Πέμπτη, 22 Ιουνίου 2023 20:58

Η Μάχη της Βέργας

 

Toυ Χρήστου Παν. Γεωργιτσέα, τέως γεν. γραμματέα Συλλόγου Μανιατών, αντιπροέδρου Πολιτιστικού Κέντρου ΟΤΕ Ν. Μεσσηνίας

Υπάρχουν ορισμένες επέτειοι στην ιστορία ενός τόπου, που δεν μπορούν να ξεχαστούν ούτε να υποβαθμιστούν με το πέρασμα του χρόνου. Υπάρχουν στιγμές για ένα Έθνος που μερικοί τις θεωρούν ασήμαντες, αλλά, αν εξεταστούν μεμονωμένα και εις βάθος, είναι στιγμές τεράστιας σημασίας για την ιστορική πορεία του μέσα στο χρόνο, αλλά και για την περαιτέρω ύπαρξή του. Υπάρχουν ιστορικά γεγονότα που αισθάνεται κανείς πως και ο τόπος του έκανε το χρέος του απέναντι στο Έθνος. Ένα τεράστιο ιστορικό γεγονός για την Ελληνική Ιστορία είναι και η μάχη της Βέργας του Αλμυρού, που τιμούμε στις 22 Ιουνίου την επέτειο των 197 χρόνων από τότε. Πέντε χρόνια από την έναρξη της εξέγερσης των Ελλήνων του 1821 και την επιτυχία στην Πελοπόννησο και την Στερεά Ελλάδα, βλέποντας οι Τούρκοι την εδραίωση της επανάστασης και επειδή αδυνατούσαν να την καταστείλουν, κάλεσαν σε βοήθεια τους Αιγύπτιους.

Ο Σουλτάνος έστειλε στην Ρούμελη τον Κιουταχή Πασά. Την Πελοπόννησο παρεχώρησε στον αιμοβόρο Ιμπραήμ για να πνίξει στο αίμα την Επανάσταση. Στην Ευρώπη άρχισαν τα πράγματα να διαφαίνονται καλύτερα για την Ελλάδα και η κοινή γνώμη να αφυπνίζεται και να δείχνει ενεργό συμπάθεια για την ελληνική υπόθεση. Στην ελεύθερη, όμως, Ελλάδα τα πράγματα δεν ήταν καθόλου καλά. Πράγματι, ο Κιουταχής στρέφεται εναντίον της Αττικής και κυριεύει εύκολα την
Αθήνα και μετά από πολιορκία καταλαμβάνει και την Ακρόπολη. Απ' την άλλη μεριά, ο Ιμπραήμ, μετά από τρισήμιση ακόμα μήνες σθεναράς και επικής αντίστασης των πολιορκημένων, κυριεύει και το Μεσολόγγι, τον Απρίλιο του 1826. Η κατάσταση που επικρατούσε στον ελληνικό χώρο ήταν απελπιστική. Ο Ιμπραήμ καίγοντας, δενδροτομώντας και λεηλατώντας ό,τι έβρισκε στο πέρασμά του, έρχεται να υποτάξει και την αδούλωτη Μάνη, πιστεύοντας (και πολύ λογικά) ότι κυριεύοντας την Μάνη δεν θα έβρισκε άλλη αντίσταση στην Πελοπόννησο. Στρατοπέδευσε, λοιπόν, στα «Προπύλαια» της Μάνης τα Γιαννιτσάνικα (τότε Καλύβια Γιαννίτσης), αφού προηγουμένως είχε στείλει στον Γεωργάκη Μαυρομιχάλη μήνυμα (στις 19 Μαΐου 1826) με το οποίο επιτακτικά του ζητούσε την παράδοση της Μάνης, εντός 10 ημερών, διαφορετικά θα έμπαινε στη Μάνη και θα την ξεκλήριζε. Η απάντηση των Μανιατών ήταν «ελάβομεν το γράμμα σου εις το οποίον είδομεν να μας φοβερίζεις, ότι αν δεν σου προσφέρωμεν την υποταγή μας θέλεις να εξολοθρεύσεις τους Μανιάτες και την Μάνην, δια τούτο και ημείς σε περιμένομεν με όσας δυνάμεις θελήσεις. Οι κάτοικοι της Μάνης γράφομεν και σε περιμένομεν». Στις 22 Ιουνίου του 1826, ο Ιμπραήμ, αρχίζει την επίθεση κατά της Βέργας με 7.000 πεζούς και ισχυρή δύναμη ιππικού.

Οι επιδρομείς επιτίθενται κατά αλλεπάλληλα κύματα εναντίον των Ελλήνων. Όλοι οι Μανιάτες πολεμιστές είχαν ετοιμαστεί και παρά τις προσωπικές διαφορές που
είχαν, όταν είδαν ότι κινδύνευε η πατρίδα τους, ενώθηκαν και οργάνωσαν την άμυνά τους στο στενό του Αλμυρού, όπου είχαν κατασκευάσει χαμηλή Μάνδρα (την
ευθύγραμμη Βέργα), ένα τοίχο που είχαν χτίσει με ξερολιθιά μερικούς μήνες πριν. Με το σύνθημα «Όλοι στη Βέργα του Αλμυρού» έπιασαν μετερίζι πίσω από την μάνδρα και περίμεναν με το δάχτυλο στην σκανδάλη την επίθεση του στρατού του Ιμπραήμ. Δεν γνωρίζουμε τον ακριβή αριθμό των Ελλήνων πολεμιστών.
Περίπου υπολογίζονται σε 2.500 άνδρες, 150 Eπτανήσιοι, 70 παλικάρια από την Κρήτη, 300 Μεσσήνιοι με τους οπλαρχηγούς τους και αρκετοί Λάκωνες και Αρκάδες. Σημασία, όμως, δεν έχουν οι αριθμοί ούτε το πλήθος των μαχητών. Ανήκει μεγάλη τιμή στους Μανιάτες και στους μεσσήνιους μαχητές καθώς και σ' όλους τους συμπολεμιστές που με αυταπάρνηση και αποφασιστικότητα αγωνίστηκαν επί τριήμερον (22 μέχρι 25 Ιουνίου του 1826) και με απαράμιλλο ηρωισμό και αυτοθυσία κράτησαν ελεύθερη και αδούλωτη την πατρώα γη. Εννέα σκληρές και μανιασμένες εφόδους απέκρουσαν οι Μανιάτες. Στην τελευταία, όμως, επίθεση των Τουρκοαιγυπτίων, οι συνθήκες της μάχης αντεστράφησαν. Οι Μανιάτες αντεπετέθησαν, εξόρμησαν από την μάνδρα τους και καταδίωξαν τους εχθρούς μέχρι την Αγία Σιών. Ο Στρατός του Ιμπραήμ είχε μεγάλες απώλειες (υπέρ τους 550). Ο ίδιος αναγκάστηκε να υποχωρήσει στο Πεταλίδι, όπου επιβίβασε το στρατό στα πλοία με προορισμό το Διρό. Η Μάνη σώθηκε και μαζί της η Ελλάδα.

Ο θεωρούμενος αήττητος στρατός του Ιμπραήμ ταπεινώθηκε οικτρά από λίγους αλλά γενναίους μαχητές. Μεγάλη υπήρξε η συμβολή και της εκκλησίας, που έστειλε από τη Ζάκυνθο τρόφιμα και πολεμοφόδια στους μαχητές. Θα είναι παράλειψη αν δεν αναφέρουμε την ηρωική συμβολή των γυναικών της περιοχής του Αλμυρού και της Σέλιτσας, που κουβαλούσαν νερό όλες τις ημέρες για τους πολεμιστές. Η σημασία της Μάχης της Βέργας όμως για την περαιτέρω πορεία της απελευθέρωσης της Ελλάδος ήταν σημαντική. Αφ' ενός μεν εξαφάνισε το αίσθημα του φόβου και της ηττοπάθειας που είχε καταλάβει τους Έλληνες μετά τις αρνητικές μάχες του Παλαιοκάστρου, της Σφακτηρίας, των Κρεμμυδίων, του Μανιακίου, της Αθήνας, με αποκορύφωμα την πτώση της Ιερής Πόλης του Μεσολογγίου.

Τόνωσε το ηθικό τους, βεβαιώνοντας ότι ο Ιμπραήμ δεν ήταν ανίκητος και με την νίκη στη Βέργα η φλόγα της Επαναστάσεως αναζωπυρώθηκε.
Αφ' ετέρου δε, όπως γνωρίζουμε, μετά τη Ναυμαχία του Ναυαρίνου, που έγινε το επόμενο χρόνο, η συνθήκη του Λονδίνου προέβλεπε ανεξαρτητοποίηση μόνον των
εδαφών στα οποία διετηρείτο η Επανάσταση. Αν η Μάνη είχε πέσει τον Ιούνιο του 1826, όπως το Μεσολόγγι και η Αθήνα, αλλά και το μεγαλύτερο μέρος της ελεύθερης Ελλάδος, ποιο ελληνικό ανεξάρτητο κράτος θα ιδρύετο; Η μάχη της Βέργας και η δίδυμή της, μετά από λίγες μέρες, μάχη του Διρού, αποτελούν την
κορυφαία συμβολή των Μανιατών στην Επανάσταση του 1821. Δυστυχώς, όμως, οι μεγάλες αυτές μάχες δεν έτυχαν της δέουσας προβολής και όντως ιστορικά η
Μάνη έχει αδικηθεί. Οι Μανιάτες, όμως, αλλά και οι Μεσσήνιοι έκαναν το χρέος τους προς την πατρίδα στη Μάχη της Βέργας το 1826. Το παράδειγμά τους το κρατάμε στο νου και την καρδιά μας. Οι ιστορικές επέτειοι, τα ήθη και τα έθιμά μας, ο πολιτισμός και η θρησκεία μας, αποτελούν τα ισχυρά μας όπλα για να προσπαθήσουμε να διατηρήσουμε την ταυτότητά μας, την οποία, δυστυχώς, η λαίλαπα της παγκοσμιοποίησης, απειλεί να την εξαφανίσει.