Δευτέρα, 24 Οκτωβρίου 2022 20:00

Από την ελιά στην... “αναγέννηση”

Γράφτηκε από τον
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)

 

Ελιές… χαρακώνω, για ελιές θα γράψω σήμερα. Μια διαδικασία η οποία για αρκετούς Μεσσήνιους κρατάει μήνες, άλλοτε για συλλογή και άλλοτε για παραγωγή τελικού προϊόντος. Με προσωπικά χαρακτηριστικά, οικογενειακή τεχνογνωσία κατά περίπτωση, αλλά και μεγάλη οικονομική σημασία.

Σημαντικά περιορισμένη σήμερα η καλλιέργεια σε σχέση με τον συνολικό όγκο παραγωγής, με πλεονεκτήματα αλλά και προβλήματα. Τα οποία βρίσκονται στο επίκεντρο τα τελευταία χρόνια με αφορμή το προϊόν ονομασίας προέλευσης.

Για το τελευταίο θέμα δεν χρειάζεται να γραφτούν πολλά. Και ο βασικός λόγος είναι ότι το θέμα ως “μεσσηνιακό” έχει καλυφθεί πλήρως μέσα από την έντονη συνεταιριστική, δημοσιογραφική και πολιτική δραστηριότητα. Η “Ελευθερία” μάλιστα έχει πρωταγωνιστήσει σε αυτή την υπόθεση με αποκαλυπτικά ρεπορτάζ του συναδέλφου Θανάση Λαγού. Ως “εθνικό” όμως παραμένει ανοιχτό για δύο σημαντικούς λόγους. Ο πρώτος είναι η δυνατότητα, την οποία δίνουν διαχρονικά και διακομματικά εδώ και χρόνια οι κυβερνητικές αποφάσεις, να χρησιμοποιείται με πλάγιο τρόπο και μέσα από την ποικιλία “ελιά Καλαμών” η χρήση του ονόματος “Καλαμάτα” σε όλο τον κόσμο και να υπονομεύεται και το προϊόν ονομασίας προέλευσης αλλά και η ελληνική παραγωγή. Ο δεύτερος είναι το γεγονός ότι η καλλιέργεια της ποικιλίας “Καλαμών” έχει επεκταθεί θεαματικά εδώ και δεκαετίες σε άλλες περιοχές της χώρας (Λακωνία, Αιτωλοακαρνανία), ενώ καλλιεργείται σε μικρότερη έκταση και σε άλλες. Το πολιτικό σύστημα μέχρι τώρα έχει αποτύχει παταγωδώς να συνδυάσει το “μεσσηνιακό” με το "εθνικό”, η διγλωσσία κυριαρχεί και συνακόλουθα έρχεται ο διχασμός των παραγωγών, με τους πολιτικούς να παίρνουν θέση με βάση τα συμφέροντα των ψηφοφόρων τους. Η εθνική συνεννόηση για το θέμα είναι αναγκαιότητα και ας ελπίσουμε ότι η διαδικασία που ξεκίνησε με τη συμμετοχή παραγωγών και οργανώσεων από διάφορες περιοχές της χώρας θα καταστεί δυνατόν να δώσει λύση, η οποία θα είναι κοινά αποδεκτή από όλους. Θεωρώ ότι η “ρίζα” του προβλήματος βρίσκεται στην προχειρότητα, με την οποία “κατοχυρώθηκαν” τα προϊόντα ονομασίας προέλευσης και αυτά με προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη. Αλλά “απίδια φαγωμένα κάτσε μέτρα τις ουρές τους” διδάσκει η λαϊκή σοφία. Να υπενθυμίσουμε όμως ότι η προσπάθεια δημιουργίας προϊόντων ονομασίας προέλευσης στο ελαιόλαδο κατά… επαρχία (απίστευτη… σύλληψη) δημιούργησε πολύ μεγάλα προβλήματα και χρειάστηκε να περάσουν χρόνια για να καλύψει το όνομα “Καλαμάτα” ευρύτερη περιοχή από την αρχική και να λυθεί το πρόβλημα άλλων περιοχών. Πρόθεση δεν υπήρχε, εκ του αποτελέσματος όμως υπήρχε προχειρότητα και αδιαφορία από το αρμόδιο υπουργείο για τη διαχείριση ενός κρίσιμου ζητήματος.

