Δευτέρα, 14 Αυγούστου 2023 18:23

Επί Τάπητος: «Το Τελωνείο είναι μνημείο»

Γράφτηκε από τον
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(2 ψήφοι)

 

 Θα ήθελα να εκφράσω τις πιο θερμές ευχαριστίες για την πρόσκληση να μιλήσω στη σημερινή εκδήλωση, για τη συμμετοχή των ανθρώπων της πόλης αλλά και για τα καλά σας λόγια στην προσφώνηση.

 

«Το Τελωνείο είναι μνημείο» ήταν το «σύνθημα» της ομάδας που δημιουργήθηκε πριν από λίγους μήνες με σκοπό τη διάσωση και ανάδειξη του Τελωνείου Μπούκας και σήμερα βρισκόμαστε ένα βήμα πριν από την κήρυξη των ερειπίων του ως διατηρητέου μνημείου. Κάτι που ενδεχομένως θα γίνει το Σεπτέμβριο, μιας και το θέμα έχει φτάσει στο Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων το οποίο καλείται να αποφασίσει σχετικά με το θέμα, μετά από εισήγηση της αρμόδιας υπηρεσίας που εδρεύει στην Πάτρα. Αυτό το «σύνθημα» εξέφρασε και την πάνδημη επιθυμία, γι αυτό το λόγο και αγκαλιάστηκε από τους Νησιώτες που μένουν στον τόπο των προγόνων ή βρίσκονται μακριά. Υποστηρίχθηκε από τη δημοτική αρχή και το σύνολο των δυνάμεων του δημοτικού συμβουλίου, λειτούργησε ως ενωτικό στοιχείο με αναφορά στη συλλογική μνήμη. Έφτασε στη Βουλή και από εκεί στο υπουργείο Πολιτισμού με ερωτήσεις και παρεμβάσεις βουλευτών και κομμάτων. Η κινητοποίηση έφερε στοιχεία και μαζί με αυτά που προϋπήρχαν, τεκμηριώθηκε το αίτημα που υποβλήθηκε από την ομάδα στην υπηρεσία Νεωτέρων Μνημείων στην Πάτρα. Εγινε αυτοψία από τρεις μηχανικούς της υπηρεσίας και συγκροτήθηκε εισήγηση στο Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων. Είναι μια κίνηση που δείχνει ότι μπορούμε να υπερβούμε διαφορές που εκδηλώνονται στην πολιτική καθημερινότητα του δήμου, να διεκδικήσουμε ενωτικά την αντιμετώπιση ζητημάτων που απασχολούν την πόλη και την περιοχή.

Με αυτή τη σύντομη αναφορά σε μια αποτελεσματική πρωτοβουλία πολιτών, θα είχε ενδιαφέρον να δούμε τη σημασία του τόπου και του μνημείου για τους ανθρώπους της πόλης και της περιοχής. Κάποιοι θα μπορούσαν να αναρωτιούνται αν αξίζει τόση… φασαρία και έξοδα για «έναν τοίχο». Κατηγορηματικά αξίζει γιατί αυτός ο «τοίχος» συμπυκνώνει την πορεία του τόπου από τα προεπαναστατικά χρόνια μέχρι και τα τέλη της γερμανικής κατοχής. Και αποτελεί στοιχείο συλλογικής μνήμης για όλες τις μεταπολεμικές γενιές καθώς «έναν τοίχο» γνωρίσαμε και ζήσαμε από τότε που ο δρόμος μας έβγαζε στη Μπούκα. Μια περιοχή με μεγάλη αλλά άγνωστη ιστορία, η οποία δικαιολογεί και το ενδιαφέρον. Λίγοι ίσως γνωρίζουν ότι στη Μπούκα έχουν βρεθεί τα αρχαιότερα ίχνη ζωής στην περιοχή της Μεσσήνης και ενδεχομένως εδώ υπήρχε οικιστική εγκατάσταση. Στα μέσα της δεκαετίας του 1960, η αρχαιολογική αποστολή του Πανεπιστημίου της Μινεσότα έκανε έρευνες στην περιοχή και ειδικότερα στο λόφο Μέξα κάπου 400 μέτρα βορειοανατολικά από το Τελωνείο, όπως προσδιορίζουν οι ίδιοι. Ερευνήθηκε ένας χώρος 70 Χ 40 τετραγωνικά μέτρα στον οποίο εντοπίστηκαν και αξιολογήθηκαν θραύσματα από κάθε είδους κεραμικά σκεύη. Οι επιστήμονες αποφάνθηκαν ότι αυτά χρονολογούνται από το 2700 μέχρι το 2100 π. χ. Και ότι «τα ευρήματα είναι μια ισχυρή απόδειξη ότι η βόρεια ακτογραμμή του Μεσσηνιακού Κόλπου δεν έχει διαφοροποιηθεί αισθητά τα προηγούμενα 4 με 5 χιλιάδες χρόνια».

