λόγω του κορονοϊού, δεύτερον το 10% σε φορολογικά μέτρα και θεσμοθέτηση κινήτρων, άλλο ένα 20% στην ολοκλήρωση των δημόσιων και κοινωνικών υποδομών και των συστημάτων κοινωνικής προστασίας και το υπόλοιπο 50% σε επενδύσεις στην παραγωγή, τη μεταποίηση, τον τουρισμό, τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, την αγροτική οικονομία.
Το Κίνημα Αλλαγής προτείνει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για την αλλαγή του παραγωγικού προτύπου της χώρας στηριζόμενο σε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο βιώσιμης ανάπτυξης, σε ένα νέο μοντέλο παραγωγής, που αφορά τους πολλούς, τους νέους, τους μικρομεσαίους, τους αγρότες, τους ανέργους και στηρίζεται σε ένα αποτελεσματικό σύστημα κοινωνικής προστασίας.
Το πρόβλημα σήμερα δεν είναι έλλειμμα πόρων, είναι κυρίως έλλειμμα πολιτικής. Όλα κρίνονται, τόσο οι επιλογές, όσο η εφαρμογή τους και το αποτέλεσμα τους.
Στόχος πρέπει να είναι «κανένα ευρώ χωρίς αναπτυξιακή διάσταση, κανένα ευρώ χωρίς κοινωνική ανταποδοτικότητα».
Το Κίνημα Αλλαγής αποδεικνύει καθημερινά με τη δράση του μέσα στη κοινωνία, αφενός με την ουσιαστική κριτική του προς τα πεπραγμένα της κυβέρνησης και τις εποικοδομητικές προτάσεις του, αφετέρου με το προτεινόμενο σχέδιο της Νέας Αλλαγής, το οποίο είναι ένα ρεαλιστικό και άμεσα εφαρμόσιμο πρόγραμμα ανακούφισης των πολλών, ότι είναι η συνέχεια του ΠΑΣΟΚ, ο μοναδικός εκφραστής της Προοδευτικής παράταξης.

* Ο Γιάννης Διονυσόπουλος είναι διδάκτωρ Οικονομικών Επιστημών, Αν. Γραμματέας Τομέα Επιστημόνων Κινήματος Αλλαγής - ΠΑΣΟΚ, Μέλος ΣτΑ Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδας