Δευτέρα, 16 Ιουνίου 2014 22:36

Δημήτρης Μπουσούνης: Ενας Ελληνας μουσικός στην Πόλη

Το επώνυμό του προδίδει μεσσηνιακή καταγωγή... που όμως δεν έχει! Κατάγεται από τη Νάξο. Ο Δημήτρης Μπουσούνης είναι μουσικός και συνθέτης, γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ελλάδα, αλλά η αγάπη του για τη γυναίκα του τη Ζεκιγιέ, με την οποία γνωρίστηκαν μέσω Διαδικτύου, τον οδήγησε να μείνει μόνιμα στην Κωνσταντινούπολη.

 

Τον είδαμε στην τηλεοπτική εκπομπή της Μαρίας Εκμετζίογλου και πολύ εύκολα ήρθαμε σε επικοινωνία μαζί του και δέχτηκε να κάνουμε τη συνέντευξη.

Μας μίλησε για την Πόλη και τη ζωή του εκεί, για τις καλλιτεχνικές του δραστηριότητες, για τους γείτονές μας τους Τούρκους, αλλά και για την επιθυμία και των δυο τους (με τη Ζεκιγιέ παντρεύτηκαν πριν από λίγες μέρες) να μεγαλώσουν τα παιδιά που θα αποκτήσουν στην Ελλάδα.

 

- Τι σε οδήγησε στην Πόλη;

«Η λαχτάρα να ζήσω με τη Ζεκιγιέ και να βάλω στη σφαίρα του πραγματικού την σχέση που είχα αναπτύξει μαζί της μέσω Ιντερνετ. Πιο βαθιά η ανάγκη μου να επικοινωνήσω με έναν πολιτισμό που είναι τόσο κοντά και ταυτόχρονα τόσο μακριά. Και που είναι για μας το αντίπαλο δέος».

 

- Οι συνθήκες δουλειάς για έναν καλλιτέχνη εκεί πώς είναι σε σχέση με την Ελλάδα;

«Θα σας πω για τις συνθήκες του αλλοδαπού μουσικού γιατί αυτό είμαι εδώ. Είναι αρκετά επισφαλείς όσον αφορά την καθημερινή ενασχόληση, γιατί δεν έχουμε χαρτιά για να είναι νόμιμη εργασία αυτό που κάνουμε και ούτε υπάρχει το ελληνικό στοιχείο στις επιχειρήσεις για να στηρίξει αυτή την κουλτούρα. Πολλά μαγαζιά που δηλώνουν ελληνικά εδώ και έχουν λάιβ πρόγραμμα δεν τα έχουν καν Ελληνες ιδιοκτήτες, και η αντίληψή τους είναι εντελώς τουριστική, ανάμεσα στον Ζορμπά και στην κακής ποιότητας εμπορική μουσική. Ολο αυτό καταλήγει στο τέλος στην... πολιτική της αρπαχτής. Δεν υπάρχει αυτό που στην Ελλάδα συναντάς με τους λεγόμενους μουσικούς υπαλλήλους που βγάζουν σεζόν σε ένα μαγαζί. Αλλά φαντάζομαι ότι για τους Τούρκους μουσικούς δεν θα είναι το ίδιο, μιας και ζουν στη χώρα τους. 

Η καλή ελληνική μουσική εδώ, καθώς και τα ρεμπέτικα τραγούδια, αντιμετωπίζονται από νέους ανθρώπους κυρίως σαν έθνικ μουσική, που όμως είναι πολύ κοντά στην ιδιοσυγκρασία τους. Μπορούν άνετα να μερακλώσουν και να διασκεδάσουν σαν πραγματικά να είναι η δική τους μουσική. Ετσι υπάρχουν κάποιοι χώροι που περιστασιακά μπορούν να μας φιλοξενήσουν και να βγει πολύ καλό αποτέλεσμα, και σε αποδοχή από τον κόσμο αλλά και σαν αμοιβή. Εδώ υπάρχει αρκετό χρήμα, κυρίως σε κάποια κομμάτια της Πόλης, και μπορείς κατά καιρούς να αμείβεσαι καλά από λάιβ που κάνεις. 

Υπάρχει όμως και το κομμάτι της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Οι δισκογραφικές δείχνουν συγκρατημένες για πολλές παραγωγές. Αλλά αναζητούν το διαφορετικό και η ελληνική μουσική είναι διαφορετική και εξωτική για αυτούς. Ενας καλλιτέχνης μπορεί να πετύχει και να κερδίσει μάλιστα αρκετά χρήματα, φτιάχνοντας ακόμα και ορχηστρική μουσική ή μουσική για κινηματογράφο και σίριαλ - γιατί όπως θα έχετε διαπιστώσει και σεις στην Ελλάδα, τα πάει πολύ καλά αυτή τους η βιομηχανία, μάλιστα με πολύ ποιοτικές δουλειές. Στη χώρα μας αν φτιάχνεις ορχηστρική μουσική δεν θα προκαλέσεις το ενδιαφέρον για σοβαρές δουλειές. Ακόμα και η πειραματική μουσική έχει μεγάλο κοινό εδώ, ενώ στην Ελλάδα δεν έχει μεγάλη δύναμη. 

Το καλό είναι ότι η Πόλη είναι αναπτυσσόμενη στο τομέα του πολιτισμού και πολύς κόσμος ενδιαφέρεται για το ωραίο και το διαφορετικό, όπως είπα. Πολλοί χώροι συναυλιών έχουν δημιουργηθεί την τελευταία 15ετία και η Πόλη δείχνει να ψάχνει για καλλιτέχνες με ενδιαφέρουσες δουλειές για να αξιοποιήσει αυτούς τους χώρους».

 

- Οι συνθήκες ζωής γενικότερα;

«Είναι οι συνθήκες ζωής μιας μεγαλούπολης. Φαντάσου 18 εκατομμύρια, όπως λένε ότι είναι, να προσπαθούν να διαβούν αυτή την πόλη. Στους δρόμους είμαστε σαν τα μυρμήγκια. Αλλά ο τρόπος ζωής αλλάζει ανάλογα με την τάξη και τη δουλειά που κάνει ο καθένας. Υπάρχουν μεγάλες διαφορές στο πώς ζει ένας φτωχός βιοπαλαιστής και πώς ένα άνετο οικονομικά στέλεχος γραφείου, για παράδειγμα. Οι κόσμοι τους δεν συναντιούνται ποτέ. Δεν μένουν στις ίδιες γειτονιές, δεν πάνε στα ίδια στέκια. Να σκεφτείς ότι όλα είναι 2 και 3 φορές πιο ακριβά σε μια πιο πλούσια περιοχή από μια φτωχή. Γενικά είναι μια πολύ ακριβή πόλη στην ουσία της, έτσι φτιαγμένη όμως για να ζει και ένας φτωχός μέσα σε αυτή. Αν δε σκέφτεσαι τη βιοπάλη και διαθέτεις τα προσόντα να βγάλεις χρήματα, σε γενικές γραμμές μπορεί γίνει αυτό. Οι περισσότεροι Ελληνες που βλέπω έρχονται σαν υπάλληλοι εδώ και αυτό τους κάνει αόρατους στην κοινωνική τους ζωή, γιατί η πόλη σε καταπίνει».

 

- Αν δεν ζούσε εκεί η γυναίκα σου, θα αποφάσιζες και πάλι να εγκατασταθείς στην Κωνσταντινούπολη ή κάπου αλλού εκτός Ελλάδας;

«Το να βγω εκτός Ελλάδας ήταν επιθυμία για μένα, γιατί ενώ την αγαπάω πολύ τη χώρα μου ήθελα να γνωρίσω διαφορετικές κουλτούρες λαών και ήταν ευκαιρία να ξεφύγω κιόλας από τη μιζέρια που αποκτήσαμε λόγω της κρίσης. Χρόνια η Ελλάδα δεν με έκανε να αισθάνομαι όμορφα με τον νεοπλουτισμό και την αλαζονεία που είχε αποκτήσει. Προτού την οικονομική κατάρρευση είχε έρθει η ηθική, και η ανάγκη να βγω εκτός συνόρων γεννήθηκε από παλιά».

 

- Πως σε αντιμετωπίζουν μαθαίνοντας ότι είσαι Ελληνας;

«Η πλειονότητα των ανθρώπων εδώ αντιμετωπίζουν καλά εμάς τους Ελληνες. Για αυτούς είμαστε άνθρωποι με ευγενική καταγωγή και κουλτούρα. Κάποιοι Τούρκοι μάλιστα δηλώνουν καταγωγή από Ελλάδα εννοώντας ότι οι παππούδες τους ήταν πληθυσμοί ανταλλαγής, και με αυτό τον τρόπο προσδίδουν ένα ατού καταγωγής στον εαυτό τους. Αλλά δεν ξέρω τι γίνεται με τους βαθιά μουσουλμάνους και τις γυναίκες με τις μαντίλες, γιατί δεν έχουμε καμιά επαφή με αυτούς. Δεν τους συναντάμε ούτε στις συναναστροφές μας αλλά ούτε και στους χώρους όπου κάνουμε λάιβ. 

Στην προσωπική επαφή που είχα με το σόι της Ζεκιγιέ που ζουν στο Ελμπιστάν -αυτό που εμείς γνωρίζουμε σαν "βαθιά Ανατολή"-, οι άνθρωποι εκεί μας ξέρουν σαν αυτούς που κάποτε τους απειλήσαμε και ο Κεμάλ τους έσωσε από εμάς. Χωρίς πολλές λεπτομέρειες. Ομως χαίρονται που το κορίτσι τους πήρε έναν Ελληνα. Αυτοί όμως είναι Αλεβί. Μια άλλη θρησκεία διαφορετική από τους παραδοσιακούς μουσουλμάνους, τους σουνίτες με τις μαντίλες και τα τζαμιά. Δείχνουν να προτιμούν να παντρευτούν έναν χριστιανό παρά σουνίτη».

 

- Καλλιτεχνικά τι κάνεις αυτήν την περίοδο εκεί;

«Πρώτα από όλα με το που εγκαταστάθηκα στην Πόλη πριν από δυόμισι περίπου χρόνια έγινα μέλος των "Café Aman Istanbul", ενός πολυμελούς σχήματος του οποίου ηγείται ένας Ρωμιός και Ιμβριος στην καταγωγή, ο Στέλιος Μπερμπέρης, και παρουσιάζουμε ρεμπέτικη και παραδοσιακή μουσική, κυρίως τραγούδια της Πόλης. Εγώ παίζω μπουζούκι και κιθάρα. Εχουμε κάνει αρκετές συναυλίες μέχρι τώρα στην Τουρκία αλλά και στην Ευρώπη, και φέτος το Γενάρη σε μια σπουδαία εμφάνιση που κάναμε με θέμα την ανταλλαγή συνεργαστήκαμε με την Αρετή Κετιμέ. Πριν από δύο μήνες είχα τη χαρά να συνεργαστώ με τους "Incesaz", μια μπάντα Τούρκων εξαίρετων μουσικών που παίζουν τη δικιά τους μουσική με κατεξοχήν Τουρκικά όργανα και μπορείς να πεις ότι είναι κάτι σαν τους "Pink Martini" της Τουρκίας. Συνεργαστήκαμε οργανώνοντας μουσικά μια μεγάλη συναυλία που πραγματοποιήθηκε σε μια πολύ μεγάλη αίθουσα συναυλιών με καλεσμένη την δική μας Χαρούλα Αλεξίου. Στη συναυλία κλήθηκα να παίξω ακουστική κιθάρα. Μια ειλικρινά συγκινητική βραδιά που η Χαρούλα πήρε ανέλπιστη αγάπη από το τουρκικό κοινό. Μαζί με μένα ήταν και άλλος ένας Ελληνας μουσικός στο βιολί, ο Κυριάκος ο Γκουβέντας. 

Αυτό τον καιρό παράλληλα έχω δημιουργήσει μια οκταμελή μπάντα, τους "Istanbul Art Orchestra", και πλαισιώνουμε τις εμφανίσεις που κάνει η Ζεκιγιέ (Zekiye Yürekli) η οποία ετοιμάζεται να μπει σε στούντιο για να βγει ένας δίσκος με ελληνική και τουρκική μουσική σε ένα κοινό ύφος. Γενικά με αυτό το σχήμα προσπαθούμε να δείξουμε στο τουρκικό κοινό και τραγούδια της ελληνικής μουσικής που δεν είναι πολύ διαδεδομένα στην Πόλη, από παραδοσιακά μέχρι έντεχνα. Αλλά και τη δικιά τους μουσική θέλουμε να την παρουσιάσουμε με έναν διαφορετικό τρόπο από αυτό που έχουν συνηθίσει. Μέχρι τώρα η αποδοχή είναι πολύ καλή. Μάλιστα φιλοδοξούμε σύντομα να δοκιμάσουμε και το ελληνικό κοινό».

 

- Σκέφτεστε σε κάποια στιγμή επιστροφή στην Ελλάδα;

«Οφείλω να σας πω ότι εγώ και η Ζεκιγιέ τους τρεις σημαντικούς μήνες του καλοκαιριού τους περνάμε σε ελληνικό νησί. Πρόπερσι ήμασταν στα Κύθηρα και πέρυσι όπως και φέτος, από ό,τι δείχνουν τα σχέδια μας, θα είμαστε στη Νάξο. Ξεκουραζόμαστε, χαιρόμαστε τη θάλασσα και κάνουμε λάιβ για να διασφαλίζουμε την διαβίωση εκεί. Θα είχα μεγάλο θέμα αν δεν γευόμουν το ελληνικό καλοκαίρι όπως κάνω εδώ και πολλά χρόνια. Η μίξη των δυο μουσικών έχει πολύ μεγάλη πέραση και στο ελληνικό κοινό και αυτό μας κάνει να νιώθουμε ξεχωριστά. 

 

Σκεφτόμαστε με τη Ζεκιγιέ ότι η Ελλάδα θέλουμε να είναι ο τόπος που θα μεγαλώσουμε τα παιδιά μας όταν κάποια στιγμή αποκτήσουμε. Μακριά από τους ρυθμούς και το περιβάλλον μιας πολύ μεγάλης πόλης. Αλλά δεν θα θέλαμε να σπάσουμε τους δεσμούς που δημιουργήσαμε με την Πόλη. Γιατί είναι πραγματικά πολύ πιο όμορφο αντί της απομόνωσης να ταξιδεύουν οι κουλτούρες και να συναντιούνται - και εμείς αυτό θέλουμε να το κάνουμε συχνά. Αλλωστε διαμένοντας εδώ δεν νιώθω ότι διαμένω σε μια πόλη της Τουρκίας, αλλά σε έναν κόσμο έξω από τα σύνορα της χώρας μου. Αυτό με κάνει να έχω τις κεραίες μου ανοικτές και να αισθάνομαι πολίτης αυτού του κόσμου, που έχει χρέος να κοινωνεί και να σμίγει τον πολιτισμό του με τον πολιτισμό άλλων λαών».