Μια ευρύτερα αποδεκτή λύση που θα προστατεύει την εθνική παραγωγή και την ελιά Καλαμάτας στη διεθνή αγορά θεωρώ ότι θα πρέπει να είναι η επιδίωξη το εφικτό του πράγματος να εξεταστεί στη διαβούλευση των παραγωγών από τις διάφορες παραγωγικές περιοχές. Μια διαδικασία που άρχισε με τη συνάντηση η οποία έγινε πριν από λίγες ημέρες και θα πρέπει να συνεχιστεί σε αυτό το πνεύμα. Από εκεί και ύστερα πάμε στην “ελιά Καλαμάτας” και πρώτα απ’ όλα στην ποικιλία. Να σημειώσουμε αρχικά ότι η ποικιλία “Καλαμών” είναι η “νυχάτη” όπως λέμε ελιά, που καλλιεργείται παραδοσιακά στον τόπο μας. Διευκρίνιση αναγκαία γιατί δεν είναι “ελιά Καλαμών” κάθε ποικιλία ελιάς με… μαύρο χρώμα. Γιατί η ποικιλία αυτή πέραν των άλλων έχει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά υφής και γεύσης που την κάνουν ξεχωριστή. Από εκεί και ύστερα είναι η διαδικασία παραγωγής της: το ξεπίκρισμα με αλάτι και η συντήρηση σε αρωματισμένη οξάλμη, σε διάφορες παραλλαγές ανάλογα με την οικογενειακή παράδοση. Ο καθένας έχει τη δική του τεχνογνωσία στη βάση αυτών των αρχών συντήρησης που διαμορφώθηκαν σε βάθος αιώνων. Πολύ περισσότερο καθώς δεν είναι λίγοι εκείνοι οι οποίοι δοκιμάζουν τις δικές τους παραλλαγές. Περιττό βεβαίως να γράψω πως όπως συμβαίνει συνήθως, η ελιά του καθενός είναι η… καλύτερη, αλλά όπως και να το κάνουμε κατά κανόνα είναι με ξεχωριστές και εξαιρετικές γεύσεις και υφή. Το μεγάλο ζήτημα που υπάρχει είναι, πρώτον κατά πόσον οι καταναλωτές γνωρίζουν… ποια είναι η ελιά Καλαμάτας ή νομίζουν πως είναι εκείνο το ακαθορίστου προελεύσεως που αγοράζουν από το… καζάνι, το οποίο πολλές φορές τους σερβίρουν και σε καταστήματα μαζί με τη “χωριάτικη” ή κατά μόνας. Οπως και κατά πόσον η βιομηχανική παραγωγή έχει ενσωματώσει την παραδοσιακή τεχνογνωσία.

Βήμα-βήμα έφτασα και σε εκείνο που θεωρώ κρίσιμο, την ποιότητα του προϊόντος. Η οποία συνίσταται από δύο στοιχεία: από αυτό της πρώτης ύλης και από εκείνο της επεξεργασίας. Πριν πολλά χρόνια καλός φίλος πήγαινε στη χώρα που εργαζόταν ελιές που είχε παραγάγει ο ίδιος ή κάποιοι από το χωριό, άρεσαν πολύ και επειδή το ζητούσαν τους πήγαινε και από παραγωγικές μονάδες. Και του έλεγαν ότι… δεν έχουν σχέση μεταξύ τους παρότι “ελιές Καλαμάτας”. Το κατάλαβα καλά όταν πριν λίγα χρόνια ο Βαγγέλης έκανε… εισαγωγή στη Γερμανία τις ελιές που του ετοιμάζαμε από την παραγωγή του κήπου. Ανάρπαστες, τις πουλούσε 28 ευρώ το κιλό και μπορούσε να τις βγάλει σε… δημοπρασία για περισσότερα. Πέρυσι έδωσα μικροποσότητα σε φίλο στην Αμερική και η υποδοχή ήταν… ενθουσιώδης. Οπως μου έγραψε “Ελληνίδα σεφ δοκίμασε τις ελιές και μου είπε ότι μπαίνουν μόνο σε υπερπολυτελή εστιατόρια, ξετρελάθηκε”. Σε διαμέρισμα που νοικιάζουμε με βραχυχρόνια μίσθωση αφήνουμε ένα μικρό βάζο με ελιές για την υποδοχή και δεν τις τρώνε απλά, στο τέλος δεν βρίσκουμε... ούτε το βάζο που ταξιδεύει με “δείγμα” μαζί με τους επισκέπτες σε Ελλάδα ή εξωτερικό. Ολα αυτά βεβαίως δεν είναι… διαφημιστικά για την… παραγωγή μας, οι ελιές δεν φτάνουν ούτε για τις άμεσες υποχρεώσεις μας, άλλωστε όλοι όσοι ασχολούνται παρασκευάζουν εξαιρετικές ελιές. Απλώς υποδηλώνουν πως όταν η “ελιά Καλαμών” παρασκευασμένη με τον παραδοσιακό τρόπο φθάσει στον καταναλωτή, τον κερδίζει χωρίς καμία προσπάθεια. Ως εκ τούτου η τοπική παραγωγή σε εμπορική κλίμακα θα πρέπει να αντιμετωπίσει δύο ζητήματα: Την ποιότητα και το δίκτυο, προκειμένου ο καταναλωτής να γνωρίσει το πραγματικό “ονομασίας προέλευσης” προϊόν, το οποίο δεν έχει καμιά σχέση με τις μαύρες ελιές που κυκλοφορούν ως “Καλαμών” ή “Καλαμάτας”.

Και φτάσαμε στο όνομα που είναι σπουδαία ιστορία. Κάποια πράγματα μπορεί να θεωρούνται ως αυτονόητα, όμως δεν είναι έτσι και θα χρειαστεί λίγο να το δούμε. Θα είχε σημασία αν μπορούσε να γίνει μια έρευνα ας πούμε στις Ηνωμένες Πολιτείες, που είναι μεγάλος καταναλωτής, για να πληροφορηθούμε τι πιστεύουν ότι είναι η λέξη “Καλαμάτα”. Μάλλον θα κυριαρχούσε εκείνο που λέει “δεν γνωρίζω, δεν απαντώ”, κάτι λίγα θα συγκέντρωνε η απάντηση περιοχή, και μεταξύ αυτών ελάχιστα ότι αυτή είναι στην Ελλάδα. Αυτή είναι και η βάση της εξαπάτησης με την “ελιά Καλαμάτας”, την οποία μπορεί να πουλάει ο οποιοσδήποτε σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου αφού ως τέτοια νοείται η μαύρη ελιά που… φυτρώνει στις πίτσες. Αυτό πίστευαν σε παλαιότερες έρευνες οι Αμερικάνοι, οι οποίοι δεν φημίζονται ιδιαίτερα για τις γνώσεις τους σχετικά με την Ιστορία και τη Γεωγραφία. Και εδώ είναι το τεράστιο ζήτημα που θα πρέπει κάποια στιγμή να αντιμετωπίσει ο Δήμος Καλαμάτας. Δηλαδή μια παγκόσμια καμπάνια η οποία θα “ταυτοποιήσει” το προϊόν με τον τόπο παραγωγής του και θα συγκροτήσει το “brandname” που λέμε στα... νεοελληνικά. Δηλαδή το διαφορετικό ταυτοτικό στοιχείο που δεν μπορεί να υπάρξει σε άλλη πόλη με τα ίδια γενικά χαρακτηριστικά. Το όνομα είναι μια “ατμομηχανή”, για την οποία δεν έχει βρεθεί ακόμη ο… χειριστής που θα την βάλει μπροστά και θα τραβήξει τα βαγόνια της τοπικής παραγωγής και του τουρισμού. Σε μια συναρμογή που θα πρέπει να αποτελέσει τη βάση οποιασδήποτε πολιτικής αναφέρεται στην “ανάπτυξη” του τόπου. Μιας πολιτικής που θα “παντρεύει” την παραγωγή ποιοτικών προϊόντων με την αύξηση της επισκεψιμότητας και θα συνεργεί στην αλληλοτροφοδότηση των τομέων της τοπικής οικονομίας. Αυτή η συζήτηση που κάποτε θα πρέπει να ανοίξει, κάτι που προϋποθέτει τη “δημοτική αναγέννηση”. Μια μεγάλη “παράταξη” των πολιτών με νέα πρόσωπα και αντιλήψεις που θα υπερβαίνουν τις πολιτικές “οριοθετήσεις” και τις πρακτικές της εξουσιαστικής μικροπολιτικής. Θα μου πείτε “όνειρα θερινής νυκτός”, αλλά και τα όνειρα έχουν το ενδιαφέρον τους, αρκεί να μην τα βλέπουμε μόνο στον ύπνο μας...