Η ιστορικότητα του τόπου, είναι σημαντική για τον χαρακτηρισμό των ερειπίων του κτιρίου. Ο συμπατριώτης σπουδαίος ιστορικός Βασίλης Κρεμμυδάς αναφέρει ότι στο Νησί υπήρχε «σκάλα», δηλαδή μικρό λιμάνι, ήδη από τον 18ο αιώνα. Μέσα από αυτό άρχισαν να αναπτύσσονται οι εξαγωγές προϊόντων της ευρύτερης περιοχής σε διάφορες χώρες. Τελωνειακό φυλάκιο υπήρχε από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας, καθώς αναπτύσσονταν οι εξαγωγές και η θέση του προσδιορίζεται σε εκείνο το σημείο. Εκεί κατέληγε ο δρόμος - μονοπάτι που ακολουθούσε το «φρύδι» της λοφοσειράς που υψώνεται στη δυτική πλευρά του σημερινού δρόμου. Ανατολικά υπήρχε βάλτος και ήταν αδύνατη η διέλευση με τα πόδια ή με άμαξες. Το «ίχνος» αυτού του δρόμου από το Νησί μέχρι την Παραλία ακολουθεί και ο σημερινός. Το συμπέρασμα προκύπτει από το γεγονός ότι στην Μπούκα αποβιβάστηκε τον Ιούλιο του 1828 ο κυβερνήτης Καποδίστριας, ο οποίος περνώντας από το Νησί και τη Μικρομάνη έφθασε στου Φρούτζαλα, τη σημερινή Θουρία, όπου ήταν έδρα του Εκτακτου Επιτρόπου. Από τότε πολλές σημαντικές προσωπικότητες έφθασαν στο Νησί μέσα από το πρόχειρο λιμάνι της Μπούκας. Θρυλείται ότι από αυτό αναχώρησε ο Οθωνας μετά την έξωση, αλλά δεν έχω συναντήσει γραπτή πηγή που να επιβεβαιώνει κάτι τέτοιο. Αντιθέτως πολλές φορές έφτασε εδώ ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος, προκειμένου να μεταβεί είτε στο αρχοντικό και τα κτήματα στην Ευαγγελίστρια, είτε σε άλλες περιοχές περνώντας πάντα από το Νησί. Πρέπει να σημειωθεί ότι η ακτοπλοϊκή σύνδεση του Πειραιά με το Νησί διατηρήθηκε τουλάχιστον μέχρι τα τέλη του 1914, όπως προκύπτει από τις ανακοινώσεις των δρομολογίων.

Το Τελωνείο εκείνες τις εποχές στεγαζόταν σε κάποιο πρόχειρο κτίσμα και η υπόθεση αυτή στηρίζεται στο γεγονός ότι διασώζεται στα ΓΑΚ το βιβλίο των «Τελωνειακών δικαιωμάτων του Τελωνείου Νησίου» του 1833, πριν δημιουργηθεί ακόμη τελωνειακή υπηρεσία. Τα σχετικά έγγραφα υπογράφουν Νησιώτες με σημαντική παρουσία στα επαναστατικά χρόνια, οι δημογέροντες Κωνσταντίνος Καλαμαριώτης, Π. Μιχαλακόπουλος και Αναγνώστης Βρεττός. Οι εξαγωγές αφορούσαν κυρίως κρασί (μερικές φορές μαζί με ρακί, τσίπουρο δηλαδή) και σύκα, ενώ υπάρχουν εγγραφές για σταφίδα, λάδι, μετάξι, καπνό και βελανίδια (λίγα χρόνια αργότερα συναντάμε και φορτία με… βδέλλες). Στις εισαγωγές έχουμε σίδηρο, πρόκες, τάβλες, σαρδέλες (και γενικά αλίπαστα). Υπάρχουν πληροφορίες για τους εμπόρους, τους καπεταναίους, τις… σημαίες των πλοίων, στοιχεία του φορτίου, προορισμό ή προέλευση, την αξία του φορτίου και τα τελωνειακά δικαιώματα. Η τελωνειακή υπηρεσία δημιουργήθηκε το 1833 και στη θέση του «επιστάτη» τοποθετήθηκε ένας άλλος οπλαρχηγός της Επανάστασης, ο Εμμανουήλ Δαρειώτης. Με έναν ορισμένο τρόπο στο σημείο αυτό διακρίνουμε όχι μόνο την ιστορικότητα του τόπου αλλά και τη σύνδεσή του με πρόσωπα, τα οποία έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην Επανάσταση του 1821. Ενώ μέσα από τις εξαγωγές και τις εισαγωγές αντιλαμβανόμαστε το ρόλο του μικρού λιμανιού της Μπούκας στην οικονομία της περιοχής.

Μικρό και πρόχειρο το λιμάνι (όπως και αυτό της Καλαμάτας εκείνη την εποχή), αλλά σημαντικό και για τα δημόσια έσοδα. Και για τον λόγο αυτό ήδη από το 1835 γίνεται «απόπειρα» κατασκευής τελωνείων ταυτόχρονα και στην Καλαμάτα αλλά και στο Νησί. Στα ΓΑΚ υπάρχει φάκελος με τίτλο «Κτήρια Τελωνείου στην Καλαμάτα και Νησί», ο οποίος είναι ελλιπής και… δυσανάγνωστος. Τελωνειακά καταστήματα αλλά αυτό έγινε μετά από 30 χρόνια. Στην Καλαμάτα το πρώτο Τελωνείο κατασκευάστηκε το 1863) και στο Νησί δύο χρόνια αργότερα, το 1865. Η κατασκευή εκείνη τη χρονολογία τεκμηριώνεται απόλυτα, καθώς υπάρχει το εργολαβικό γι’ αυτό αρχειοθετημένο στα ΓΑΚ Μεσσηνίας. Το ανακάλυψε ο φίλος (και άλλοτε ανώτερος τελωνειακός υπάλληλος) Γιώργος Παυλάκης και προσέφερε στην προσπάθεια που κάνουμε για τεκμηρίωση της χρονολόγησης και ιστορικότητας των ερειπίων. Η βεβαιότητα για τη χρονολογία επισκευής προκύπτει από το γεγονός ότι υπάρχει και δεύτερο συμφωνητικό δύο χρόνια αργότερα, με το οποίο προβλέπεται εκτέλεση συμπληρωματικών εργασιών «εις το ανεγερθέν εν τη Παραλία Νησίου τελωνειακόν κατάστημα».

Σήμερα υπάρχουν μόνο ερείπια ενός τμήματος και είναι ό,τι απέμεινε από τις καταστροφές. Στο Τελωνείο έγιναν για πρώτη φορά καταστροφές το 1874, οι οποίες αποκαταστάθηκαν με νέα εργολαβία, της οποίας υπάρχει το συμφωνητικό. Η μείωση των εξαγωγών είχε σαν αποτέλεσμα και την απαξίωση του κτηρίου το οποίο αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα επισκευών, όπως προκύπτει από την αλληλογραφία του προέδρου της Λιμενικής Επιτροπής Μεσσήνης Μιχ. Τσερπέ με τις αρμόδιες υπηρεσίες το 1934, την οποία διέσωσε ο φίλος συμπατριώτης Γιάννης Πλατάρος. Εγιναν πολλές προσπάθειες για να πουληθεί το κυρίως κτήριο, ενώ κατά καιρούς γίνονταν ενοικιάσεις τόσο σε αυτό, όσο και στις δύο αποθήκες που υπήρχαν νότια. Το τελειωτικό χτύπημα το έδωσαν τα στρατεύματα κατοχής το καλοκαίρι του 1944. Οι Γερμανοί φοβούμενοι πιθανή απόβαση των Συμμάχων στον Μεσσηνιακό, το ανατίναξαν και μαζί του τις εκκλησίες της παραλιακής ζώνης και ένα πέτρινο παραθαλάσσιο σπίτι του Χαΐνη. Η ανατίναξη είχε σκοπό από τη μια πλευρά να στερήσει τυχόν προγεφυρώματα σε περίπτωση απόβασης και ταυτόχρονα να κατασκευαστούν με τις πέτρες πολυβολεία. Ένα είχε κατασκευαστεί λίγα μέτρα βορειοδυτικά του Τελωνείου δίπλα στο δρόμο και υπήρχε μέχρι πριν λίγα χρόνια. Τα άλλα τοποθετήθηκαν στο λόφο πάνω από την Μπούκα. Στα χρόνια που ακολούθησαν αποσπάστηκε από τα ερείπια ό,τι ήταν χρήσιμο για τις οικοδομές (αγκωνάρια) και σήμερα είναι πλέον ετοιμόρροπο. Τα νεότερα χρόνια άγνωστοι έκλεψαν και το κανονάκι που βρισκόταν στο χώρο του και είχε μεταφερθεί για έκθεση στο κοντινό παρτέρι.

Ημέρα γιορτής σήμερα και η λεπτομερέστερη αναφορά θα ήταν κουραστική. Η Μπούκα, το Τελωνείο, το λιμάνι που δεν έγινε ποτέ είναι στοιχεία ιστορίας της πόλης που μπορούν να αποτυπωθούν στο χαρτί, ήδη έχει δημοσιευτεί η συντριπτική πλειοψηφία των σχετικών κειμένων. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι με την κινητοποίηση του δήμου και των θεσμικών παραγόντων, θα υπάρξει θετική απόφαση του κεντρικού Συμβουλίου Νεωτέρων Μνημείων και θα ανοίξει ο δρόμος της οριστικής διάσωσης και ανάδειξης των ερειπίων του Τελωνείου ως εμβληματικού μνημείου των πρώτων μετεπαναστατικών χρόνων και μιας εποχής που η πόλη και η περιοχή έπαιζαν σημαντικό ρόλο στο «νεογέννητο» κράτος.

 

 

 

(Ομιλία στην εκδήλωση – συναυλία με πρωτοβουλία του Σωματείου Εθελοντών Μεσσήνης που έγινε στη Μπούκα το Σάββατο)

 

 

 

Τελευταία τροποποίηση στις Δευτέρα, 14 Αυγούστου 2023 18:26